Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

εποικώ: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  28 March 2021
m
Text replacement - "ὑμῑν" to "ὑμῖν"
m (Text replacement - "οῡν" to "οῦν ")
m (Text replacement - "ὑμῑν" to "ὑμῖν")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM ἐποικῶ, -έω)<br />εγκαθίσταμαι ως [[έποικος]] σε κατοικημένο [[τόπο]] («Κυκλάδες ἐποικήσουσι νησαίας πόλεις», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> εγκαθίσταμαι [[κάπου]] με εχθρικές διαθέσεις («ἐποικοῦν
|mltxt=(AM ἐποικῶ, -έω)<br />εγκαθίσταμαι ως [[έποικος]] σε κατοικημένο [[τόπο]] («Κυκλάδες ἐποικήσουσι νησαίας πόλεις», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> εγκαθίσταμαι [[κάπου]] με εχθρικές διαθέσεις («ἐποικοῦν
τες ὑμῑν [[αἰεί]] τε ἐπιβουλεύουσι», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> <i>ἐπικοῦμαι</i><br />(για [[χώρα]]) κατέχομαι από εχθρό και [[χρησιμεύω]] ως [[ορμητήριο]] πολεμικών επιχειρήσεων («ἡ [[Δεκέλεια]]... τῇ χώρᾳ ἐπῳκείτο», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έποικος]]<br /><b>βλ.</b> [[εποικίζω]]].
τες ὑμῖν [[αἰεί]] τε ἐπιβουλεύουσι», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>παθ.</b> <i>ἐπικοῦμαι</i><br />(για [[χώρα]]) κατέχομαι από εχθρό και [[χρησιμεύω]] ως [[ορμητήριο]] πολεμικών επιχειρήσεων («ἡ [[Δεκέλεια]]... τῇ χώρᾳ ἐπῳκείτο», <b>Θουκ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[έποικος]]<br /><b>βλ.</b> [[εποικίζω]]].
}}
}}