3,274,159
edits
m (Text replacement - "μᾱλλον" to "μᾶλλον") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μέσος''': Ἐπικ. [[μέσσος]], -η, -ον, ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., [[ὁσάκις]] ἀπαιτεῖ αὐτὸ τὸ [[μέτρον]], [[οὕτως]] [[ἐνίοτε]] καὶ παρ’ Ἀττ. ἔτι καὶ ἐν ἰάμβοις, Σοφ. Ο. Κ. 1247, Ἀντ. 1223, 1236, Τρ. 635, Ἀποσπάσμ. 239. (Ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης παράγονται τὰ μέσσατος, -ιος, μεσηγύ, μεσσηγύς, κτλ.· - [[μέσος]] ἦτο ὁ παλαιότερος [[τύπος]], [[ὅστις]] καὶ ἦτο [[κυρίως]] μέθιος ἢ μέθ-jος, πρβλ. Σανσκρ. madh-yas· Ζενδ. maid-ya· Λατ. med- ius, di-mid-ius, merī-dies (ἀντὶ medī-dies)· Γοτθ. mid-jis· - φαίνεται [[ὡσαύτως]] συγγενεῦον πρὸς τὸ μετά, πρβλ. μέσαυλος = [[μέταυλος]], διὰ μέσου = [[μεταξύ]], ἀλλ’ ἴδε ἐν λέξ. μετά). Μέσος, ὁ ἐν τῷ μέσῳ, Λατ. medius· Ι. [[κυρίως]], 1) ἐπὶ τόπου, Ὅμ., κτ.· [[μέση]] ὁδός, ὁ [[μεσαῖος]] [[δρόμος]], ὁ ἐν τῷ μέσῳ, Θέογν. 220, 331· ὁ μ. (δηλ. [[δάκτυλος]]) Πλάτ. Πολ. 523C· τὸ [[μέσον]] [[στῖφος]], τὸ ἐν τῷ μέσῳ τοῦ στρατεύματος [[πλῆθος]], [[ἔνθα]] ἦν ὁ [[βασιλεύς]], Ξεν. Ἀν. 1. 8, 13· - ἀλλὰ μετ’ οὐσιαστ. τὸ ἐπίθ. [[μέσος]] συνηθέστερον σημαίνει τὸ μεσαῖον [[σημεῖον]], τὸ κεντρικὸν [[μέρος]] πράγματός τινος, [[μέσον]] [[σάκος]], τὸ [[μέσον]] ἢ [[κέντρον]] τῆς ἀσπίδος, Ἰλ. Η. 258, κτλ.· μ. [[ἱστίον]] Α. 481· μ. [[οὐρανός]], τὸ κατακόρυφον [[σημεῖον]], τὸ [[μεσουράνημα]] (ζενίθ)· [[μέσης]] ἀπήνης εὐθὺς ἐκκυλίνδεται, εὐθὺς ἐκυλίσθη ἔξω ἐκ τοῦ μέσου τῆς ἁμάξης, Σοφ. Ο. Τ. 812· ἐν αἰθέρι μέσῳ, ἐν τῷ μέσῳ τοῦ αἰθέρος, ὁ αὐτ. ἐν Ἀντ. 416, κτλ.· - ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ, [[ὁσάκις]] τὸ ἐπίθ. [[μέσος]] προηγεῖται τοῦ ἄρθρου ἢ ἕπεται τῷ οὐσιαστικῷ, συνήθως σημαίνει οὐχὶ τὸ μεσαῖον ἐκ τριῶν ἢ πλειόνων πραγμάτων, ἀλλὰ τὸ μεσαῖον ἢ κεντρικὸν [[μέρος]] [[ἑνός]] τινος πράγματος, [[οἷον]], διὰ [[μέσης]] τῆς πόλεως Ξεν. Ἀν. 1. 