Anonymous

ρυθμιστής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "οῡτο" to "οῦτο"
(36)
 
m (Text replacement - "οῡτο" to "οῦτο")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[ῥυθμιστής]], ΝΜΑ [[ῥυθμίζω]]<br />αυτός που ρυθμίζει, που διακανονίζει, που διευθετεί [[κάτι]] (α. «τών πάντων / [[γνώστης]], εσύ [[ρυθμιστής]]», Παλαμ.<br />β. «ὦ δικαστηρίων τηλικοῡτον ῥυθμιστήν», Θεοδώρ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην [[εξέλιξη]] μιας κατάστασης, μιας διαδικασίας, μιας ενέργειας, ενός φαινομένου («το μικρό αυτό [[κόμμα]], με τους λίγους βουλευτές του, έγινε [[ρυθμιστής]] της κατάστασης»)<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> [[διάταξη]] ικανή να διατηρεί πρακτικώς σταθερό ή να μεταβάλλει σύμφωνα με τις προδιαγραφές ένα [[μέγεθος]] μηχανικής ή άλλης λειτουργίας, όπως λ.χ. ταχύτητας, ισχύος, ρεύματος, τάσης, συχνότητας, πίεσης, παροχής<br /><b>3.</b> <b>στρ.</b> ο [[ρυθμιστήρας]]<br /><b>4.</b> <b>ναυτ.</b> [[πλοίο]] από τη σχετική [[θέση]] του οποίου κανονίζονται οι σχηματισμοί ή και οι μετακινήσεις όλου του στόλου<br /><b>5.</b> ([[ιδίως]] στις ατμομηχανές) [[στρόφιγγα]] ή δικλείδα που κανονίζει τη [[μετάβαση]] του ατμού διά μέσου του ατμαγωγού [[σωλήνα]] στον ατμοσύρτη και [[μέσα]] από αυτόν στον κύλινδρο, αλλ. [[ατμοφράκτης]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ρυθμιστής]] του πολιτεύματος» — ο [[ανώτατος]] [[άρχων]] μιας συντεταγμένης πολιτείας<br />β) «[[ρυθμιστής]] τάσης»<br /><b>(ηλεκτρολ.)</b> ηλεκτρική ή ηλεκτρονική [[διάταξη]] η οποία διατηρεί την [[τάση]] μιας ηλεκτρικής πηγής [[μέσα]] σε προκαθορισμένα όρια.
|mltxt=ο / [[ῥυθμιστής]], ΝΜΑ [[ῥυθμίζω]]<br />αυτός που ρυθμίζει, που διακανονίζει, που διευθετεί [[κάτι]] (α. «τών πάντων / [[γνώστης]], εσύ [[ρυθμιστής]]», Παλαμ.<br />β. «ὦ δικαστηρίων τηλικοῦτον ῥυθμιστήν», Θεοδώρ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην [[εξέλιξη]] μιας κατάστασης, μιας διαδικασίας, μιας ενέργειας, ενός φαινομένου («το μικρό αυτό [[κόμμα]], με τους λίγους βουλευτές του, έγινε [[ρυθμιστής]] της κατάστασης»)<br /><b>2.</b> <b>τεχνολ.</b> [[διάταξη]] ικανή να διατηρεί πρακτικώς σταθερό ή να μεταβάλλει σύμφωνα με τις προδιαγραφές ένα [[μέγεθος]] μηχανικής ή άλλης λειτουργίας, όπως λ.χ. ταχύτητας, ισχύος, ρεύματος, τάσης, συχνότητας, πίεσης, παροχής<br /><b>3.</b> <b>στρ.</b> ο [[ρυθμιστήρας]]<br /><b>4.</b> <b>ναυτ.</b> [[πλοίο]] από τη σχετική [[θέση]] του οποίου κανονίζονται οι σχηματισμοί ή και οι μετακινήσεις όλου του στόλου<br /><b>5.</b> ([[ιδίως]] στις ατμομηχανές) [[στρόφιγγα]] ή δικλείδα που κανονίζει τη [[μετάβαση]] του ατμού διά μέσου του ατμαγωγού [[σωλήνα]] στον ατμοσύρτη και [[μέσα]] από αυτόν στον κύλινδρο, αλλ. [[ατμοφράκτης]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «[[ρυθμιστής]] του πολιτεύματος» — ο [[ανώτατος]] [[άρχων]] μιας συντεταγμένης πολιτείας<br />β) «[[ρυθμιστής]] τάσης»<br /><b>(ηλεκτρολ.)</b> ηλεκτρική ή ηλεκτρονική [[διάταξη]] η οποία διατηρεί την [[τάση]] μιας ηλεκτρικής πηγής [[μέσα]] σε προκαθορισμένα όρια.
}}
}}