Anonymous

μάχομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "τοῑς" to "τοῖς")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μάχομαι''': [ᾰ], Ἰων. μαχέομαι, ἀποθ.· ὁ Ἰων. ἐνεστ. ἀπαντᾷ ἐν τῇ εὐκτικῇ: [[μαχέοιτο]] Ἰλ. Α. 272· μαχέοιντο [[αὐτόθι]] 344 (ἀλλ’ [[ἐπειδὴ]] τοῦτο [[εἶναι]] τὸ μόνον [[παράδειγμα]] παρ’ Ὁμήρῳ τῆς καταλήξεως -οιντο ἀντὶ -οίατο, ὁ Πόρσ. ἀνέγνω μαχέωνται, ὁ Thiersch. μαχέονται)· μετοχ. μαχεόμενος Ἡρόδ. 7. 104., 9. 75 (ἀλλὰ μαχόμενος ἀλλαχοῦ)· Ἐπικ. [[μαχειόμενος]] Ὀδ. Ρ. 471, [[μαχεούμενος]] Λ. 403., Ω. 113· - Ἰων. παρατ. μαχέσκετο, Ἰλ. Η. 140: - μέλλ. μαχέσομαι Ἡρόδ. 4. 125, 127, 7. 209, κτλ., καὶ παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, ὡς Διον. Ἁλ. 3. 58., 9. 13 Ἀττ. μαχοῦμαι Σοφ. Ο. Κ. 837, Ἀριστοφ. Πλοῦτ. 1076· μαχεῖται ἔτι καὶ ἐν Ἰλ. Υ. 26, ἀλλὰ μαχέονται Β. 366· Ἐπ. μαχήσομαι (οὐχὶ -έσσομαι) Ἰλ. Α. 298· Δωρ. μαχησεῦμαι Θεόκρ. 22. 74 (ὡς ἀναγινώσκει νῦν ὁ Meineke)· ἀόρ. ἐμαχεσάμην Ἡρόδ. 1. 18, 95, κ. ἀλλ., καὶ Ἀττ.· οὕτω μαχέσαιτο Ἰλ. Ζ. 329· μαχέσασθαι Ν. 178· Ἐπικ. [[ὡσαύτως]] μαχήσασθαι, παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις: - Ἀττ. πρκμ. μεμάχημαι Θουκ. 7. 43, Λυσ. 112. 3, Ἰσοκρ. 127Β· - μεταγεν. ἀόρ. ἐμαχέσθην Παυσ. 5. 4, 9, Πλούτ. 2. 970F μέλλ. μαχεσθήσομαι μόνον ἐν Σχολ. εἰς Αἰσχύλ. Θήβ. 672· ἴδε Λοβ. εἰς Φρύν. 732. - Ρηματ. ἐπίθ. [[μαχετέον]], ἴδε τὴν λέξ. (Ἐκ τῆς √ΜΑΧ παράγονται [[ὡσαύτως]] αἱ λέξ. μάχη, μάχιμος, [[μετὰ]] τοῦ μάχαιρα· πρβλ. Λατ. mac-ellum, mac-to· Γοτθ. mek-i καὶ Σλαυ. mec-i ([[μάχαιρα]]).) Ὡς καὶ νῦν, [[συνάπτω]] μάχην, πολεμῶ, Ὅμ., κλ.· μάχην μ. Ξεν. Ἀγησ. 5, 5, κτλ.· ὑσμῖνι μ. Ἰλ. Β. 863· πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι Β. 452, κτλ.· - παρ’ Ὁμ. τὸ πλεῖστον ἐπὶ στρατῶν, ἀλλὰ [[ἐνίοτε]] καὶ ἐπὶ μονομαχίας, Γ. 91, 435., Τ. 153· [[ὡσαύτως]] ἐπὶ μάχης μεταξὺ ἀνδρῶν καὶ θηρίων, Ο. 633· μεταξὺ τῶν θηρίων, Π. 824, Ὀδ. Υ. 15. - Συντάσσεται, [[μετὰ]] δοτ. προσ., [[μάχομαι]] [[πρός]] τινα, [[ἐναντίον]] τινός, Ὅμ., Ἡρόδ., κλ.· μ. [[ἀντία]] καὶ [[ἐναντίον]] τινὸς Ἰλ. Υ. 88, 97· ἐπί τινι Ε. 124, κτλ.· [[πρός]] τινα Ρ. 98, κτλ.· (παρὰ τοῖς πεζογράφοις τῶν Ἀττικῶν, τὸ πλεῖστον μ. τινὶ ἢ [[πρός]] τινα)· [[ἀλλά]], μ. σύν τινι, τῇ βοηθείᾳ ἢ ἐπιδοκιμασίᾳ καὶ ὑπὸ τὴν προστασίαν θεοῦ τινος, Ὀδ. Ν. 390, Ξεν. Ἀν. 6. 