Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

συνεξαιρέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "εῑσθαι" to "εῖσθαι"
mNo edit summary
m (Text replacement - "εῑσθαι" to "εῖσθαι")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[συνεξαιρέω]], Α [[ἐξαιρῶ]]<br /><b>1.</b> [[διώχνω]] [[κάτι]] ταυτοχρόνως («συνεξελεῖν ὑμῖν τὸ [[θηρίον]] ἐκ τῆς χώρης», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[συμβάλλω]] στην [[κατάληψη]], στην [[κυρίευση]], [[κυριεύω]] με κάποιον («συνεξαιρεῖν [[μετά]] τινος Ἀμφίπολιν», Αισχίν.)<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> <i>συνεξαιροῦμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />α) [[αφαιρώ]] [[κάτι]] επί [[πλέον]] («οἱ φόβοι τῶν κυνῶν συνεξαιροῦνται τὸ προνοεῑσθαι», <b>Ξεν.</b>)<br />β) [[συμβάλλω]] στη [[σωτηρία]], [[απολυτρώνω]] [[μαζί]] («συσσῴζειν μᾶλλον καὶ συνεξαιρεῑσθαι τοῖς ἀναιτίοις τοὺς δοκοῦντας ἀδικεῖν», <b>Πολ.</b>).
|mltxt=[[συνεξαιρέω]], Α [[ἐξαιρῶ]]<br /><b>1.</b> [[διώχνω]] [[κάτι]] ταυτοχρόνως («συνεξελεῖν ὑμῖν τὸ [[θηρίον]] ἐκ τῆς χώρης», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[συμβάλλω]] στην [[κατάληψη]], στην [[κυρίευση]], [[κυριεύω]] με κάποιον («συνεξαιρεῖν [[μετά]] τινος Ἀμφίπολιν», Αισχίν.)<br /><b>3.</b> <b>μέσ.</b> <i>συνεξαιροῦμαι</i>, -<i>έομαι</i><br />α) [[αφαιρώ]] [[κάτι]] επί [[πλέον]] («οἱ φόβοι τῶν κυνῶν συνεξαιροῦνται τὸ προνοεῖσθαι», <b>Ξεν.</b>)<br />β) [[συμβάλλω]] στη [[σωτηρία]], [[απολυτρώνω]] [[μαζί]] («συσσῴζειν μᾶλλον καὶ συνεξαιρεῖσθαι τοῖς ἀναιτίοις τοὺς δοκοῦντας ἀδικεῖν», <b>Πολ.</b>).
}}
}}
{{elru
{{elru