Anonymous

διελαύνω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''διελαύνω''': μέλλ. διελάσω, Ἀττ. διελῶ· ἀόρ. α΄ διήλᾰσα. Ὁδηγῶ ἢ [[σύρω]] διὰ μέσου ἢ [[ἀπέναντι]], τάφροιο [[διήλασε]] μώνυχας ἵππους Ἰλ. Κ. 504, πρβλ. Μ. 120, Εὐρ. Ἱκέτ. 676. 2) διαπερῶ, λαπάρης δὲ [[διήλασε]] χάλκεον [[ἔγχος]] Ἰλ. ΙΙ. 318, πρβλ. Ν. 161· παρὰ τὴν ἄκανθαν [[ξύλον]] … δ., ἐπὶ ἀνασκολοπισμοῦ, Ἡρόδ. 4. 72. 3) δ. τινὰ λόγχῃ, διατρυπῶ τινα διὰ λόγχης, Πλούτ. Μαρκ. 29, πρβλ. Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 14. 3. ΙΙ. ἀμεταβ. (ἐξυπακ. ἵππον) [[διέρχομαι]] [[ἔφιππος]], Ξεν. Ἀν. 1. 5, 12, κτλ.· ὁρμῶ διὰ μέσου, [[αὐτόθι]] 1. 10, 7., 2. 3, 19, πρβλ. ὁ αὐτ. Ἱππαρχ. 3, 6 καὶ 11· - [[μετὰ]] συστοίχ. αἰτιατ., δ. ὁδὸν ὁ αὐτ. Κύρ. 4. 4, 4. 2) περὶ τοῦ ἥδε σ’ [[ἡμέρα]] διήλασεν Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 788, ἴδε Elmsl. ἐν τόπῳ. 3) τῆς ὀρσοθύρης διηλσάμην (συγκεκομμ. ἀντὶ -ηλασάμην, ἴδε ἤλσατο), Σιμων. Ἰαμβ. 15. 4) [[προβαίνω]], προχωρῶ, εἰς ὅσον διελήλακεν ἀσελγείας Κλήμ. Ἀλ. 28.
|lstext='''διελαύνω''': μέλλ. διελάσω, Ἀττ. διελῶ· ἀόρ. α΄ διήλᾰσα. Ὁδηγῶ ἢ [[σύρω]] διὰ μέσου ἢ [[ἀπέναντι]], τάφροιο [[διήλασε]] μώνυχας ἵππους Ἰλ. Κ. 504, πρβλ. Μ. 120, Εὐρ. Ἱκέτ. 676. 2) διαπερῶ, λαπάρης δὲ [[διήλασε]] χάλκεον [[ἔγχος]] Ἰλ. ΙΙ. 318, πρβλ. Ν. 161· παρὰ τὴν ἄκανθαν [[ξύλον]] … δ., ἐπὶ ἀνασκολοπισμοῦ, Ἡρόδ. 4. 72. 3) δ. τινὰ λόγχῃ, διατρυπῶ τινα διὰ λόγχης, Πλούτ. Μαρκ. 29, πρβλ. Λουκ. Νεκρ. Διαλ. 14. 3. ΙΙ. ἀμεταβ. (ἐξυπακ. ἵππον) [[διέρχομαι]] [[ἔφιππος]], Ξεν. Ἀν. 1. 5, 12, κτλ.· ὁρμῶ διὰ μέσου, [[αὐτόθι]] 1. 10, 7., 2. 3, 19, πρβλ. ὁ αὐτ. Ἱππαρχ. 3, 6 καὶ 11· - μετὰ συστοίχ. αἰτιατ., δ. ὁδὸν ὁ αὐτ. Κύρ. 4. 4, 4. 2) περὶ τοῦ ἥδε σ’ [[ἡμέρα]] διήλασεν Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 788, ἴδε Elmsl. ἐν τόπῳ. 3) τῆς ὀρσοθύρης διηλσάμην (συγκεκομμ. ἀντὶ -ηλασάμην, ἴδε ἤλσατο), Σιμων. Ἰαμβ. 15. 4) [[προβαίνω]], προχωρῶ, εἰς ὅσον διελήλακεν ἀσελγείας Κλήμ. Ἀλ. 28.
}}
}}
{{bailly
{{bailly