2, 23, πρβλ. 1. 7, 14· ἐν μ. τῇ χώρᾳ [[αὐτόθι]] 2. 1, 11· ἐκ μ. τῆς νήσου, κατὰ μ. τὴν νῆσον Πλάτ. Κριτί. 113D. 119C· [[μέσος]] σπανίως ἕπεται | |lstext='''μέσος''': Ἐπικ. [[μέσσος]], -η, -ον, ἐν χρήσει παρ’ Ὁμ. καὶ Ἡσ., [[ὁσάκις]] ἀπαιτεῖ αὐτὸ τὸ [[μέτρον]], [[οὕτως]] [[ἐνίοτε]] καὶ παρ’ Ἀττ. ἔτι καὶ ἐν ἰάμβοις, Σοφ. Ο. Κ. 1247, Ἀντ. 1223, 1236, Τρ. 635, Ἀποσπάσμ. 239. (Ἐκ τῆς αὐτῆς ῥίζης παράγονται τὰ μέσσατος, -ιος, μεσηγύ, μεσσηγύς, κτλ.· - [[μέσος]] ἦτο ὁ παλαιότερος [[τύπος]], [[ὅστις]] καὶ ἦτο [[κυρίως]] μέθιος ἢ μέθ-jος, πρβλ. Σανσκρ. madh-yas· Ζενδ. maid-ya· Λατ. med- ius, di-mid-ius, merī-dies (ἀντὶ medī-dies)· Γοτθ. mid-jis· - φαίνεται [[ὡσαύτως]] συγγενεῦον πρὸς τὸ μετά, πρβλ. μέσαυλος = [[μέταυλος]], διὰ μέσου = [[μεταξύ]], ἀλλ’ ἴδε ἐν λέξ. μετά). Μέσος, ὁ ἐν τῷ μέσῳ, Λατ. medius· Ι. [[κυρίως]], 1) ἐπὶ τόπου, Ὅμ., κτ.· [[μέση]] ὁδός, ὁ [[μεσαῖος]] [[δρόμος]], ὁ ἐν τῷ μέσῳ, Θέογν. 220, 331· ὁ μ. (δηλ. [[δάκτυλος]]) Πλάτ. Πολ. 523C· τὸ [[μέσον]] [[στῖφος]], τὸ ἐν τῷ μέσῳ τοῦ στρατεύματος [[πλῆθος]], [[ἔνθα]] ἦν ὁ [[βασιλεύς]], Ξεν. Ἀν. 1. 8, 13· - ἀλλὰ μετ’ οὐσιαστ. τὸ ἐπίθ. [[μέσος]] συνηθέστερον σημαίνει τὸ μεσαῖον [[σημεῖον]], τὸ κεντρικὸν [[μέρος]] πράγματός τινος, [[μέσον]] [[σάκος]], τὸ [[μέσον]] ἢ [[κέντρον]] τῆς ἀσπίδος, Ἰλ. Η. 258, κτλ.· μ. [[ἱστίον]] Α. 481· μ. [[οὐρανός]], τὸ κατακόρυφον [[σημεῖον]], τὸ [[μεσουράνημα]] (ζενίθ)· [[μέσης]] ἀπήνης εὐθὺς ἐκκυλίνδεται, εὐθὺς ἐκυλίσθη ἔξω ἐκ τοῦ μέσου τῆς ἁμάξης, Σοφ. Ο. Τ. 812· ἐν αἰθέρι μέσῳ, ἐν τῷ μέσῳ τοῦ αἰθέρος, ὁ αὐτ. ἐν Ἀντ. 416, κτλ.· - ἐν τῷ πεζῷ λόγῳ, [[ὁσάκις]] τὸ ἐπίθ. [[μέσος]] προηγεῖται τοῦ ἄρθρου ἢ ἕπεται τῷ οὐσιαστικῷ, συνήθως σημαίνει οὐχὶ τὸ μεσαῖον ἐκ τριῶν ἢ πλειόνων πραγμάτων, ἀλλὰ τὸ μεσαῖον ἢ κεντρικὸν [[μέρος]] [[ἑνός]] τινος πράγματος, [[οἷον]], διὰ [[μέσης]] τῆς πόλεως Ξεν. Ἀν. 1. 2, 23, πρβλ. 1. 7, 14· ἐν μ. τῇ χώρᾳ [[αὐτόθι]] 2. 1, 11· ἐκ μ. τῆς νήσου, κατὰ μ. τὴν νῆσον Πλάτ. Κριτί. 113D. 119C· [[μέσος]] σπανίως ἕπεται μετὰ τὸ οὐσιαστ., ἐν τῇ ἀγορᾷ μέσῃ Δημ. 848. 13. β) μετὰ ῥήματος, ἔχεται [[μέσος]], κρατεῖται ἐκ τοῦ μέσου, ἐκ τῆς ὀσφύος «ἀπὸ τὴν μέσην», παροιμ. ἐκ τῆς παλαίστρας, Ἀριστοφ. Ἱππ. 387, πρβλ. Ἀχ. 571, Νεφ. 1047, Βάτρ. 469· ὁ [[πέπλος]] ἐρράγη [[μέσος]] Φιλιππίδ. ἐν Ἀδήλ. 2. γ) μ. δικαστὴς = [[μεσίτης]], δικαστὴς μεταξὺ δύο, [[διαιτητής]], Θουκ. 4. 83. δ) μετὰ γεν., [[μέσος]] [[μεταξύ]], [[μέσος]] τις [[γέγονα]] χρηματιστὴς τοῦ τε πάππου καὶ τοῦ πατρὸς Πλάτ. Πολ. 330Β· ἑνὸς καὶ πλήθους τὸ ὀλίγον [[μέσον]] ὁ αὐτ. ἐν Πολιτικ. 303Α· - ἀντὶ τούτου ὁ Σοφ. ἔχει: [[μέσος]] ἀπὸ τοῦ κρατῆρος καὶ τοῦ πέτρου Ο. Κ. 1595. 2) ἐπὶ χρόνου, ὁ Ὅμ. μόνον ἐν τῇ φράσει: [[μέσον]] [[ἦμαρ]], μεσημέριον, Ἰλ. Φ. 111, Ὀδ. Η. 288· παρὰ πεζογράφοις [[ὡσαύτως]] μέσαι νύκτες, μεσονύκτιον, Ἡρόδ. 4. 181, κτλ.· θέρευς ἔτι μέσσου ἐόντος Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 500· χειμῶνος μέσου Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 476. 1· - ἀλλ’ [[ἐνίοτε]] οὐδετ. ἑπομένης γεν., [[μέσον]] τῆς ἡμέρας Ἡρόδ. 8. 15, κτλ.· ἴδε Λοβεκ. Φρύν. 53, 465. ΙΙ. μεσαίου μεγέθους, [[μέτριος]] τὸ [[μέγεθος]], μέσοι ὀφθαλμοὶ Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 10, 2· μ. μεγέθει [[αὐτόθι]] 1. 17, 4. 2) [[μέσης]] τάξεως ἢ ποιότητος, [[μέτριος]], παντὶ μέσῳ τὸ [[κράτος]] θεὸς ὤπασεν Αἰσχύλ. Εὐμ. 529· [[μέσος]] [[ἀνήρ]], μετρίας τάξεως ἢ ἀξιώματος, Ἡρόδ. 1. 137· μ. [[πολίτης]] Θουκ. 6. 54· οἱ μ., οἱ μεταξὺ τῶν εὐπόρων καὶ τῶν ἀπόρων, Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 3, 1, πρβλ. 4. 11, 4· οἱ μ. πολῖται [[αὐτόθι]] 15· τὸ μ. [[αὐτόθι]] 10· - ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] οἱ διὰ μέσου, ἡ μετριοπαθὴς ἢ οὐδετέρα [[μερίς]], Θουκ. 8. 75, Ξεν. Ἑλλ. 5. 4, 25· ὁ μ. [[βίος]] Λουκ. περὶ Πένθους 9· - [[ἀόριστος]], [[ἀβέβαιος]], Λουκ. Παράσ. 28. 3) [[μέτριος]], δηλ. μετρίως [[καλός]], Πλάτ. Πρωτ. 346D·Ϗ - οὕτω παρὰ τοῖς Γραμμ., μ. λέξεις, αἱ ἀδιάφοροι τὴν σημασίαν, αἱ ἀδιαφόρως δηλοῦσαι καλὸν ἢ κακόν, [[οἷον]], [[τύχη]], Ἐτυμολ. Μέγ. 626. 39. 4) [[μέσον]] [[ῥῆμα]], τὸ [[μέσης]] διαθέσεως, καὶ μ. χρόνοι, οἱ χρόνοι τοῦ μέσου ῥήματος, Εὐστ. 1846. 30. 5) μ. στοιχεῖα, τὰ ἄφωνα β γ δ. 6) κατὰ τὴν προσῳδίαν ἢ ποσότητα, μ. [[συλλαβή]], συλλαβὴ [[δίχρονος]], [[ἀμφίβολος]], πρβλ. [[μεσήεις]]. ΙΙΙ. [[μέσον]], τό, ὡς οὐσιαστ., τὸ [[μέσον]], τὸ μεταξὺ [[διάστημα]], τὸ πλεῖστον μετὰ προθέσεων, α) ἐν μέσσῳ ἀντὶ μεταιχμίῳ, Ἰλ. Γ. 69, 90· ἢ [[ἄνευ]] τῆς ἐν, ἔμβαλε μέσσῳ Δ. 444· ἔνθορε μέσσῳ Φ. 233· μέσσῳ δ’ ἀμφοτέρων μητίσομαι ἄχθεα λυγρὰ Γ. 416, μέσσῳ δ’ ἀμφοτέρων σκῆπτρα σχέθον Η. 277· τῶνδέ τε ἐν μ. πεσεῖν Εὐρ. ἐν Φοιν. 583· ἐν μ. ἔχειν τι ὁ αὐτ. ἐν Ἑλ. 630· τὰ ἐν μ., τὰ μεταξὺ συμβάντα, Σοφ. Ο. Κ. 583· οἱ ἐν μ. λόγοι, οἱ παρεμπίπτοντες, ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 1364, πρβλ. Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 735, Εὐρ. Μήδ. 819· κλίνης ἐν μ. ὁ αὐτ. ἐν Ἑκ. 1150· ἐν μ. ἡμῶν καὶ βασιλέως, μεταξὺ ἡμῶν καὶ τοῦ βασιλέως, Ξεν. Ἀν. 2. 2, 3, πρβλ. Πλάτ. Συμπ. 203Ε· ἐν μ. νυκτῶν, κατὰ τὸ μεσονύκτιον, Ξεν. Κύρ. 5. 3, 52· ἆθλα κείμενα ἐν μέσῳ Δημ. 41. 25, πρβλ. Θέογν. 994, Ξεν. Ἀν. 3. 1, 21· - [[οὕτως]] ἐν τῷ πληθ., κεῖτο δ’ ἄρ’ ἐν μέσσοισι Ἰλ. Σ. 507· ἐν μέσοις Ξενοφάν. παρ’ Ἀθην. 462D· - τί δ’ ἐν μέσῳ ἐστί; τί [[κώλυμα]] ὑπάρχει; Ξεν. Κύρ. 5. 2, 26, Θεόκρ. 21. 17· οὐδὲν ἦν ἐν μ. πολεμεῖν ἡμᾶς Δημ. 682. 1. β) ἐς [[μέσον]], ἐς μ. ἀμφοτέρων, συχνότ. παρ’ Ὁμ. ἀντὶ τοῦ ἐς μεταίχμιον· - ἐς [[μέσον]] τίθημί τινί τι, θέτω βραβεῖόν τι εἰς τὸ [[μέσον]], διά τινα, [[ὅπως]] ἀγωνισθῇ περὶ [[αὐτοῦ]], Λατ. in medio ponere, Ἰλ. Ψ. 704· ἐς μ. δεικνύναι τι Πινδ. Ἀποσπ. 