1, 13· [[μετὰ]] πρώτοισι μ., ὡς: ἐν πρώτοισι, μεταξὺ τῶν πρώτων, Ἰλ. Ε. 575· οὕτω, [[μετὰ]] Βοιωτῶν μάχ., ἐν ταῖς τάξεσιν αὐτῶν, Ν. 760· [[πρός]] τινας μετά τινων Ἰσοκράτ. 218D, Ξεν., κτλ.· ([[ἀλλά]], μ. μετ’ [[ἀλλήλων]], ἀμοιβαίως, πρὸς ἀλλήλους, Πλάτ. Συμπ. 179Α)· κατὰ σφέας γὰρ μαχέονται, καθ’ ἑαυτούς, μόνοι των, Ἰλ. Β. 366· ([[ἀλλά]], καθ’ ἕνα μ., εἷς πρὸς ἕνα, ἐν μονομαχίᾳ, Ἡρόδ. 7. 104)· μ. πρό τινος, ὡς τὸ [[πρόσθε]], ἔμπροσθέν τινος, ἀλλὰ [[συχνάκις]] μεταφορ., ὑπέρ τινος, πρὸς ὑπεράσπισιν [[αὐτοῦ]], Ἰλ. Δ. 156., Θ. 57, Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 33, κτλ., πρβλ. [[πρόμαχος]], [[προμάχομαι]]· οὕτω, μ. ὑπέρ τινος Εὐρ. Φοίν. 1002, κτλ.· - τὸ περὶ οὗ μάχεταί τις παρ’ Ἀττ. ἐκφέρεται διὰ τῆς περὶ [[μετὰ]] γεν., [[περί]] τινος, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 740· περὶ σιαγόνος Βοείας μαχόμενος Κρατῖνος ἐν «Πλούτοις» 4, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 95. [[ἀλλά]], [[περί]] τινι Ἰλ. Π. 565, Ὀδ. Β. 245· [[ἀμφί]] τινι Ἰλ. Γ. 70, 90· εἵνεκά τινος Β. 377· - [[συχνάκις]] [[μετὰ]] δοτ. τοῦ ὀργάνου, χερσί, τόξοις, πελέκεσσι μ., Ὅμηρ., κτλ.· - μάχεσθαι ἀπ’ ἵππου, ἀπὸ τοῦ ἵππου, δηλ. [[ἔφιππος]], Ἡρόδ. 9. 63· - τὸ [[μήπω]] μεμαχημένον, τὸ [[μέρος]] τοῦ στρατεύματος τὸ [[μήπω]] λαβὸν [[μέρος]] εἰς τὴν μάχην, Θουκ. 7. 43. II. [[καθόλου]], [[ἐρίζω]], φιλονικῶ, λογομαχῶ [[πρός]] τινα, τινι Ἰλ. Α. 8, κτλ.· μ. ἐπέεσσι, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ χερσί, Α. 304, κτλ.· σοὶ πάντες μαχόμεσθα, σοῦ [[ἕνεκα]] μαχόμεθα, Ε. 875· [[μέμφομαι]], λοιδορῶ τινα, Ν. 118· - [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἀττικ., ἐπὶ ἐριζόντων φιλοσόφων, Πλάτ. Πολ. 342D, κτλ.· [[τρία]] ὁμολογήματα μαχ. αὐτὰ αὑτοῖς ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 155Β. III. [[ἀγωνίζομαι]] περὶ ὑπερτερήσεως ἐν τοῖς ἀγῶσι, κτλ., πὺξ μάχεσθαι Ἰλ. Ψ. 621· μετρῶ τὰς δυνάμεις μου [[πρός]] τινα, τινι Α. 272· [[παγκράτιον]] μ. Ἀριστοφ. Σφ. 1191, 1195. IV. μεθ’ Ὅμηρ., [[ἀγωνίζομαι]], προσπαθείας [[καταβάλλω]] [[ἐναντίον]] δυνάμεώς τινος, ἀνάγκᾳ δ’ οὐδὲ θεοὶ μ. Σιμων. 8. 20· μ. πρὸς ἡνίας Αἰσχύλ. Πρ. 1010· πρὸς ἐπιθυμίας Πλάτ. Λάχ. 191D· μ. τῷ λιμῷ, τῷ δίψει Ξεν. Κύρ. 3. 1, 5. V. μετ’ ἀπαρ., [[ἀγωνίζομαι]], προσπαθῶ νὰ πράξω τι, Λατ. nitor ut..., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 19, 9.
