Anonymous

μετεῖπον: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μετεῖπον''': Ἐπικ. μετέειπον, ἀόρ. β΄ τοῦ [[μετάφημι]], [[λέγω]], ὁμιλῶ εἰς τὸ [[πλῆθος]], [[μετὰ]] δοτ. πληθ.· συχνὸν παρ’ Ὁμ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν ταῖς φράσεσι, ὅ [[σφιν]] ἐϋφρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν, τοῖσι δὲ καὶ μετέειπεν, πρβλ. Ἡσ. Θ. 643. 2) ὁμιλῶ κατόπιν, [[μετὰ]] [[ταῦτα]], κατὰ τὸ πλεῖστον [[μετὰ]] τοῦ ὀψέ, Ἰλ. Η. 94, Ὀδ. Η. 155, κτλ. - Ὁ Ὅμ. ἀείποτε μεταχειρίζεται τὸ Ἐπικ. γ΄ ἑνικ. μετέειπε· [[ἅπαξ]] δὲ τὸ α΄ ἑνικ. μετέειπον, Ὀδ. Τ. 140.
|lstext='''μετεῖπον''': Ἐπικ. μετέειπον, ἀόρ. β΄ τοῦ [[μετάφημι]], [[λέγω]], ὁμιλῶ εἰς τὸ [[πλῆθος]], μετὰ δοτ. πληθ.· συχνὸν παρ’ Ὁμ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν ταῖς φράσεσι, ὅ [[σφιν]] ἐϋφρονέων ἀγορήσατο καὶ μετέειπεν, τοῖσι δὲ καὶ μετέειπεν, πρβλ. Ἡσ. Θ. 643. 2) ὁμιλῶ κατόπιν, μετὰ [[ταῦτα]], κατὰ τὸ πλεῖστον μετὰ τοῦ ὀψέ, Ἰλ. Η. 94, Ὀδ. Η. 155, κτλ. - Ὁ Ὅμ. ἀείποτε μεταχειρίζεται τὸ Ἐπικ. γ΄ ἑνικ. μετέειπε· [[ἅπαξ]] δὲ τὸ α΄ ἑνικ. μετέειπον, Ὀδ. Τ. 140.
}}
}}
{{bailly
{{bailly