Anonymous

ἐφυβρίζω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑν" to "εῖν"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "εῑν" to "εῖν")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐφυβρίζω]] (ΑΜ)<br />φέρομαι υβριστικά, αλαζονικά [[προς]] κάποιον («ἐφυβρίζων εἵλετο», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μέσ.</b> <i>ἐφυβρίζομαι</i><br />με την [[ίδια]] [[σημασία]] («κἀκεῑνο κέκριται, μὴ 'φυβρίζεσθαι νεκρούς», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[χαίρω]] με τις ατυχίες του άλλου, [[χαιρεκακώ]], [[επιχαίρω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[ὑβρίζω]].
|mltxt=[[ἐφυβρίζω]] (ΑΜ)<br />φέρομαι υβριστικά, αλαζονικά [[προς]] κάποιον («ἐφυβρίζων εἵλετο», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μέσ.</b> <i>ἐφυβρίζομαι</i><br />με την [[ίδια]] [[σημασία]] («κἀκεῖνο κέκριται, μὴ 'φυβρίζεσθαι νεκρούς», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> [[χαίρω]] με τις ατυχίες του άλλου, [[χαιρεκακώ]], [[επιχαίρω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>επί</i> <span style="color: red;">+</span> [[ὑβρίζω]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm