Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πλεονεξία: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "οῡν" to "οῦν "
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ")
m (Text replacement - "οῡν" to "οῦν ")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ [[πλεονεκτώ]]<br />η [[ιδιότητα]] του πλεονέκτη, η [[τάση]] να αποκτήσει [[κανείς]] [[κάτι]] που δεν το δικαιούται (α. «πάντων δ' αὐτῶν αἴτιον ἀρχὴ ἡ διὰ πλεονεξίαν καὶ φιλοτιμίαν», <b>Θουκ.</b><br />β. «ὁρᾱτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας», ΚΔ)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κέρδος]], ὁφελος («οὐδὲν γὰρ [[οὕτως]] ὑποπίπτειν τῷ διαβόλῳ ποιεῑ, ὡς τὸ τοῦ πλείονος ἐφίεσθαι καὶ πλεονεξίας ἐρᾱν», Ιωάνν. Χρυσ.)<br /><b>2.</b> πλεονεκτική [[θέση]], [[υπεροχή]] (α. «αἱ ἐν τῷ πολέμῳ πλεονεξίαι», Ισοκρ.<br />β. «[[πλεονεξία]] ψυχής», Πλωτ.)<br /><b>3.</b> [[επιθετικότητα]], εχθρική [[ενέργεια]] («πλεονεξίαν τὴν μοιχείαν ἐκάλεσε<br />τοῦ γὰρ μὴ προσήκοντος ἅπτεται ὁ γάμον διορύττων ἀλλότριον», Θεοδώρ.)<br /><b>4.</b> [[αφθονία]] («τούτων ἡ παρὰ φύσιν [[πλεονεξία]] καὶ [[ἔνδεια]] τῆς χώρας», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[υπεροχή]], [[λαμπρότητα]] («[[πλεονεξία]] ψυχῆς», Πλωτίν.)<br /><b>2.</b> μεγαλύτερη [[συμμετοχή]] («...καὶ καθ' ὁτιοῡν τῶν ἀγαθῶν [[πλεονεξία]] τις τῶν πολιτικῶν δικαίων τοῖς ὑπερέχουσιν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἐπὶ πλεονεξίᾳ» — [[προς]] [[ίδιον]] όφελος, για προσωπικό [[κέρδος]] («...μὴ ἐπὶ πλεονεξίᾳ, ἀπὸ ἴσου δὲ [[μάλιστα]] ἐπιόντες», <b>Θουκ.</b>).
|mltxt=η, ΝΜΑ [[πλεονεκτώ]]<br />η [[ιδιότητα]] του πλεονέκτη, η [[τάση]] να αποκτήσει [[κανείς]] [[κάτι]] που δεν το δικαιούται (α. «πάντων δ' αὐτῶν αἴτιον ἀρχὴ ἡ διὰ πλεονεξίαν καὶ φιλοτιμίαν», <b>Θουκ.</b><br />β. «ὁρᾱτε καὶ φυλάσσεσθε ἀπὸ πάσης πλεονεξίας», ΚΔ)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[κέρδος]], ὁφελος («οὐδὲν γὰρ [[οὕτως]] ὑποπίπτειν τῷ διαβόλῳ ποιεῑ, ὡς τὸ τοῦ πλείονος ἐφίεσθαι καὶ πλεονεξίας ἐρᾱν», Ιωάνν. Χρυσ.)<br /><b>2.</b> πλεονεκτική [[θέση]], [[υπεροχή]] (α. «αἱ ἐν τῷ πολέμῳ πλεονεξίαι», Ισοκρ.<br />β. «[[πλεονεξία]] ψυχής», Πλωτ.)<br /><b>3.</b> [[επιθετικότητα]], εχθρική [[ενέργεια]] («πλεονεξίαν τὴν μοιχείαν ἐκάλεσε<br />τοῦ γὰρ μὴ προσήκοντος ἅπτεται ὁ γάμον διορύττων ἀλλότριον», Θεοδώρ.)<br /><b>4.</b> [[αφθονία]] («τούτων ἡ παρὰ φύσιν [[πλεονεξία]] καὶ [[ἔνδεια]] τῆς χώρας», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[υπεροχή]], [[λαμπρότητα]] («[[πλεονεξία]] ψυχῆς», Πλωτίν.)<br /><b>2.</b> μεγαλύτερη [[συμμετοχή]] («...καὶ καθ' ὁτιοῦν
τῶν ἀγαθῶν [[πλεονεξία]] τις τῶν πολιτικῶν δικαίων τοῖς ὑπερέχουσιν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «ἐπὶ πλεονεξίᾳ» — [[προς]] [[ίδιον]] όφελος, για προσωπικό [[κέρδος]] («...μὴ ἐπὶ πλεονεξίᾳ, ἀπὸ ἴσου δὲ [[μάλιστα]] ἐπιόντες», <b>Θουκ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm