Anonymous

καταπαιγμός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - " s.v. " to " s.v. ")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καταπαιγμός''': -οῦ, ὁ, ἐμπαιγμός, [[περίγελως]], Ἀπολλών. ἐν Λεξ. ἐν λ. μωμήσονται, [[μῶμος]] γὰρ ὁ [[μετὰ]] ψόγου [[καταπαιγμός]].
|lstext='''καταπαιγμός''': -οῦ, ὁ, ἐμπαιγμός, [[περίγελως]], Ἀπολλών. ἐν Λεξ. ἐν λ. μωμήσονται, [[μῶμος]] γὰρ ὁ μετὰ ψόγου [[καταπαιγμός]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καταπαιγμός]], ὁ (Α) [[καταπαίζω]]<br />[[εμπαιγμός]], [[περίγελως]].
|mltxt=[[καταπαιγμός]], ὁ (Α) [[καταπαίζω]]<br />[[εμπαιγμός]], [[περίγελως]].
}}
}}