Anonymous

κατάστασις: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''κατάστᾰσις''': -εως, ἡ, Ι) μεταβ., τὸ καθιστάναι, διορίζειν, [[ἵδρυσις]], [[ὁρισμός]], χορῶν Αἰσχύλ. Ἀγ. 23, πρβλ. Ἀριστοφ. Θεσμ. 958· πραγμάτων [[ἀρχή]] καὶ κ. πρώτη Δημ. 291. 9· ἀλλὰ καὶ [[μετὰ]] γεν. τοῦ ἐνεργοῦντος, δαιμόνων κ., [[ἀπόφασις]], ὁρισμὸς αὐτῶν, ἡ [[θεία]] [[τύχη]], Εὐριπ. Φοίν. 1266. 2) ἡ [[μετὰ]] τὸν διορισμὸν ἐγκαθίδρυσις, τοποθέτησις ἢ ἐγκατάστασις τῶν ἀρχῶν, ἀρχόντων, δικαστῶν κλ.· ἡ ἐκλογὴ καὶ ἡ κ. τῶν ἀρχόντων τε καὶ φυλάκων Πλάτ. Πολ. 414Α, 425Β, κτλ.· αἱ περὶ τὰς ἀρχὰς κ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 768D· ἀρχόντων κατ. Ἀριστ. Πολιτικ. 47. 4, 15· ἀρχῶν καταστάσεις, [[ὅπερ]] καὶ καθιστάναι τὰς ἀρχὰς λέγει ὁ αὐτ.· καὶ ἀπολύτ., [[μετὰ]] τὴν κατάστασιν θύσας τοῖς θεοῖς Πολύβ. 3. 88, 7· ἡ ἐκλογὴ καὶ [[κατάταξις]] τῶν πολιτῶν εἰς τὸ ἱππικόν, οἱ δὲ κατασταθέντες ἱππεῖς ἐλάμβανον ἐπὶ τῇ καταστάσει ἀργύριόν τι ἐκ τοῦ δημοσίου, [[ὅπερ]] [[ἐπίσης]] [[κατάστασις]] ἐλέγετο,- οὐκ ἐσωφρόνησας, ὦ πρεσβῦτα, τὴν κατάστασιν τήνδε λαμβάνων [[ἄφνω]] πρὶν καὶ μαθεῖν τὴν ἱππικὴν Εὔπολις ἐν «Φιλ.» 4, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Συρφ.» 5, πρβλ. Böckh P. E. 1. 334· ἀπεδίδετο δὲ τὸ [[ἀργύριον]] τοῦτο ὑπὸ τῶν ἱππευσάντων ὅτε αὐτῶν ἕτεροι καθίσταντο, ἀπῄτουν δὲ οἱ φύλαρχοι, Λυσ. 146, 10· [[κατάστασις]] [[προσέτι]] ἐλέγετο καὶ ἡ ὑπὸ τῆς βουλῆς [[δοκιμασία]] τῶν ἱππέων, Β. Ἀνέκδ. 270, 33. 3) ἡ εἰσαγωγὴ πρέσβεων ἐνώπιον τῆς βουλῆς ἢ τῆς ἐκκλησίας, παρουσίασις ([[σύστασις]]), οἱ δὲ ἐν τῇ πρώτῃ καταστάσι ὑπεκρίναντο, [[ὅπερ]] ὀλίγῳ πρότερον εἶπε καταστάντες ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, πρβλ. Ἀττ. [[πρόσοδος]], Ἡρόδ. 3. 46., 8. 141., 9. 9· 4) [[κατάστασις]] ἐγγυητῶν, τὸ παρέχειν ἐγγυητάς, ἡ παρουσίασις αὐτῶν, Δημ. 727. 5, 14·- ἐξ ἐμφανῶν καταστάσεως ὁ αὐτ. 1251. 3, ἴδε ἐν λέξει [[ἐμφανής]]. 5) καθησύχασις, [[καταπράϋνσις]], εἰς κατ. ἐλθεῖν Ἀριστ. Φυσ. 7. 3, 24· τῇ καταστάσει τοῦ προσώπου καὶ τῷ σχολαίῳ τοῦ βαδίσματος γενναῖον ἐνιδών, ἡ [[πραότης]] καὶ ἡ [[ἀταραξία]], προσώπου καττ. καθαρὰ καὶ [[ἀνέμφατος]] Πλουτ. Ἠθ. 45C· ἔστω δὴ [[πράϋνσις]] κ. καὶ [[ἠρέμησις]] ὀργῆς Ἀριστ. Ρητορ. 