Anonymous

περιβάλλω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''περιβάλλω''': μέλλ. -βᾰλῶ: ἀόριστ. περιέβᾰλον. Ρίπτω, βάλλω ὁλόγυρα ἢ [[ἐπάνω]], [[ἐπιτίθημι]], [[ἐνδύω]], μετ’ αἰτ. πράγμ., [[ὄφρα]] καὶ εἰν Ἀΐδαο φίλας περὶ χεῖρε βαλόντε ἀμφοτέρω κρυεροῖο τεταρπώμεσθα γόοιο; Ὀδ. Λ. 210· περὶ πτερὰ πυκνὰ βαλόντες Ἰλ. Λ. 454· περὶ δ’ ἄντυγα [[βάλε]] φαεινὴν Σ. 479· (ἐν Ὀδ. Φ. 466, ἐν τῷ στίχῳ: κίονος ἐξάψας [[μεγάλης]] περίβαλλε θόλοιο ἡ γενικὴ ἐξαρτᾶται ἐκ τοῦ ἐξάψας)· χέρας π. Ἀριστοφ. Θεσμ. 914· [[συχνάκις]] [[μετὰ]] δοτικ., χέρας π. τινὶ Εὐρ. Ὀρ. 1044, Φοίν. 1459, κτλ.· περὶ δ’ ὠλένας δέρᾳ ... βάλοιμι [[αὐτόθι]] 165· π. τινὶ δεσμά, βρόχους Αἰσχύλ. Πρ. 52, Εὐρ. Βάκχ. 619· ζευκτήριον Τροίᾳ Αἰσχύλ. Ἀγ. 529· ἐν πέπλοισι κρατὶ π. [[σκότος]] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1159· - [[ὡσαύτως]], π. θώρηκας περὶ τὰ στέρνα Ἡρόδ. 1. 215, πρβλ. 5. 85· π. αἱμασιὴν κατὰ τὸν κύκλον ὁ αὐτ. 7. 60· π. ναῦν περὶ [[ἕρμα]], προσαράττω εἰς .., Θουκ. 7. 25. - Μέσ., βάλλω τι [[ἐπάνω]] μου, ἐνδύομαι, μετ’ αἰτιατ. πράγμ., τεύχεα περιβαλλόμενοι, ἐνδυόμενοι τὰ ὅπλα των, Ὀδ. Χ. 148· περὶ δὲ ζώνην βάλετ’ ἰξυῖ Ε. 231· [[ξίφος]] περὶ στιβαροῖς βάλετ’ ὤμοις Ξ. 518· [[οὕτως]], [[εἷμα]], [[φᾶρος]] περιβάλλεσθαι Ἡρόδ. 1. 152., 9. 109· φάρεα καὶ πλοκάμους Εὐρ. Ι. Τ. 1150· κόσμον σώμασιν ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 334· [[ὡσαύτως]], π. [[ἔρυμα]], [[ἕρκος]], τείχεα Ἡρόδ. 1. 141., 9. 96, 97, πρβλ. Θουκ. 1. 8· ταῖς πόλεσιν ἐρύματα περιβάλλεσθαι Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 14· π. [[τεῖχος]] [[περί]] τι Λυσ. 194. 43· καὶ [[μετὰ]] διπλῆς αἰτ., [[τεῖχος]] περιβάλλεσθαι πόλιν, περιβάλλειν αὐτὴν διὰ τείχους, Ἡρόδ. 1. 163, πρβλ. 6. 46· πρβλ. Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. τόμ. Α΄, σελ. 517· - ἐν τῷ παθητ. πρκμ., Πλάτ. Συμπ. 216D· περιβεβλημένος τὸ [[τεῖχος]], ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 174Ε, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 11, 11. 2) μεταφορ. ὡς τὸ περιτιθέναι, περιάπτειν, π. τινὶ βασιληίην, τυραννίδα Ἡρόδ. 1. 129, Εὐρ. Ἴων 829· [[ὡσαύτως]], π. σωτηρίαν [τισὶ] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 304· δουλείαν Μυκήναις ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 189· οἶκτον ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 934· μὴ πρὸς θεῶν μοι περιβάλῃς ἀνανδρίαν ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 1031. ΙΙ. τἀνάπαλιν [[μετὰ]] δοτ. πράγμ., κυκλώνω, [[περικλείω]], περιβαλεῖν [[πλῆθος]] τῶν ἰχθύων (δηλ. τῷ ἀμφιβλήστρῳ) Ἡρόδ. 1. 141· βρόχῳ π. τὸν αὐχένα ὁ αὐτ. 4. 60· οὕτω παρ’ Ἀττ., [Βόσπορον] πέδαις π. Αἰσχύλ. Πέρσ. 748· [[περικαλύπτω]], [[ἐνδύω]], π. τινὰ ὑφάσματι, πέπλοις, δοραῖς, κτλ., Εὐρ. Ὀρ. 25, κτλ.· π. τινὰ χερσί, [[ἐναγκαλίζομαι]], [[αὐτόθι]] 372 (ἴδε ἐν ἀρχῇ)· - ἀκολούθως μεταφορ., π. τινὰ συμφοραῖς, κακοῖς, ὀνείδεσι, κινδύνοις ὁ αὐτ. 906, Ἀντιφῶν 122. 25, Ἀνδοκ. 18. 33, Λυσ. 102. 57, Δημ. 604. 9, κτλ.· π. τινὰ φυγῇ, δηλ. [[ἐξορίζω]] τινά, Πλούτ. 2. 775C· - [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, [[περικλείω]] πρὸς ἰδίαν μου ὑπεράσπισιν, τὴν νῆσον π. τείχει Πλάτ. Κριτί. 116Α, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 6. 3, 30· π. θύννους Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 10, 8, πρβλ. 13. 2) π. τινὰ χαλκεύματι, βάλλω τινὰ ὁλόγυρα εἰς τὸ [[ξίφος]] μου, δηλ. διατρυπῶ διὰ τοῦ ξίφους (ἴδε ἐν λέξ. περὶ Β. Ι. 2), Αἰσχύλ. Χο. 576. ΙΙΙ. μόνον μετ’ αἰτ., περικυκλώνω, περιβάλλει με [[σκότος]], [[νέφος]] Εὐρ. Φοίν. 1453, Ἡρ. Μαιν. 1140· π. τινά, [[ἐναγκαλίζομαι]], Ξεν. Ἀν. 4. 7, 25· ἀλλὰ καὶ [[ἐνδύω]], τινὰ Εὐαγγ. κ. Ματθ. κε΄, 36· - τὸ περιβεβλημένον, τὸ ἐγκεκλεισμένον [[μέρος]], [[περίβολος]], Ἡρόδ. 2. 91· πρβλ. [[περίβολος]] ΙΙ. 2· - μέσ., ἤλαυνον περιβαλλόμενοι [τὰ ὑποζύγια], περιτριγυρίζοντες, ὁ αὐτ. 9. 39. 2) ἵπποι περὶ [[τέρμα]] βαλοῦσαι, περιελθοῦσαι τὸν καμπτῆρα, Ἰλ. Ψ. 462· ἰδίως ἐπὶ πλοίων, π. τὸν Ἄθων Ἡρόδ. 6. 44· [[Σούνιον]] Θουκ. 8. 95· ὡς τὸ [[περιπλέω]] παρ’ Ἡροδ. 7. 21. 3) [[συχνάζω]], ἀγαπῶ νὰ φοιτῶ εἴς τι [[μέρος]], Ξεν. Κυνηγ. 5. 29., 6. 18. 4) π. λόγον, στρογγυλώνω, ἀποκαθιστῶ αὐτὸν στρογγύλον, Ἐρμογέν., Φώτ. IV. Μέσ., προσπαθῶ νὰ κερδήσω τι πρὸς ἐμὴν ὠφέλειαν, [[ἀποβλέπω]] εἰς [[ἴδιον]] [[κέρδος]], Λατιν. affectare, ἰδίῃ π. ἑωυτῶ κέρδεα Ἡρόδ. 3. 71· πολλὰ χρήματα ὁ αὐτ. 8. 8, πρβλ. 7. 190· σωφροσύνης δόξαν π. Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 6· τὰ λοιπὰ περιβαλλόμενος Δημ. 304. 25· πρβλ. Κόντου Κριτικὰ καὶ Γραμματικὰ ἐν Ἀθηνᾶς τ. Β΄, σ. 287· - παθ. πρκμ. [[μετὰ]] μέσ. σημασ., [[κυριεύω]], [[λαμβάνω]] εἰς τὴν ἐξουσίαν μου, Σάμιοι δὲ ἀπαλλαχθέντες Μήδων, ἀπονητὶ πόλιν καλλίστην Ζάγκλην περιεβεβλήατο (Ἰων. ἀντὶ περιεβέβληντο) Ἡρόδ. 6.24· δυναστείαν Ἰσοκρ. 79C. 2) περιβάλλεσθαι τῇ διανοίᾳ ὑποτίθεσθαι Ἰσοκρ. 106C [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Κοραῆ· πολὺ κρεῖττόν ἐστιν ἕν [[καλῶς]] μεμαθηκέναι ἢ πολλὰ περιβεβλῆσθαι πράγματα Μένανδρος ἐν Ἀδήλ. 474·-λογικῶς, πρὶν ἂν ξύμπαντα τὰ οἰκεῖα ἐντὸς μιᾶς ὁμοιότητος ἔρξας γένους τινὸς οὐσίᾳ περιβάληται, περιλάβῃ, Πλάτ. Πολιτικ. 285Β. 3) [[περικαλύπτω]], [[καλύπτω]], [[περικαλύπτω]] διὰ λέξεων, κομψῶς κύκλῳ π. τι ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 222C· ἀπολ.,=τῷ Λατ. ambagibus uti, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 272D. V. (ἐκ τῆς περὶ Α. ΙΙΙ) νικῶ ἐν τῷ βάλλειν, [[ὑπερβάλλω]], καὶ οὕτω [[καθόλου]], νικῶ, [[ὑπερέχω]], ὑπερτερῶ, μνηστῆρας δώροισι Ὀδ. Ρ. 17· ἢ [[ἁπλῶς]], π. ἀρετῇ, ὑπερτερεῖν κατὰ τὴν ἀρετήν, Ἰλ. Ψ. 276.
|lstext='''περιβάλλω''': μέλλ. -βᾰλῶ: ἀόριστ. περιέβᾰλον. Ρίπτω, βάλλω ὁλόγυρα ἢ [[ἐπάνω]], [[ἐπιτίθημι]], [[ἐνδύω]], μετ’ αἰτ. πράγμ., [[ὄφρα]] καὶ εἰν Ἀΐδαο φίλας περὶ χεῖρε βαλόντε ἀμφοτέρω κρυεροῖο τεταρπώμεσθα γόοιο; Ὀδ. Λ. 210· περὶ πτερὰ πυκνὰ βαλόντες Ἰλ. Λ. 454· περὶ δ’ ἄντυγα [[βάλε]] φαεινὴν Σ. 479· (ἐν Ὀδ. Φ. 466, ἐν τῷ στίχῳ: κίονος ἐξάψας [[μεγάλης]] περίβαλλε θόλοιο ἡ γενικὴ ἐξαρτᾶται ἐκ τοῦ ἐξάψας)· χέρας π. Ἀριστοφ. Θεσμ. 914· [[συχνάκις]] μετὰ δοτικ., χέρας π. τινὶ Εὐρ. Ὀρ. 1044, Φοίν. 1459, κτλ.· περὶ δ’ ὠλένας δέρᾳ ... βάλοιμι [[αὐτόθι]] 165· π. τινὶ δεσμά, βρόχους Αἰσχύλ. Πρ. 52, Εὐρ. Βάκχ. 619· ζευκτήριον Τροίᾳ Αἰσχύλ. Ἀγ. 529· ἐν πέπλοισι κρατὶ π. [[σκότος]] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1159· - [[ὡσαύτως]], π. θώρηκας περὶ τὰ στέρνα Ἡρόδ. 1. 215, πρβλ. 5. 85· π. αἱμασιὴν κατὰ τὸν κύκλον ὁ αὐτ. 7. 60· π. ναῦν περὶ [[ἕρμα]], προσαράττω εἰς .., Θουκ. 7. 25. - Μέσ., βάλλω τι [[ἐπάνω]] μου, ἐνδύομαι, μετ’ αἰτιατ. πράγμ., τεύχεα περιβαλλόμενοι, ἐνδυόμενοι τὰ ὅπλα των, Ὀδ. Χ. 148· περὶ δὲ ζώνην βάλετ’ ἰξυῖ Ε. 231· [[ξίφος]] περὶ στιβαροῖς βάλετ’ ὤμοις Ξ. 518· [[οὕτως]], [[εἷμα]], [[φᾶρος]] περιβάλλεσθαι Ἡρόδ. 1. 152., 9. 109· φάρεα καὶ πλοκάμους Εὐρ. Ι. Τ. 1150· κόσμον σώμασιν ὁ αὐτ. ἐν Ἡρ. Μαιν. 334· [[ὡσαύτως]], π. [[ἔρυμα]], [[ἕρκος]], τείχεα Ἡρόδ. 1. 141., 9. 96, 97, πρβλ. Θουκ. 1. 8· ταῖς πόλεσιν ἐρύματα περιβάλλεσθαι Ξεν. Ἀπομν. 2. 1, 14· π. [[τεῖχος]] [[περί]] τι Λυσ. 194. 43· καὶ μετὰ διπλῆς αἰτ., [[τεῖχος]] περιβάλλεσθαι πόλιν, περιβάλλειν αὐτὴν διὰ τείχους, Ἡρόδ. 1. 163, πρβλ. 6. 46· πρβλ. Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. τόμ. Α΄, σελ. 517· - ἐν τῷ παθητ. πρκμ., Πλάτ. Συμπ. 216D· περιβεβλημένος τὸ [[τεῖχος]], ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 174Ε, πρβλ. Ἀριστ. Πολιτικ. 7. 11, 11. 2) μεταφορ. ὡς τὸ περιτιθέναι, περιάπτειν, π. τινὶ βασιληίην, τυραννίδα Ἡρόδ. 1. 129, Εὐρ. Ἴων 829· [[ὡσαύτως]], π. σωτηρίαν [τισὶ] Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 304· δουλείαν Μυκήναις ὁ αὐτ. ἐν Φοιν. 189· οἶκτον ὁ αὐτ. ἐν Ι. Α. 934· μὴ πρὸς θεῶν μοι περιβάλῃς ἀνανδρίαν ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 1031. ΙΙ. τἀνάπαλιν μετὰ δοτ. πράγμ., κυκλώνω, [[περικλείω]], περιβαλεῖν [[πλῆθος]] τῶν ἰχθύων (δηλ. τῷ ἀμφιβλήστρῳ) Ἡρόδ. 1. 141· βρόχῳ π. τὸν αὐχένα ὁ αὐτ. 4. 60· οὕτω παρ’ Ἀττ., [Βόσπορον] πέδαις π. Αἰσχύλ. Πέρσ. 748· [[περικαλύπτω]], [[ἐνδύω]], π. τινὰ ὑφάσματι, πέπλοις, δοραῖς, κτλ., Εὐρ. Ὀρ. 25, κτλ.· π. τινὰ χερσί, [[ἐναγκαλίζομαι]], [[αὐτόθι]] 372 (ἴδε ἐν ἀρχῇ)· - ἀκολούθως μεταφορ., π. τινὰ συμφοραῖς, κακοῖς, ὀνείδεσι, κινδύνοις ὁ αὐτ. 906, Ἀντιφῶν 122. 25, Ἀνδοκ. 18. 33, Λυσ. 102. 57, Δημ. 604. 9, κτλ.· π. τινὰ φυγῇ, δηλ. [[ἐξορίζω]] τινά, Πλούτ. 2. 775C· - [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, [[περικλείω]] πρὸς ἰδίαν μου ὑπεράσπισιν, τὴν νῆσον π. τείχει Πλάτ. Κριτί. 116Α, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 6. 3, 30· π. θύννους Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 4. 10, 8, πρβλ. 13. 