Anonymous

παρατηρέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''παρατηρέω''': [[βλέπω]] τι ἐκ τοῦ πλησίον καὶ [[μετὰ]] προσοχῆς, παρατηρῶ τι, μετ’ αἰτ., Κέβητος Πίναξ 9· παραφυλάττω, ἐπιτηρῶ, παρετήρουν ταῖς πεζικαῖς καὶ ναυτικαῖς δυνάμεσι τοὺς προκειμένους τῆς πόλεως τόπους Πολύβ. 1. 29, 4· [[σφᾶς]] αὐτοὺς π. ὁ αὐτ. 11. 9, 9· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ., παρατηρούμενοι αὐτὸν Εὐαγγ. κ. Λουκ. ιδ΄, 1· - ἑπομένης ἀναφορικῆς ἢ ἐξηρτημένης προτάσεως, π. τινα, ὁπότερα .. Ξεν. Ἀπομν. 3. 14, 4· π. τὶς ἔπταρεν Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 13· ἑπομένης μετοχ., π. τινὰ ἀποδυόμενον Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 34, 6· - μὲ κακὸν σκοπόν, [[ἐνεδρεύω]] τινά, [[περιμένω]] εὐκαιρίαν, ἀπολ., ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 2. 6, 20, Τοπ. 8. 11, 1, Πολύβ. 17. 3, 2· - Παθ., Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 15. 2) παρατηρῶ συνεχῶς, [[φροντίζω]], [[προσέχω]], [[ὅπως]] μὴ .. Δημ. 281. 16, πρβλ. [[παρατηρητέον]]· π. ἵνα .. Διον. Ἁλ. π. Δημ. 23. 3) φυλάττω, εὐλαβεῖσθαι δεῖ καὶ παρατηρεῖν ἐν ἀμφοῖν τὸ μέτριον Ἀριστ. Ρητορ. 3. 2, 15. - Μέσ., τηρῶ, φυλάττω [[μετὰ]] δεισιδαιμονίας, ἡμέρας παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ καιρούς; Ἐπιστ. πρὸς Γαλάτ. δ΄, 10 ὅσα προστάττουσιν [οἱ νόμοι] ἀκριβῶς π., τηρεῖν, φυλάττειν, Δίων Κ. 53. 10.
|lstext='''παρατηρέω''': [[βλέπω]] τι ἐκ τοῦ πλησίον καὶ μετὰ προσοχῆς, παρατηρῶ τι, μετ’ αἰτ., Κέβητος Πίναξ 9· παραφυλάττω, ἐπιτηρῶ, παρετήρουν ταῖς πεζικαῖς καὶ ναυτικαῖς δυνάμεσι τοὺς προκειμένους τῆς πόλεως τόπους Πολύβ. 1. 29, 4· [[σφᾶς]] αὐτοὺς π. ὁ αὐτ. 11. 9, 9· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ., παρατηρούμενοι αὐτὸν Εὐαγγ. κ. Λουκ. ιδ΄, 1· - ἑπομένης ἀναφορικῆς ἢ ἐξηρτημένης προτάσεως, π. τινα, ὁπότερα .. Ξεν. Ἀπομν. 3. 14, 4· π. τὶς ἔπταρεν Φιλήμ. ἐν Ἀδήλ. 13· ἑπομένης μετοχ., π. τινὰ ἀποδυόμενον Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 9. 34, 6· - μὲ κακὸν σκοπόν, [[ἐνεδρεύω]] τινά, [[περιμένω]] εὐκαιρίαν, ἀπολ., ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 2. 6, 20, Τοπ. 8. 11, 1, Πολύβ. 17. 3, 2· - Παθ., Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 15. 2) παρατηρῶ συνεχῶς, [[φροντίζω]], [[προσέχω]], [[ὅπως]] μὴ .. Δημ. 281. 16, πρβλ. [[παρατηρητέον]]· π. ἵνα .. Διον. Ἁλ. π. Δημ. 23. 3) φυλάττω, εὐλαβεῖσθαι δεῖ καὶ παρατηρεῖν ἐν ἀμφοῖν τὸ μέτριον Ἀριστ. Ρητορ. 3. 2, 15. - Μέσ., τηρῶ, φυλάττω μετὰ δεισιδαιμονίας, ἡμέρας παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ καιρούς; Ἐπιστ. πρὸς Γαλάτ. δ΄, 10 ὅσα προστάττουσιν [οἱ νόμοι] ἀκριβῶς π., τηρεῖν, φυλάττειν, Δίων Κ. 53. 10.
}}
}}
{{bailly
{{bailly