2. 3, 8· πρᾳότης κατάστ. κινήσεως τῆς ὑπ’ ὀργῆς Πλάτ. Ὅροι 412C· πρβλ. [[καταστατικός]]·― [[ἐντεῦθεν]] ἐπὶ νόσου, ἀντίθετ. τῷ [[παροξυσμός]], Ἱππ. Ἀφ. 1243. 6) [[ἀποκατάστασις]], [[ἐπανόρθωσις]], ἀντίθετ. τῷ διαφθορά, Πλάτ. Φίληβ. 46C· εἴς γε δὴ τὴν αὐτῶν φύσιν [[ὅταν]] καθιστῆναι, ταύτην αὖ τὴν κατ. ἡδονὴν ἀπεδεξάμεθα [[αὐτόθι]] 42D· οὕτω παρ’ Ἀριστ. ἡ ἡδονὴ ὁρίζεται ὡς [[κατάστασις]] εἰς τὴν ὑπάρχουσαν φύσιν Ρήτ. 1. 11, 1· ἀντίθ. τῇ μανίᾳ, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 404. 7) ἐν τῇ ῥητορικῇ, ὁ καθορισμὸς τῆς ὑποθέσεως, τὸ πρῶτον [[μέρος]] τῆς διηγήσεως, τὸ [[μετὰ]] τὸ [[προοίμιον]], ἐν ᾧ ὁ λέγων καθίστησι τοὺς δικαστὰς πῶς δεῖ ἀκούειν αὐτοὺς τῶν πραγμάτων, Λατ. constitutio causae, Ernesti Λεξ. Ρητορ. ΙΙ. ἀμεταβ., τὸ ἵστασθαι στερεῶς, [[σταθερότης]], [[διατήρησις]], κ. γένοιτ’ ἂν οὐδενὸς νόμου Σοφ. Αἴ. 1247. 2) [[κατάστασις]], [[τρόπος]] ὑπάρξεως, οὕτω δὴ ἀνθρώπου κ., τοιαύτη [[εἶναι]] ἡ [[κατάστασις]] τοῦ..., Ἡρόδ. 2. 173· ἐν ἀνθρώπου φύσι καὶ καταστάσι ὁ αὐτ. 8. 83· ἡ κ. τῶν ὡρέων, τοῦ καιροῦ, τῶν ὡρῶν τοῦ ἔτους, Ἱππ. Ἐπιδημ. 1. 941, πρβλ. 1247F, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 8. 8, 7· κ. τοῦ χρώματος καὶ σώματος Ἱππ. 85F· κ. τοῦ πυρετοῦ, κτλ., [[κατάστασις]] ἢ [[χαρακτήρ]], ὁ αὐτ. 936G, κ. ἀλλ. πρβλ. Foës Oecon.· κ. κακῶν Εὐρ. Ἱππ. 1296· ὀμμάτων ὁ αὐτ. ἐν Μηδ. 1197· ἐν καταστάσει νυκτός, ἐν καιρῷ νυκτός, [[ἁπλῶς]] περιφρ., ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 111, [[οὕτως]], ἐν τοιαύτῃ κ. τῆς ἡλικίας, ἐν τοιαύτῃ ἡλικίᾳ, Ὑπερείδ. παρὰ Στοβ. 441. 15· τὰς ψυχὰς ἐπὶ τὴν ἀρχαίαν κ. ἄγειν Πλάτ. Πολ. 547Β· αὕτη ἡ κατ. τῆς δημοκρατίας, [[οὗτος]] [[εἶναι]] ὁ χαρακτὴρ τῆς δημοκρατίας, [[αὐτόθι]] 557Α, πρβλ. Νόμ. 832D· οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει κ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 18, 4· ἰσοδύναμον τῷ [[διάθεσις]], ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 1. 11, 2· θαυμαστή τις εὐδίας κ. Λουκ. Ἁλκ. 4. 3) ἰδίως ὡρισμένη [[τάξις]] ἢ [[μέθοδος]], [[σύστημα]], ἐχρᾶτο καταστάσι πρηγμάτων τοιῇδε Ἡρόδ. 2. 173, ἐν ἀρχ.· Κορινθίοισι ἦν πόλιος κ. τοιήδε ὁ αὐτ. 5. 92, 2· ἡ κ. τῆς πόλεως Πλάτ. Πολ. 426C· λέγεις δὲ... τὴν ποίαν κατ. ὁλιγαρχίαν [[αὐτόθι]] 550C· ἡ παροῦσα κ. Ἰσοκρ. 38Β, κτλ.· τῆς περὶ τοὺς ἀγῶνας κ. Συλλ. Ἐπιγρ. 2741· ἴδε [[κατάστασις]] Ι. 2.
|lstext='''κατάστᾰσις''': -εως, ἡ, Ι) μεταβ., τὸ καθιστάναι, διορίζειν, [[ἵδρυσις]], [[ὁρισμός]], χορῶν Αἰσχύλ. Ἀγ. 23, πρβλ. Ἀριστοφ. Θεσμ. 958· πραγμάτων [[ἀρχή]] καὶ κ. πρώτη Δημ. 291. 9· ἀλλὰ καὶ μετὰ γεν. τοῦ ἐνεργοῦντος, δαιμόνων κ., [[ἀπόφασις]], ὁρισμὸς αὐτῶν, ἡ [[θεία]] [[τύχη]], Εὐριπ. Φοίν. 1266. 2) ἡ μετὰ τὸν διορισμὸν ἐγκαθίδρυσις, τοποθέτησις ἢ ἐγκατάστασις τῶν ἀρχῶν, ἀρχόντων, δικαστῶν κλ.· ἡ ἐκλογὴ καὶ ἡ κ. τῶν ἀρχόντων τε καὶ φυλάκων Πλάτ. Πολ. 414Α, 425Β, κτλ.· αἱ περὶ τὰς ἀρχὰς κ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 768D· ἀρχόντων κατ. Ἀριστ. Πολιτικ. 47. 4, 15· ἀρχῶν καταστάσεις, [[ὅπερ]] καὶ καθιστάναι τὰς ἀρχὰς λέγει ὁ αὐτ.· καὶ ἀπολύτ., μετὰ τὴν κατάστασιν θύσας τοῖς θεοῖς Πολύβ. 3. 88, 7· ἡ ἐκλογὴ καὶ [[κατάταξις]] τῶν πολιτῶν εἰς τὸ ἱππικόν, οἱ δὲ κατασταθέντες ἱππεῖς ἐλάμβανον ἐπὶ τῇ καταστάσει ἀργύριόν τι ἐκ τοῦ δημοσίου, [[ὅπερ]] [[ἐπίσης]] [[κατάστασις]] ἐλέγετο,- οὐκ ἐσωφρόνησας, ὦ πρεσβῦτα, τὴν κατάστασιν τήνδε λαμβάνων [[ἄφνω]] πρὶν καὶ μαθεῖν τὴν ἱππικὴν Εὔπολις ἐν «Φιλ.» 4, Πλάτ. Κωμ. ἐν «Συρφ.» 5, πρβλ. Böckh P. E. 1. 334· ἀπεδίδετο δὲ τὸ [[ἀργύριον]] τοῦτο ὑπὸ τῶν ἱππευσάντων ὅτε αὐτῶν ἕτεροι καθίσταντο, ἀπῄτουν δὲ οἱ φύλαρχοι, Λυσ. 146, 10· [[κατάστασις]] [[προσέτι]] ἐλέγετο καὶ ἡ ὑπὸ τῆς βουλῆς [[δοκιμασία]] τῶν ἱππέων, Β. Ἀνέκδ. 270, 33. 3) ἡ εἰσαγωγὴ πρέσβεων ἐνώπιον τῆς βουλῆς ἢ τῆς ἐκκλησίας, παρουσίασις ([[σύστασις]]), οἱ δὲ ἐν τῇ πρώτῃ καταστάσι ὑπεκρίναντο, [[ὅπερ]] ὀλίγῳ πρότερον εἶπε καταστάντες ἐπὶ τοὺς ἄρχοντας, πρβλ. Ἀττ. [[πρόσοδος]], Ἡρόδ. 3. 46., 8. 141., 9. 9· 4) [[κατάστασις]] ἐγγυητῶν, τὸ παρέχειν ἐγγυητάς, ἡ παρουσίασις αὐτῶν, Δημ. 727. 5, 14·- ἐξ ἐμφανῶν καταστάσεως ὁ αὐτ. 1251. 3, ἴδε ἐν λέξει [[ἐμφανής]]. 5) καθησύχασις, [[καταπράϋνσις]], εἰς κατ. ἐλθεῖν Ἀριστ. Φυσ. 7. 