171, κτλ.· ἐς μ. ἰέναι, ἐλθεῖν Σοφ. Τρ. 514, Θεόκρ. 22. 183· ἐς [[μέσον]] ἀμφοτέροις... δίκασεν (ἴδε ἐν λέξ. ἀρωγὴ) Ἰλ. Ψ. 574· ἐς τὸ μ. τιθέναι, προτείνειν, παρουσιάζειν εἰς τὸ κοινόν, Ἡρόδ. 3. 142· (πρβλ. [[κατατίθημι]] Ι. 2)· ἐς τὸ μ. φέρειν ὁ αὐτ. 4. 97, Δημ. 274. 14· ἐς τὸ μ. λέγειν, ὁμιλεῖν ἐνώπιον πάντων, Ἡρόδ. 6. 129· ἐς μ. Πέρσῃσι καταθεῖναι τὰ πρήγματα, καταθεῖναι τὴν ἐξουσίαν ἐν κοινῷ εἰς ἅπαντας τοὺς Πέρσας, ὁ αὐτ. 3. 80. γ) ἐκ τοῦ μέσου κατῆστο, ἀπεμακρύνθη, δὲν ἔλαβε [[μέρος]] εἰς τὸν περὶ βασιλείας ἀγῶνα, Ἡρόδ. 3. 83, πρβλ. 8. 22· ἐκ τοῦ μ. καθαιρεῖν Δημ. 323. 27. δ) διὰ μέσου = [[μεταξύ]], τὸ διὰ μ. [[ἔθνος]] Ἡρόδ. 1. 104· διὰ μ. ποιεῖσθαι ἢ γίγνεσθαι Ξεν. Κύρ. 6. 3, 3, Θουκ. 4. 20· μετὰ γεν., Ξεν. Ἀν. 1. 4, 4, κτλ.· καὶ ἐπὶ χρόνου, ἐν τῷ [[μεταξύ]], Ἡρόδ. 9. 112· ἡ διὰ μ. ξύμβασις, ἡ ἐν τῷ μεταξὺ [[συμφωνία]] ([[πρόσκαιρος]]), Θουκ. 5. 26· τὰ διὰ μ. ὁ αὐτ. 8. 75· [[ὡσαύτως]], τὰ διὰ μ. ἐν παρενθέσει, Γραμμ. ε) ἀνὰ [[μέσον]], ἐν μέσῳ, [[μεταξύ]], ἀνάμεσα, Ἀντιφάν. ἐν «Ἀδώνιδι» 2, Θεόκρ. 22, 21, Ἀριστ., κτλ.· θρὶξ ἀνὰ μέσσον Θεόκρ. 14. 9· ἀνὰ μέσσα Νικ. Θηρ. 167. ζ) κατὰ μέσσον, = ἐν μέσῳ Ἰλ. Ε. 8., Π. 285, κτλ.· μετὰ γεν., κὰδ δὲ μ. τάφρου καὶ τείχεος ἷζον, [[μεταξύ]]..., Ι. 87· κατὰ μ., παρὰ τοῖς Γραμμ., ἐν παρενθέσει. 2) τὸ [[μέσον]], [[ὡσαύτως]], ἡ [[διαφορά]], ὁ [[μέσος]] ὅρος, τὸ [[μέσον]] πρὸς τὰς μεγίστας καὶ ἐλαχίστας, ὁ [[μέσος]] ὅρος [[μεταξύ]]..., Θουκ. 1. 10· πολλὸν τὸ [[μέσον]], πολὺ τὸ μ., ἡ διαφορὰ [[εἶναι]] [[μεγάλη]], Ἡρόδ. 1. 126, πρβλ. 9. 82, Εὐρ. Ἄλκ. 913· τὸ μ. οὐδὲν τῆς ἔχθρης ἐστί, δὲν ὑπάρχει [[μέση]] ὁδὸς διὰ τὴν ἔχθραν ἡμῶν, Ἡρόδοτ. 7. 11. 3) ἡ [[μέση]] [[κατάστασις]], [[μετριότης]], τὸ μέτριον, Λατ. mediocritas, Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 2. 6, 5, κ. ἀλλ.· παρὰ ποιηταῖς [[ἄνευ]] τοῦ ἄρθρου, παντὶ μέσῳ τὸ [[κράτος]] θεὸς ὤπασεν Αἰσχύλ. Εὐμ. 527, πρβλ. Εὐρ. Ἱκέτ. 244, Πινδ. Π. 11. 