Anonymous

διαπορεύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διαπορεύω''': [[φέρω]] εἰς τὸ [[ἀπέναντι]] [[μέρος]], Ξεν. Ἀν. 2. 5, 18. ΙΙ. συνήθ. ὡς παθ. [[μετὰ]] μέσ. μέλλ. καὶ παθ. ἀορ. διεπορεύθην· - [[διαβαίνω]], ἐς Εὔβοιαν Ἡρόδ. 4. 33· [[μετὰ]] συστοίχ. αἰτιατ., [[διέρχομαι]] διὰ μέσου, δ. τὰς ὁδοὺς Πλάτ. Νόμ. 845Α· βίον ὁ αὐτ. Φαίδωνι 85D· τὸ [[πνεῦμα]] δ. τοὺς μυκτῆρας Ἀριστ. Ζ. Μ. 1. 1, 21· δ. γραμμήν, διαπερῶ τὴν γραμμήν, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 10. 3, 4. 2) διεξέρχομαί τι, [[ἐκτίθημι]] λεπτομερῶς, ὡς τὸ ἐξηγεῖσθαι, Πολύβ. 16. 26, 2.
|lstext='''διαπορεύω''': [[φέρω]] εἰς τὸ [[ἀπέναντι]] [[μέρος]], Ξεν. Ἀν. 2. 5, 18. ΙΙ. συνήθ. ὡς παθ. μετὰ μέσ. μέλλ. καὶ παθ. ἀορ. διεπορεύθην· - [[διαβαίνω]], ἐς Εὔβοιαν Ἡρόδ. 4. 33· μετὰ συστοίχ. αἰτιατ., [[διέρχομαι]] διὰ μέσου, δ. τὰς ὁδοὺς Πλάτ. Νόμ. 845Α· βίον ὁ αὐτ. Φαίδωνι 85D· τὸ [[πνεῦμα]] δ. τοὺς μυκτῆρας Ἀριστ. Ζ. Μ. 1. 1, 21· δ. γραμμήν, διαπερῶ τὴν γραμμήν, ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 10. 3, 4. 2) διεξέρχομαί τι, [[ἐκτίθημι]] λεπτομερῶς, ὡς τὸ ἐξηγεῖσθαι, Πολύβ. 16. 26, 2.
}}
}}
{{bailly
{{bailly