|lstext='''μάχομαι''': [ᾰ], Ἰων. μαχέομαι, ἀποθ.· ὁ Ἰων. ἐνεστ. ἀπαντᾷ ἐν τῇ εὐκτικῇ: [[μαχέοιτο]] Ἰλ. Α. 272· μαχέοιντο [[αὐτόθι]] 344 (ἀλλ’ [[ἐπειδὴ]] τοῦτο [[εἶναι]] τὸ μόνον [[παράδειγμα]] παρ’ Ὁμήρῳ τῆς καταλήξεως -οιντο ἀντὶ -οίατο, ὁ Πόρσ. ἀνέγνω μαχέωνται, ὁ Thiersch. μαχέονται)· μετοχ. μαχεόμενος Ἡρόδ. 7. 104., 9. 75 (ἀλλὰ μαχόμενος ἀλλαχοῦ)· Ἐπικ. [[μαχειόμενος]] Ὀδ. Ρ. 471, [[μαχεούμενος]] Λ. 403., Ω. 113· - Ἰων. παρατ. μαχέσκετο, Ἰλ. Η. 140: - μέλλ. μαχέσομαι Ἡρόδ. 4. 125, 127, 7. 209, κτλ., καὶ παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις, ὡς Διον. Ἁλ. 3. 58., 9. 13 Ἀττ. μαχοῦμαι Σοφ. Ο. Κ. 837, Ἀριστοφ. Πλοῦτ. 1076· μαχεῖται ἔτι καὶ ἐν Ἰλ. Υ. 26, ἀλλὰ μαχέονται Β. 366· Ἐπ. μαχήσομαι (οὐχὶ -έσσομαι) Ἰλ. Α. 298· Δωρ. μαχησεῦμαι Θεόκρ. 22. 74 (ὡς ἀναγινώσκει νῦν ὁ Meineke)· ἀόρ. ἐμαχεσάμην Ἡρόδ. 1. 18, 95, κ. ἀλλ., καὶ Ἀττ.· οὕτω μαχέσαιτο Ἰλ. Ζ. 329· μαχέσασθαι Ν. 178· Ἐπικ. [[ὡσαύτως]] μαχήσασθαι, παρὰ μεταγεν. πεζογράφοις: - Ἀττ. πρκμ. μεμάχημαι Θουκ. 7. 43, Λυσ. 112. 3, Ἰσοκρ. 127Β· - μεταγεν. ἀόρ. ἐμαχέσθην Παυσ. 5. 4, 9, Πλούτ. 2. 970F μέλλ. μαχεσθήσομαι μόνον ἐν Σχολ. εἰς Αἰσχύλ. Θήβ. 672· ἴδε Λοβ. εἰς Φρύν. 732. - Ρηματ. ἐπίθ. [[μαχετέον]], ἴδε τὴν λέξ. (Ἐκ τῆς √ΜΑΧ παράγονται [[ὡσαύτως]] αἱ λέξ. μάχη, μάχιμος, μετὰ τοῦ μάχαιρα· πρβλ. Λατ. mac-ellum, mac-to· Γοτθ. mek-i καὶ Σλαυ. mec-i ([[μάχαιρα]]).) Ὡς καὶ νῦν, [[συνάπτω]] μάχην, πολεμῶ, Ὅμ., κλ.· μάχην μ. Ξεν. Ἀγησ. 5, 5, κτλ.· ὑσμῖνι μ. Ἰλ. Β. 863· πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι Β. 452, κτλ.· - παρ’ Ὁμ. τὸ πλεῖστον ἐπὶ στρατῶν, ἀλλὰ [[ἐνίοτε]] καὶ ἐπὶ μονομαχίας, Γ. 91, 435., Τ. 153· [[ὡσαύτως]] ἐπὶ μάχης μεταξὺ ἀνδρῶν καὶ θηρίων, Ο. 633· μεταξὺ τῶν θηρίων, Π. 824, Ὀδ. Υ. 15. - Συντάσσεται, μετὰ δοτ. προσ., [[μάχομαι]] [[πρός]] τινα, [[ἐναντίον]] τινός, Ὅμ., Ἡρόδ., κλ.· μ. [[ἀντία]] καὶ [[ἐναντίον]] τινὸς Ἰλ. Υ. 88, 97· ἐπί τινι Ε. 124, κτλ.· [[πρός]] τινα Ρ. 98, κτλ.· (παρὰ τοῖς πεζογράφοις τῶν Ἀττικῶν, τὸ πλεῖστον μ. τινὶ ἢ [[πρός]] τινα)· [[ἀλλά]], μ. σύν τινι, τῇ βοηθείᾳ ἢ ἐπιδοκιμασίᾳ καὶ ὑπὸ τὴν προστασίαν θεοῦ τινος, Ὀδ. Ν. 390, Ξεν. Ἀν. 6. 1, 13· μετὰ πρώτοισι μ., ὡς: ἐν πρώτοισι, μεταξὺ τῶν πρώτων, Ἰλ. Ε. 575· οὕτω, μετὰ Βοιωτῶν μάχ., ἐν ταῖς τάξεσιν αὐτῶν, Ν. 760· [[πρός]] τινας μετά τινων Ἰσοκράτ. 