Anonymous

καθοράω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καθοράω''': Ἰων. κατοράω: παρατ. καθεώρων Ξεν. Κύρ. 3. 2, 10, Ἰων. γ΄ ἑνικ. κατώρα Ἡρόδ· 7. 208: πρκμ. καθεώρακα ἢ -εόρακα: μέλλ. [[κατόψομαι]]: πρκμ. κατῶμμαι Πλάτ. Πολιτ. 432Α: ἀόρ. α΄ κατώφθην ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβῳ 46Β· - περὶ τοῦ ἐνεργ. ἀορ. ἴδε [[κατεῖδον]]. Ὁρῶ πρὸς τὰ [[κάτω]], ἐξ Ἴδης καθορῶν Ἰλ. Ζ. 21, Λ. 337· ἐπί τινος Ἡρόδ. 7. 44· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ἐπὶ Θρῃκῶν καθορώμενος αἶαν Ἰλ. Ν. 4. ΙΙ. μεταβ., ὅσους ἢ ὁπόσους [[ἠέλιος]] καθορᾷ· Σόλων 14, Θέογν. 168, 850, πρβλ. 616, Ξεν. Κυρ. 3. 2, 10· [[ὑψόθεν]] τὸν τῶν [[κάτω]] βίον Πλάτ. Σοφιστ. 216C, κτλ.: - οὕτω παρ’ Ὁμ. τὸ [[μέσον]], Τροίην κατὰ πᾶσαν ὁρᾶται Ἰλ. Ω. 291. 2) [[βλέπω]] τι εὐκρινῶς, κατώρα πᾶν μὲν οὐ τὸ [[στρατόπεδον]] Ἡρόδ. 7. 208., 9. 59, Ἀριστοφ. Νεφ. 326, Πλάτ., κλ.: - Θουκ. 3. 20, 112, Πλάτ., κλ. 3) [[βλέπω]], παρατηρῶ, εὖ καθορᾷς Πινδ. Π. 9, 86, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 1059· καθορᾶν τι ἔν τινι Πλάτ. Νόμ. 905Β, πρβλ. Γοργ. 457C· ἵν’ ἃ πανουργεῖς μὴ καθορᾷ σου, ἵνα μὴ παρτηρῇ τὰ πανοῦργα τεχνάσματά σου) ἃ πανουργεῖς = τὰ πανουργήματα), Ἀριστοφ. Ἱππ. 803· [[ὡσαύτως]], κατορᾷ δὲ τὰς τρίχας τῆς οὐρῆς εἰ κατά φύσιν ἔχει πεφυκυίας, παρατηρεῖ δὲ κτλ., Ἡρόδ. 2. 38. 4) ἐρευνῶ, [[ἐξετάζω]], τὰ ἄλλα Ἡρόδ. 3. 17, πρβλ. 123. 5) θεωρῶ [[μετὰ]] σεβασμοῦ, [[σέβομαι]], τὸ τοῦ Θεοῦ [[κράτος]] Ἑβδ. (Γ΄ Μακκ. Γ΄, 11).
|lstext='''καθοράω''': Ἰων. κατοράω: παρατ. καθεώρων Ξεν. Κύρ. 3. 2, 10, Ἰων. γ΄ ἑνικ. κατώρα Ἡρόδ· 7. 208: πρκμ. καθεώρακα ἢ -εόρακα: μέλλ. [[κατόψομαι]]: πρκμ. κατῶμμαι Πλάτ. Πολιτ. 432Α: ἀόρ. α΄ κατώφθην ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβῳ 46Β· - περὶ τοῦ ἐνεργ. ἀορ. ἴδε [[κατεῖδον]]. Ὁρῶ πρὸς τὰ [[κάτω]], ἐξ Ἴδης καθορῶν Ἰλ. Ζ. 21, Λ. 337· ἐπί τινος Ἡρόδ. 7. 44· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ἐπὶ Θρῃκῶν καθορώμενος αἶαν Ἰλ. Ν. 4. ΙΙ. μεταβ., ὅσους ἢ ὁπόσους [[ἠέλιος]] καθορᾷ· Σόλων 14, Θέογν. 168, 850, πρβλ. 616, Ξεν. Κυρ. 3. 2, 10· [[ὑψόθεν]] τὸν τῶν [[κάτω]] βίον Πλάτ. Σοφιστ. 216C, κτλ.: - οὕτω παρ’ Ὁμ. τὸ [[μέσον]], Τροίην κατὰ πᾶσαν ὁρᾶται Ἰλ. Ω. 291. 2) [[βλέπω]] τι εὐκρινῶς, κατώρα πᾶν μὲν οὐ τὸ [[στρατόπεδον]] Ἡρόδ. 7. 208., 9. 59, Ἀριστοφ. Νεφ. 326, Πλάτ., κλ.: - Θουκ. 3. 20, 112, Πλάτ., κλ. 3) [[βλέπω]], παρατηρῶ, εὖ καθορᾷς Πινδ. Π. 9, 86, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 1059· καθορᾶν τι ἔν τινι Πλάτ. Νόμ. 905Β, πρβλ. Γοργ. 457C· ἵν’ ἃ πανουργεῖς μὴ καθορᾷ σου, ἵνα μὴ παρτηρῇ τὰ πανοῦργα τεχνάσματά σου) ἃ πανουργεῖς = τὰ πανουργήματα), Ἀριστοφ. Ἱππ. 803· [[ὡσαύτως]], κατορᾷ δὲ τὰς τρίχας τῆς οὐρῆς εἰ κατά φύσιν ἔχει πεφυκυίας, παρατηρεῖ δὲ κτλ., Ἡρόδ. 2. 38. 4) ἐρευνῶ, [[ἐξετάζω]], τὰ ἄλλα Ἡρόδ. 3. 17, πρβλ. 123. 5) θεωρῶ μετὰ σεβασμοῦ, [[σέβομαι]], τὸ τοῦ Θεοῦ [[κράτος]] Ἑβδ. (Γ΄ Μακκ. Γ΄, 11).
}}
}}
{{bailly
{{bailly