Anonymous

πέρα: Difference between revisions

From LSJ
16 bytes removed ,  20 April 2021
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2, $3")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πέρᾱ''': Ἐπίρρ., [[πέραν]], περαιτέρω, Λατ. ultra, [[μέχρι]] τοῦ μέσου καθιέναι π. δ’ οὒ Πλάτ. Φαίδων 112Ε· [[μέχρι]] τούτου …, π. δε μὴ ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 423Β [[μετὰ]] τοῦ ἄρθρου, τὸ π. λέγειν ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 241D 2) [[μετὰ]] γεν., Ἀτλαντικῶν π. φεύγειν ὅρων Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 234· π. ὅρου ἐλαύνειν Νόμ. παρὰ Δημ. 634. 13 κἑξ.· τούτου μὴ π. προβαίνειν Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 4, 17. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, [[πέραν]], περαιτέρω, κατόπιν, μακρότερον, ἐπὶ πλέον, [[οὐκέτι]] π. ἐπολιόρκησαν Ξεν. Ἀν. 6. 1, 28. 2) [[μετὰ]] γεν., π. μεσούσης ἡμέρας [[αὐτόθι]] 6. 5. 7· π. τοῦ καιροῦ ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 5. 3, 5· τῶν [[πεντήκοντα]] π. γεγονότας, ἡλικίας [[ὑπὲρ]] τὰ [[πεντήκοντα]] ἔτη, Πλάτ. Νόμ. 670Α. ΙΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον μεταφορ., [[πέραν]] τοῦ μέτρου, εἰς [[ὑπερβολή]], ὑπερβολικῶς, [[πέρα]] λέγειν, φράζειν Σοφ. Ἠλ. 633, Φιλ. 322, 1275, πρβλ. Valck. εἰς Ἱππ. 1032· π. λυπεῖν Ἀριστοφ. Ὄρν. 1246· π. ματεύειν, ζητεῖν Σοφ. Ο. Κ. 211, Πλάτ. Τίμ. 29D· π. παθεῖν Εὐρ. Ἠλ. 1185· οἵ τοι π. στέρξαντες, οἱ δὲ καὶ π. μισοῦσιν Τραγικ. παρ᾿ Ἀριστ. Πολιτ. 7. 7, 8· [[μόγος]] ἔχει…[[τοτὲ]] μὲν ἄπορα, [[τοτὲ]] δ᾿ [[ὕπερθεν]] Σοφ. Ο. Κ. 1745· οὕτω, τὸ [[πέρα]] Πλάτ. Φαῖδρ. 241D, Ἀνώνυμ. παρὰ Σουΐδ. ἐν λέξ. [[πέρα]]. 2) [[μετὰ]] γεν., πλέον τοῦ, π. δίκης, καιροῦ Αἰσχύλ. Πρ. 30, 507· τοῦ εἰκότος π. Σοφ. Ο. Τ. 74· π. τῶν νῦν εἰρημένων ὁ αὐτ. ἐν Ο. Κ. 257· π. τῶν νόμων ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 1506· π. τοῦ προσήκοντος Ἀντιφῶν 129. 29· π. ὧν προσεδεχόμεθα Θουκ. 2. 64· π. τοῦ δέοντος, π. τοῦ μετρίου Πλάτ. Γοργ. 487D, Τίμ. 65D· π. τοῦ μεγίστου φόβου ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβ. 12C· θαυμάτων π. Εὐρ. Ἑκ. 714· δεινὸν καὶ π. δεινοῦ Δημ. 1123. 22· π. μεδίμνου Ἰσαῖ. 80. 30· ἐλπίδος π. Πλουτ. Σύλλ. 11· - [[ἐνίοτε]] ἡ γεν. παραλείπεται, οὐδὲν ἐρρήθη [[πέρα]], οὐδὲν πλέον, Εὐρ. Ι. Τ. 91· ἄπιστα καὶ [[πέρα]] κλύων, πράγματα, ἀπίστευτα, καὶ κἄτι περισσότερον, Ἀριστοφ. Ὄρν. 416· πᾶν τολμήσασα καὶ π. Σοφ. Ἀποσπ. 195. 3) [[ὡσαύτως]] ὡς συγκρ. ἑπομένου τοῦ ἤ, Σοφ. Ο. Κ. 651, Φ. 1277. IV. [[ὑπεράνω]], τῶν ἐμῶν ἐχθρῶν μ᾿ ἔνερθεν ὄντ᾿ ἀνέστησας π. Σοφ. Φ. 666· π. ἀνθρώπου, π. τέχνης Φιλόστρ. 726. 733. - [[Κατὰ]] πάσας τὰς σημασίας του τὸ [[πέρα]] δύναται νὰ τεθῇ ἢ πρὸ τῆς γεν. ἢ μετ᾿ αὐτήν, ἀλλὰ συνήθως πρὸ αὐτῆς. - Συγκρ. [[περαίτερος]], -α, -ον, ἐπίρρ., περαίτερον καὶ -τέρω, ἃ ἴδε: - τὸ [[πέρα]] ἀπαντᾷ κατὰ πρῶτον παρ᾿ Ἀττ., [[ὅθεν]] δὲν ὑπάρχει Ἰων. [[τύπος]] πέρη, [[ὅπερ]] ἠδύνατό τις νὰ συμπεράνῃ ἐκ τοῦ πέρην, Ἰων. ἀντὶ [[πέραν]]. - Περὶ τῆς διαφορᾶς μεταξὺ τοῦ [[πέραν]] καὶ [[πέρα]], ἴδε [[πέραν]] ἐν τέλ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 244, 246, 250.
|lstext='''πέρᾱ''': Ἐπίρρ., [[πέραν]], περαιτέρω, Λατ. ultra, [[μέχρι]] τοῦ μέσου καθιέναι π. δ’ οὒ Πλάτ. Φαίδων 112Ε· [[μέχρι]] τούτου …, π. δε μὴ ὁ αὐτ. ἐν Πολ. 423Β μετὰ τοῦ ἄρθρου, τὸ π. λέγειν ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρ. 241D 2) μετὰ γεν., Ἀτλαντικῶν π. φεύγειν ὅρων Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 234· π. ὅρου ἐλαύνειν Νόμ. παρὰ Δημ. 634. 13 κἑξ.· τούτου μὴ π. προβαίνειν Ἀριστ. Πολιτικ. 6. 4, 17. ΙΙ. ἐπὶ χρόνου, [[πέραν]], περαιτέρω, κατόπιν, μακρότερον, ἐπὶ πλέον, [[οὐκέτι]] π. ἐπολιόρκησαν Ξεν. Ἀν. 6. 1, 28. 2) μετὰ γεν., π. μεσούσης ἡμέρας [[αὐτόθι]] 6. 5. 7· π. τοῦ καιροῦ ὁ αὐτ. ἐν Ἑλλ. 5. 3, 5· τῶν [[πεντήκοντα]] π. γεγονότας, ἡλικίας [[ὑπὲρ]] τὰ [[πεντήκοντα]] ἔτη, Πλάτ. Νόμ. 670Α. ΙΙΙ. κατὰ τὸ πλεῖστον μεταφορ., [[πέραν]] τοῦ μέτρου, εἰς [[ὑπερβολή]], ὑπερβολικῶς, [[πέρα]] λέγειν, φράζειν Σοφ. Ἠλ. 633, Φιλ. 322, 1275, πρβλ. Valck. εἰς Ἱππ. 1032· π. λυπεῖν Ἀριστοφ. Ὄρν. 1246· π. ματεύειν, ζητεῖν Σοφ. Ο. Κ. 211, Πλάτ. Τίμ. 29D· π. παθεῖν Εὐρ. Ἠλ. 1185· οἵ τοι π. στέρξαντες, οἱ δὲ καὶ π. μισοῦσιν Τραγικ. παρ᾿ Ἀριστ. Πολιτ. 7. 7, 8· [[μόγος]] ἔχει…[[τοτὲ]] μὲν ἄπορα, [[τοτὲ]] δ᾿ [[ὕπερθεν]] Σοφ. Ο. Κ. 1745· οὕτω, τὸ [[πέρα]] Πλάτ. Φαῖδρ. 241D, Ἀνώνυμ. παρὰ Σουΐδ. ἐν λέξ. [[πέρα]]. 2) μετὰ γεν., πλέον τοῦ, π. δίκης, καιροῦ Αἰσχύλ. Πρ. 30, 507· τοῦ εἰκότος π. Σοφ. Ο. Τ. 74· π. τῶν νῦν εἰρημένων ὁ αὐτ. ἐν Ο. Κ. 257· π. τῶν νόμων ὁ αὐτ. ἐν Ἠλ. 1506· π. τοῦ προσήκοντος Ἀντιφῶν 129. 29· π. ὧν προσεδεχόμεθα Θουκ. 2. 64· π. τοῦ δέοντος, π. τοῦ μετρίου Πλάτ. Γοργ. 487D, Τίμ. 65D· π. τοῦ μεγίστου φόβου ὁ αὐτ. ἐν Φιλήβ. 12C· θαυμάτων π. Εὐρ. Ἑκ. 714· δεινὸν καὶ π. δεινοῦ Δημ. 1123. 22· π. μεδίμνου Ἰσαῖ. 80. 30· ἐλπίδος π. Πλουτ. Σύλλ. 11· - [[ἐνίοτε]] ἡ γεν. παραλείπεται, οὐδὲν ἐρρήθη [[πέρα]], οὐδὲν πλέον, Εὐρ. Ι. Τ. 91· ἄπιστα καὶ [[πέρα]] κλύων, πράγματα, ἀπίστευτα, καὶ κἄτι περισσότερον, Ἀριστοφ. Ὄρν. 416· πᾶν τολμήσασα καὶ π. Σοφ. Ἀποσπ. 195. 3) [[ὡσαύτως]] ὡς συγκρ. ἑπομένου τοῦ ἤ, Σοφ. Ο. Κ. 651, Φ. 1277. IV. [[ὑπεράνω]], τῶν ἐμῶν ἐχθρῶν μ᾿ ἔνερθεν ὄντ᾿ ἀνέστησας π. Σοφ. Φ. 666· π. ἀνθρώπου, π. τέχνης Φιλόστρ. 726. 733. - [[Κατὰ]] πάσας τὰς σημασίας του τὸ [[πέρα]] δύναται νὰ τεθῇ ἢ πρὸ τῆς γεν. ἢ μετ᾿ αὐτήν, ἀλλὰ συνήθως πρὸ αὐτῆς. - Συγκρ. [[περαίτερος]], -α, -ον, ἐπίρρ., περαίτερον καὶ -τέρω, ἃ ἴδε: - τὸ [[πέρα]] ἀπαντᾷ κατὰ πρῶτον παρ᾿ Ἀττ., [[ὅθεν]] δὲν ὑπάρχει Ἰων. [[τύπος]] πέρη, [[ὅπερ]] ἠδύνατό τις νὰ συμπεράνῃ ἐκ τοῦ πέρην, Ἰων. ἀντὶ [[πέραν]]. - Περὶ τῆς διαφορᾶς μεταξὺ τοῦ [[πέραν]] καὶ [[πέρα]], ἴδε [[πέραν]] ἐν τέλ. - Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 244, 246, 250.
}}
}}
{{bailly
{{bailly