218D, Ξεν., κτλ.· ([[ἀλλά]], μ. μετ’ [[ἀλλήλων]], ἀμοιβαίως, πρὸς ἀλλήλους, Πλάτ. Συμπ. 179Α)· κατὰ σφέας γὰρ μαχέονται, καθ’ ἑαυτούς, μόνοι των, Ἰλ. Β. 366· ([[ἀλλά]], καθ’ ἕνα μ., εἷς πρὸς ἕνα, ἐν μονομαχίᾳ, Ἡρόδ. 7. 104)· μ. πρό τινος, ὡς τὸ [[πρόσθε]], ἔμπροσθέν τινος, ἀλλὰ [[συχνάκις]] μεταφορ., ὑπέρ τινος, πρὸς ὑπεράσπισιν [[αὐτοῦ]], Ἰλ. Δ. 156., Θ. 57, Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 33, κτλ., πρβλ. [[πρόμαχος]], [[προμάχομαι]]· οὕτω, μ. ὑπέρ τινος Εὐρ. Φοίν. 1002, κτλ.· - τὸ περὶ οὗ μάχεταί τις παρ’ Ἀττ. ἐκφέρεται διὰ τῆς περὶ μετὰ γεν., [[περί]] τινος, Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 740· περὶ σιαγόνος Βοείας μαχόμενος Κρατῖνος ἐν «Πλούτοις» 4, πρβλ. Ἡρόδ. 1. 95. [[ἀλλά]], [[περί]] τινι Ἰλ. Π. 565, Ὀδ. Β. 245· [[ἀμφί]] τινι Ἰλ. Γ. 70, 90· εἵνεκά τινος Β. 377· - [[συχνάκις]] μετὰ δοτ. τοῦ ὀργάνου, χερσί, τόξοις, πελέκεσσι μ., Ὅμηρ., κτλ.· - μάχεσθαι ἀπ’ ἵππου, ἀπὸ τοῦ ἵππου, δηλ. [[ἔφιππος]], Ἡρόδ. 9. 63· - τὸ [[μήπω]] μεμαχημένον, τὸ [[μέρος]] τοῦ στρατεύματος τὸ [[μήπω]] λαβὸν [[μέρος]] εἰς τὴν μάχην, Θουκ. 7. 43. II. [[καθόλου]], [[ἐρίζω]], φιλονικῶ, λογομαχῶ [[πρός]] τινα, τινι Ἰλ. Α. 8, κτλ.· μ. ἐπέεσσι, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ χερσί, Α. 304, κτλ.· σοὶ πάντες μαχόμεσθα, σοῦ [[ἕνεκα]] μαχόμεθα, Ε. 875· [[μέμφομαι]], λοιδορῶ τινα, Ν. 118· - [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἀττικ., ἐπὶ ἐριζόντων φιλοσόφων, Πλάτ. Πολ. 342D, κτλ.· [[τρία]] ὁμολογήματα μαχ. αὐτὰ αὑτοῖς ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 155Β. III. [[ἀγωνίζομαι]] περὶ ὑπερτερήσεως ἐν τοῖς ἀγῶσι, κτλ., πὺξ μάχεσθαι Ἰλ. Ψ. 621· μετρῶ τὰς δυνάμεις μου [[πρός]] τινα, τινι Α. 272· [[παγκράτιον]] μ. Ἀριστοφ. Σφ. 1191, 1195. IV. μεθ’ Ὅμηρ., [[ἀγωνίζομαι]], προσπαθείας [[καταβάλλω]] [[ἐναντίον]] δυνάμεώς τινος, ἀνάγκᾳ δ’ οὐδὲ θεοὶ μ. Σιμων. 8. 20· μ. πρὸς ἡνίας Αἰσχύλ. Πρ. 1010· πρὸς ἐπιθυμίας Πλάτ. Λάχ. 191D· μ. τῷ λιμῷ, τῷ δίψει Ξεν. Κύρ. 3. 1, 5. V. μετ’ ἀπαρ., [[ἀγωνίζομαι]], προσπαθῶ νὰ πράξω τι, Λατ. nitor ut..., Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 5. 19, 9.
}}
}}
{{bailly
{{bailly