79· ― παρὰ τοῖς Στωϊκοῖς, τὰ μέσα ἦσαν τὰ ἀδιάφορα, Γέλλ. 2. 7. 4) ἐν τῇ Λογικῇ τὸ μ., ἢ ὁ μ. ὅρος, ὁ [[μέσος]] ἐν συλλογισμῷ, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ [[ἄκρα]], Ἀριστ. Ἀναλυτ. Πρότ. 1. 4, 2 κἑξ., 2. 19, 1, κ. ἀλ. 5) ἐν τῇ Γεωμετρίᾳ, τὰ μέσα, οἱ μέσοι ὅροι ἀναλογίας, Εὐκλ.· [[ὡσαύτως]] ἡ [[μέση]], Ἀριστ. π. Ψυχῆς 2. 2, 1, Μεταφ. 2. 2, 9· μ. ὀρθογώνιον, τοῦ ὁποίου τὸ ἐμβαδὸν [[εἶναι]] [[μέσον]] ἀνάλογον. 6) παρὰ τοῖς Γεωγράφοις, ὁ διὰ μέσων (ἐξυπ. [[κύκλος]]), [[ἄλλοτε]] ἡ ἐκλειπτικὴ καὶ [[ἄλλοτε]] ὁ [[ἰσημερινός]], Διογ. Λ. 7. 146, Πτολ. 7) μέσα, τά, = [[μέζεα]], Ἐτυμολ. Μέγ. 8) Μέσον, τό, ἓν τῶν Ἀθήνησι δικαστηρίων, Φώτ. IV. περὶ τοῦ [[μέση]], ἡ, ὡς οὐσιαστ. ἴδε ἐν λέξ. [[μέση]]. V. Ἐπίρρ. [[μέσον]], Ἐπικ. μέσσον, ἐν τῷ μέσῳ, Ἰλ. Μ. 167, Ὀδ. Ξ. 300· αὐτὸ μ., ἀκριβῶς ἐν τῷ μέσῳ, Ξενοφάν. παρ’ Ἀθην. 462Ε· ― [[μεταξύ]], οὐρανοῦ μ. χθονός τε Εὐρ. Ὀρ. 983· οὕτω μέσα, ὁ αὐτὸς ἐν Ρήσ. 531, Νικ. Ἀποσπ. 2. 26. 2) παρ’ Ἀττ. μέσως, πόλεώς τ’ οὐ μέσως εὐδαίμονος, οὐ μετρίως εὐδαίμονος, Εὐρ. Ἀνδρ. 873, πρβλ. Ἑκ. 1113, Ἰσοκρ. 193C· καὶ μέσως, καὶ μετρίως, καὶ ὀλίγον, Θουκ. 2. 60· ἐπὶ παθῶν, μέσως ἔχειν πρὸς ἢ [[περί]] τι, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ σφοδρῶς ἢ [[ἀνειμένως]] ἔχειν..., Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 2. 5, 2., 3. 11, 8· μέσως βεβιωκέναι, ἐν μέσῃ καταστάσει, δηλ. [[οὔτε]] [[καλῶς]] [[οὔτε]] κακῶς, Πλάτ. Φαῖδρ. 113D· μέσως μεθύων, [[οὔτε]] πολὺ [[οὔτε]] ὀλίγον, Μένανδρ. ἐν «Θεοφορουμένῃ» 4. VI. ἀνώμαλ. συγκριτ. μεσαίτερος (πρβλ. [[μεσαῖος]]), Πλάτ. Παρμ. 165B· ὑπερθετ. [[μεσαίτατος]], Ἡρόδ. 4. 17, Ἀριστ., κτλ.· παρὰ μεταγενεστέρ. καὶ μεσσότατος, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ. 649, Μανέθων 4. 373· πρβλ. [[μέσσατος]]. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |