Anonymous

πεῖρα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πεῖρα''': ἡ, οὕτω καὶ παρ’ Ἴωσιν, ἀλλὰ πείρη, Ἡρ., (ἴδε [[πειράω]] Α)· - ὡς καὶ νῦν, [[πεῖρα]], [[δοκιμή]], Ἀλκμὰν 47, Θέογν. 563· πείρᾳ δ’ οὐ προσωμίλησά πω Σοφ. Τρ. 591· πικρὰν πεῖραν τολμᾶν ὁ αὐτ. ἐν Ἰλ. 471· πείρᾳ σφάλλεσθαι Θουκ. 1. 70· ἡ π. ξυμβαίνει ὁ αὐτ. 3. 3· πείρᾳ θὴν πάντα τελεῖται Θεόκρ. 15. 61· - [[ἔνθα]] πεῖραν ἔχοντες [[οἴκαδε]] .. οὐ νέοντ’ [[ἄνευ]] στεφάνων, «[[ἔνθα]] ἔχοντες πεῖραν τῶν ἀγώνων [[οὐδέποτε]] [[ἄνευ]] στεφάνων εἰς τὰς ἑαυτῶν οἰκίας ἦλθον, Πινδ. Ν. 4. 123· [[ἀλλά]], πεῖραν ἔχειν τινός, δοκιμάζειν τι, γιγνώσκειν τι ἐκ πείρας, Ξεν. Κύρ. 4. 1, 5· π. τινος ἔχειν ὅτι . ὁ αὐτ. ἐν Ἀναβ. 3. 2, 16· καί, π. ἔχει τῆς γνώμης Θουκ. 1. 140· - πεῖράν τινος λαμβάνειν Εὐρ. ἐν Πλουτ. Φαβ. 17, Ἰσοκρ. 282Α, Πλάτ. Γοργ. 448Α, Ξεν. Ἀν. 6. 6, 33, κτλ.· π. λαμβάνειν ἐν ἑαυτῷ [[αὐτόθι]] 5. 8, 15· π. λαμβάνειν τινός, [[ὅπως]] ἔχει Πλάτ. Πρωτ. 342Α· π. λαμβάνειν τινός, εἰ ἄρα τι λέγει ὁ αὐτ. ἐν Θεάγ. 129D· - πεῖράν τινος, διδόναι, ὡς ἐν τῷ Λατ. specimen sui edere, Θουκ. 1. 138., 6. 11, πρβλ. Δημ. 262. 14., 293. 20· π. [[ἀλλήλων]] λαμβάνοντες καὶ διδόντες Πλάτ. Πρωτ. 348Α· - πεῖράν τινος ποιεῖσθαι Θουκ. 1. 53· π. ποιεῖσθαι εἰ ... ὁ αὐτ. 2. 20· ταῖς πείραις βασανίζειν Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 2. 7, 17· πεῖραν καθεῖναι Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 2. 13. 2) [[μετὰ]] προθ., ἀπὸ πείρης, ἐκ πείρας, διὰ πειράματος, ἀντίθετον τῷ αὐτόματον, Ἡρόδ. 7. 9· - διὰ πείρας ἰέναι Πλάτ. Ἀξίοχ. 369Α· διὰ τῆς π. ἀποδοκιμασθῆναι Ἀριστ. Πολ. 8. 6, 12· - εἰς πεῖράν τινος ἔρχεσθαι Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 309, κτλ.· ἰέναι ἐς π. τοῦ ναυτικοῦ, ποιῆσαι ἀπόπειραν· ἐν θαλάσσῃ, ναυμαχίαν, Θουκ. 7. 71· ἀκοῆς [[κρείσσων]] ἐς π. ἔρχεται, δοκιμαζομένη ἀποδείκνυται [[κρείσσων]] τῆς φήμης αὐτῆς, ὁ αὐτ. 2. 41· - ἐκ τῆς π. δῆλον Ἀριστ. Προβλ. 25. 8, 6· - ἐν πείρᾳ τινὸς γίγνεσθαι, λαβεῖν πεῖραν [[αὐτοῦ]], Ξεν. Ἀν. 1. 9, 1· ἐν π. [[τέλος]] διαφαίνεται Πινδ. Ν. 3. 