3, 24· τῇ καταστάσει τοῦ προσώπου καὶ τῷ σχολαίῳ τοῦ βαδίσματος γενναῖον ἐνιδών, ἡ [[πραότης]] καὶ ἡ [[ἀταραξία]], προσώπου καττ. καθαρὰ καὶ [[ἀνέμφατος]] Πλουτ. Ἠθ. 45C· ἔστω δὴ [[πράϋνσις]] κ. καὶ [[ἠρέμησις]] ὀργῆς Ἀριστ. Ρητορ. 2. 3, 8· πρᾳότης κατάστ. κινήσεως τῆς ὑπ’ ὀργῆς Πλάτ. Ὅροι 412C· πρβλ. [[καταστατικός]]·― [[ἐντεῦθεν]] ἐπὶ νόσου, ἀντίθετ. τῷ [[παροξυσμός]], Ἱππ. Ἀφ. 1243. 6) [[ἀποκατάστασις]], [[ἐπανόρθωσις]], ἀντίθετ. τῷ διαφθορά, Πλάτ. Φίληβ. 46C· εἴς γε δὴ τὴν αὐτῶν φύσιν [[ὅταν]] καθιστῆναι, ταύτην αὖ τὴν κατ. ἡδονὴν ἀπεδεξάμεθα [[αὐτόθι]] 42D· οὕτω παρ’ Ἀριστ. ἡ ἡδονὴ ὁρίζεται ὡς [[κατάστασις]] εἰς τὴν ὑπάρχουσαν φύσιν Ρήτ. 1. 11, 1· ἀντίθ. τῇ μανίᾳ, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 7. 404. 7) ἐν τῇ ῥητορικῇ, ὁ καθορισμὸς τῆς ὑποθέσεως, τὸ πρῶτον [[μέρος]] τῆς διηγήσεως, τὸ μετὰ τὸ [[προοίμιον]], ἐν ᾧ ὁ λέγων καθίστησι τοὺς δικαστὰς πῶς δεῖ ἀκούειν αὐτοὺς τῶν πραγμάτων, Λατ. constitutio causae, Ernesti Λεξ. Ρητορ. ΙΙ. ἀμεταβ., τὸ ἵστασθαι στερεῶς, [[σταθερότης]], [[διατήρησις]], κ. γένοιτ’ ἂν οὐδενὸς νόμου Σοφ. Αἴ. 1247. 2) [[κατάστασις]], [[τρόπος]] ὑπάρξεως, οὕτω δὴ ἀνθρώπου κ., τοιαύτη [[εἶναι]] ἡ [[κατάστασις]] τοῦ..., Ἡρόδ. 2. 173· ἐν ἀνθρώπου φύσι καὶ καταστάσι ὁ αὐτ. 8. 83· ἡ κ. τῶν ὡρέων, τοῦ καιροῦ, τῶν ὡρῶν τοῦ ἔτους, Ἱππ. Ἐπιδημ. 1. 941, πρβλ. 1247F, Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 8. 8, 7· κ. τοῦ χρώματος καὶ σώματος Ἱππ. 85F· κ. τοῦ πυρετοῦ, κτλ., [[κατάστασις]] ἢ [[χαρακτήρ]], ὁ αὐτ. 936G, κ. ἀλλ. πρβλ. Foës Oecon.· κ. κακῶν Εὐρ. Ἱππ. 1296· ὀμμάτων ὁ αὐτ. ἐν Μηδ. 1197· ἐν καταστάσει νυκτός, ἐν καιρῷ νυκτός, [[ἁπλῶς]] περιφρ., ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 111, [[οὕτως]], ἐν τοιαύτῃ κ. τῆς ἡλικίας, ἐν τοιαύτῃ ἡλικίᾳ, Ὑπερείδ. παρὰ Στοβ. 441. 15· τὰς ψυχὰς ἐπὶ τὴν ἀρχαίαν κ. ἄγειν Πλάτ. Πολ. 547Β· αὕτη ἡ κατ. τῆς δημοκρατίας, [[οὗτος]] [[εἶναι]] ὁ χαρακτὴρ τῆς δημοκρατίας, [[αὐτόθι]] 557Α, πρβλ. Νόμ. 832D· οὐ τὴν αὐτὴν ἔχει κ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 18, 4· ἰσοδύναμον τῷ [[διάθεσις]], ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 1. 11, 2· θαυμαστή τις εὐδίας κ. Λουκ. Ἁλκ. 4. 3) ἰδίως ὡρισμένη [[τάξις]] ἢ [[μέθοδος]], [[σύστημα]], ἐχρᾶτο καταστάσι πρηγμάτων τοιῇδε Ἡρόδ. 2. 173, ἐν ἀρχ.· Κορινθίοισι ἦν πόλιος κ. τοιήδε ὁ αὐτ. 5. 92, 2· ἡ κ. τῆς πόλεως Πλάτ. Πολ. 426C· λέγεις δὲ... τὴν ποίαν κατ. ὁλιγαρχίαν [[αὐτόθι]] 550C· ἡ παροῦσα κ. Ἰσοκρ. 38Β, κτλ.· τῆς περὶ τοὺς ἀγῶνας κ. Συλλ. Ἐπιγρ. 2741· ἴδε [[κατάστασις]] Ι. 2.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''κατάστᾰσις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1)</b> установление, учреждение, устроение (χορῶν Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> назначение или избрание (τῶν ἀρχόντων τε καὶ φυλάκων, δικαστῶν Plat.; τῶν βασιλέων Plut.): αἱ περὶ τὰς ἄλλας ἀρχὰς καταστάσεις Plat. назначения на другие руководящие посты; [[μετὰ]] τὴν κατάστασιν Polyb. после вступления в должность;<br /><b class="num">3)</b> постановление, решение (δαιμόνων Eur.);<br /><b class="num">4)</b> прием послов, аудиенция: τῇ προτεραίῃ τῆς ὑστάτης καταστάσιος Her. накануне последней аудиенции;<br /><b class="num">5)</b> юр. представление (суду) (ἐγγυητῶν Dem.); предъявление (ἐμφανῶν Dem.);<br /><b class="num">6)</b> успокаивание, останавливание (τῆς ὀργῆς Plat., Arst.);<br /><b class="num">7)</b> спокойствие, покой (εἰς κατάστασιν [[ἐλθεῖν]], [[μετὰ]] συννοίας καὶ καταστάσεως Arst.);<br /><b class="num">8)</b> восстановление: ἐν τῇ καταστάσει ἢ τῇ διαφθορᾷ Plat. в процессе восстановления или распада; κ. εἰς τὴν ὑπάρχουσαν φύσιν Arst. восстановление естественного состояния;<br /><b class="num">9)</b> нормальное душевное состояние; ἐν καταστάσει Sext. (находясь) в здравом уме;<br /><b class="num">10)</b> постоянство, устойчивость, твердость (νόμου Soph.);<br /><b class="num">11)</b> положение, состояние, свойство (φύσεως Arst.; ἀνθρώπου [[φύσις]] καὶ κ. Her.): ἡ ὑπάρχουσα περὶ Μακεδόνας κ. Polyb. положение македонян; θαυμαστή τις εὐδίας κ. Luc. замечательно ясная погода; νυκτὸς ἐν καταστάσει Eur. ночною порой; οὐκ ὀμμάτων [[δῆλος]] ἦν κ. Eur. (ее) глаз нельзя было узнать;<br /><b class="num">12)</b> степень, характер (κακῶν Eur.);<br /><b class="num">13)</b> устройство, организация (τῆς δημοκρατίας, πολιτείας Plat.);<br /><b class="num">14)</b> (в афинской коннице) отпущенные на экипировку воина деньги, амуниционная сумма: οἱ ἔχοντες τὰς καταστάσεις Lys. (афинские граждане), получившие амуниционные суммы.
