Anonymous

κεραμεία: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑν " to "εῖν "
m (Text replacement - "prov." to "prov.")
m (Text replacement - "εῑν " to "εῖν ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[κεραμεία]], ἡ (Α) [[κεραμεύς]]<br /><b>1.</b> η [[τέχνη]] του κεραμέα, η κεραμευτική («οὐ [[τεκτονική]], οὐδὲ [[χαλκεία]] οὐδὲ [[κεραμεία]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>παροιμ.</b> «ἐν τῇ πίθῳ τὴν κεραμείαν ἐπιχειρεῑν μανθάνειν», δηλ. προσπαθεί να μάθει την [[τέχνη]] της κεραμευτικής και αρχίζει από την [[κατασκευή]] πιθαριών<br />λεγόταν γι' αυτούς που προσπαθούν να μάθουν τα δυσκολότερα [[πριν]] μάθουν τα στοιχειώδη.
|mltxt=[[κεραμεία]], ἡ (Α) [[κεραμεύς]]<br /><b>1.</b> η [[τέχνη]] του κεραμέα, η κεραμευτική («οὐ [[τεκτονική]], οὐδὲ [[χαλκεία]] οὐδὲ [[κεραμεία]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>παροιμ.</b> «ἐν τῇ πίθῳ τὴν κεραμείαν ἐπιχειρεῖν μανθάνειν», δηλ. προσπαθεί να μάθει την [[τέχνη]] της κεραμευτικής και αρχίζει από την [[κατασκευή]] πιθαριών<br />λεγόταν γι' αυτούς που προσπαθούν να μάθουν τα δυσκολότερα [[πριν]] μάθουν τα στοιχειώδη.
}}
}}
{{lsm
{{lsm