2) π. τινὰ χαλκεύματι, βάλλω τινὰ ὁλόγυρα εἰς τὸ [[ξίφος]] μου, δηλ. διατρυπῶ διὰ τοῦ ξίφους (ἴδε ἐν λέξ. περὶ Β. Ι. 2), Αἰσχύλ. Χο. 576. ΙΙΙ. μόνον μετ’ αἰτ., περικυκλώνω, περιβάλλει με [[σκότος]], [[νέφος]] Εὐρ. Φοίν. 1453, Ἡρ. Μαιν. 1140· π. τινά, [[ἐναγκαλίζομαι]], Ξεν. Ἀν. 4. 7, 25· ἀλλὰ καὶ [[ἐνδύω]], τινὰ Εὐαγγ. κ. Ματθ. κε΄, 36· - τὸ περιβεβλημένον, τὸ ἐγκεκλεισμένον [[μέρος]], [[περίβολος]], Ἡρόδ. 2. 91· πρβλ. [[περίβολος]] ΙΙ. 2· - μέσ., ἤλαυνον περιβαλλόμενοι [τὰ ὑποζύγια], περιτριγυρίζοντες, ὁ αὐτ. 9. 39. 2) ἵπποι περὶ [[τέρμα]] βαλοῦσαι, περιελθοῦσαι τὸν καμπτῆρα, Ἰλ. Ψ. 462· ἰδίως ἐπὶ πλοίων, π. τὸν Ἄθων Ἡρόδ. 6. 44· [[Σούνιον]] Θουκ. 8. 95· ὡς τὸ [[περιπλέω]] παρ’ Ἡροδ. 7. 21. 3) [[συχνάζω]], ἀγαπῶ νὰ φοιτῶ εἴς τι [[μέρος]], Ξεν. Κυνηγ. 5. 29., 6. 18. 4) π. λόγον, στρογγυλώνω, ἀποκαθιστῶ αὐτὸν στρογγύλον, Ἐρμογέν., Φώτ. IV. Μέσ., προσπαθῶ νὰ κερδήσω τι πρὸς ἐμὴν ὠφέλειαν, [[ἀποβλέπω]] εἰς [[ἴδιον]] [[κέρδος]], Λατιν. affectare, ἰδίῃ π. ἑωυτῶ κέρδεα Ἡρόδ. 3. 71· πολλὰ χρήματα ὁ αὐτ. 8. 8, πρβλ. 7. 190· σωφροσύνης δόξαν π. Ξεν. Ἀπομν. 4. 2, 6· τὰ λοιπὰ περιβαλλόμενος Δημ. 304. 25· πρβλ. Κόντου Κριτικὰ καὶ Γραμματικὰ ἐν Ἀθηνᾶς τ. Β΄, σ. 287· - παθ. πρκμ. μετὰ μέσ. σημασ., [[κυριεύω]], [[λαμβάνω]] εἰς τὴν ἐξουσίαν μου, Σάμιοι δὲ ἀπαλλαχθέντες Μήδων, ἀπονητὶ πόλιν καλλίστην Ζάγκλην περιεβεβλήατο (Ἰων. ἀντὶ περιεβέβληντο) Ἡρόδ. 6.24· δυναστείαν Ἰσοκρ. 79C. 2) περιβάλλεσθαι τῇ διανοίᾳ ὑποτίθεσθαι Ἰσοκρ. 106C [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Κοραῆ· πολὺ κρεῖττόν ἐστιν ἕν [[καλῶς]] μεμαθηκέναι ἢ πολλὰ περιβεβλῆσθαι πράγματα Μένανδρος ἐν Ἀδήλ. 474·-λογικῶς, πρὶν ἂν ξύμπαντα τὰ οἰκεῖα ἐντὸς μιᾶς ὁμοιότητος ἔρξας γένους τινὸς οὐσίᾳ περιβάληται, περιλάβῃ, Πλάτ. Πολιτικ. 285Β. 3) [[περικαλύπτω]], [[καλύπτω]], [[περικαλύπτω]] διὰ λέξεων, κομψῶς κύκλῳ π. τι ὁ αὐτ. ἐν Συμπ. 222C· ἀπολ.,=τῷ Λατ. ambagibus uti, ὁ αὐτ. ἐν Φαίδρῳ 272D. V. (ἐκ τῆς περὶ Α. ΙΙΙ) νικῶ ἐν τῷ βάλλειν, [[ὑπερβάλλω]], καὶ οὕτω [[καθόλου]], νικῶ, [[ὑπερέχω]], ὑπερτερῶ, μνηστῆρας δώροισι Ὀδ. Ρ. 17· ἢ [[ἁπλῶς]], π. ἀρετῇ, ὑπερτερεῖν κατὰ τὴν ἀρετήν, Ἰλ. Ψ. 276.
}}
}}
{{bailly
{{bailly