|elrutext='''κατάστᾰσις:''' εως ἡ<br /><b class="num">1)</b> установление, учреждение, устроение (χορῶν Aesch.);<br /><b class="num">2)</b> назначение или избрание (τῶν ἀρχόντων τε καὶ φυλάκων, δικαστῶν Plat.; τῶν βασιλέων Plut.): αἱ περὶ τὰς ἄλλας ἀρχὰς καταστάσεις Plat. назначения на другие руководящие посты; μετὰ τὴν κατάστασιν Polyb. после вступления в должность;<br /><b class="num">3)</b> постановление, решение (δαιμόνων Eur.);<br /><b class="num">4)</b> прием послов, аудиенция: τῇ προτεραίῃ τῆς ὑστάτης καταστάσιος Her. накануне последней аудиенции;<br /><b class="num">5)</b> юр. представление (суду) (ἐγγυητῶν Dem.); предъявление (ἐμφανῶν Dem.);<br /><b class="num">6)</b> успокаивание, останавливание (τῆς ὀργῆς Plat., Arst.);<br /><b class="num">7)</b> спокойствие, покой (εἰς κατάστασιν [[ἐλθεῖν]], μετὰ συννοίας καὶ καταστάσεως Arst.);<br /><b class="num">8)</b> восстановление: ἐν τῇ καταστάσει ἢ τῇ διαφθορᾷ Plat. в процессе восстановления или распада; κ. εἰς τὴν ὑπάρχουσαν φύσιν Arst. восстановление естественного состояния;<br /><b class="num">9)</b> нормальное душевное состояние; ἐν καταστάσει Sext. (находясь) в здравом уме;<br /><b class="num">10)</b> постоянство, устойчивость, твердость (νόμου Soph.);<br /><b class="num">11)</b> положение, состояние, свойство (φύσεως Arst.; ἀνθρώπου [[φύσις]] καὶ κ. Her.): ἡ ὑπάρχουσα περὶ Μακεδόνας κ. Polyb. положение македонян; θαυμαστή τις εὐδίας κ. Luc. замечательно ясная погода; νυκτὸς ἐν καταστάσει Eur. ночною порой; οὐκ ὀμμάτων [[δῆλος]] ἦν κ. Eur. (ее) глаз нельзя было узнать;<br /><b class="num">12)</b> степень, характер (κακῶν Eur.);<br /><b class="num">13)</b> устройство, организация (τῆς δημοκρατίας, πολιτείας Plat.);<br /><b class="num">14)</b> (в афинской коннице) отпущенные на экипировку воина деньги, амуниционная сумма: οἱ ἔχοντες τὰς καταστάσεις Lys. (афинские граждане), получившие амуниционные суммы.
}}
}}
{{elnl
{{elnl