Anonymous

ανεμιαίος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "αῑος" to "αῖος"
(4)
 
m (Text replacement - "αῑος" to "αῖος")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἀνεμιαῑος, -ον (Α) [[ανεμία]]<br /><b>1.</b> [[μάταιος]], [[κενός]], [[ανυπόστατος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἀνεμιαῑον ᾠόν» — [[αβγό]] άγονο, που η [[κότα]] το γέννησε [[χωρίς]] να γονιμοποιηθεί από τον πετεινό<br />β) «ἀνεμιαῑον [[κύημα]]» — ψευτοεγκυμοσύνη, [[ανεμογγάστρι]].
|mltxt=ἀνεμιαῖος, -ον (Α) [[ανεμία]]<br /><b>1.</b> [[μάταιος]], [[κενός]], [[ανυπόστατος]]<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ἀνεμιαῑον ᾠόν» — [[αβγό]] άγονο, που η [[κότα]] το γέννησε [[χωρίς]] να γονιμοποιηθεί από τον πετεινό<br />β) «ἀνεμιαῑον [[κύημα]]» — ψευτοεγκυμοσύνη, [[ανεμογγάστρι]].
}}
}}