122· - ἐπὶ πείρᾳ, διὰ πείρας ἢ δοκιμῆς, Ἀριστοφ. Ὄρν. 583· - ἐπὶ πείρᾳ [[δίδωμι]], δίδω τι [[χάριν]] δοκιμῆς, Μένανδρ. ἐν «Διδύμοις» 2· - π. θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς, ἀγὼν [[περί]] …, Πινδ. Ν. 9. 67. ΙΙ. [[ἐπιχείρησις]], [[ἀπόπειρα]] [[ἐναντίον]] τινός, πεῖράν τιν’ ἐχθρῶν ἁρπάσαι, [[μέσον]] πρὸς ἐπίθεσιν κατά …, Σοφ. Αἴ. 2· [[ἀλλά]], τοιοῦδε φωτὸς π., δύναται νὰ σημαίνῃ ἐπίθεσιν παρ’ [[αὐτοῦ]] ἢ [[ἐναντίον]] [[αὐτοῦ]], Αἰσχύλ. Θήβ. 499· - [[μάλιστα]] δέ, [[ἀπόπειρα]] πρὸς ἐξαπάτησιν γυναικός, πρβλ. [[πειράω]] Α. ΙΙΙ. 1· - ἀπολ., [[ἀπόπειρα]], [[ἐπιχείρησις]], ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 719, Θουκ. 3. 20· πεῖραν ἀφορμῶ, [[ἐξέρχομαι]] εἰς ἐπιχείρησίν τινα, ὡς τὸ στρατείαν [[ἐξέρχομαι]], Σοφ. Αἴ. 290 - ἐκ ταύτης τῆς σημασίας παράγεται ἡ μεταγεν. [[λέξις]] [[πειρατής]].
|lstext='''πεῖρα''': ἡ, οὕτω καὶ παρ’ Ἴωσιν, ἀλλὰ πείρη, Ἡρ., (ἴδε [[πειράω]] Α)· - ὡς καὶ νῦν, [[πεῖρα]], [[δοκιμή]], Ἀλκμὰν 47, Θέογν. 563· πείρᾳ δ’ οὐ προσωμίλησά πω Σοφ. Τρ. 591· πικρὰν πεῖραν τολμᾶν ὁ αὐτ. ἐν Ἰλ. 471· πείρᾳ σφάλλεσθαι Θουκ. 1. 70· ἡ π. ξυμβαίνει ὁ αὐτ. 3. 3· πείρᾳ θὴν πάντα τελεῖται Θεόκρ. 15. 61· - [[ἔνθα]] πεῖραν ἔχοντες [[οἴκαδε]] .. οὐ νέοντ’ [[ἄνευ]] στεφάνων, «[[ἔνθα]] ἔχοντες πεῖραν τῶν ἀγώνων [[οὐδέποτε]] [[ἄνευ]] στεφάνων εἰς τὰς ἑαυτῶν οἰκίας ἦλθον, Πινδ. Ν. 4. 123· [[ἀλλά]], πεῖραν ἔχειν τινός, δοκιμάζειν τι, γιγνώσκειν τι ἐκ πείρας, Ξεν. Κύρ. 4. 1, 5· π. τινος ἔχειν ὅτι . ὁ αὐτ. ἐν Ἀναβ. 3. 2, 16· καί, π. ἔχει τῆς γνώμης Θουκ. 1. 140· - πεῖράν τινος λαμβάνειν Εὐρ. ἐν Πλουτ. Φαβ. 17, Ἰσοκρ. 282Α, Πλάτ. Γοργ. 448Α, Ξεν. Ἀν. 6. 6, 33, κτλ.· π. λαμβάνειν ἐν ἑαυτῷ [[αὐτόθι]] 5. 8, 15· π. λαμβάνειν τινός, [[ὅπως]] ἔχει Πλάτ. Πρωτ. 342Α· π. λαμβάνειν τινός, εἰ ἄρα τι λέγει ὁ αὐτ. ἐν Θεάγ. 129D· - πεῖράν τινος, διδόναι, ὡς ἐν τῷ Λατ. specimen sui edere, Θουκ. 1. 138., 6. 11, πρβλ. Δημ. 262. 14., 293. 20· π. [[ἀλλήλων]] λαμβάνοντες καὶ διδόντες Πλάτ. Πρωτ. 348Α· - πεῖράν τινος ποιεῖσθαι Θουκ. 1. 53· π. ποιεῖσθαι εἰ ... ὁ αὐτ. 2. 20· ταῖς πείραις βασανίζειν Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 2. 7, 17· πεῖραν καθεῖναι Αἰλ. Ποικ. Ἱστ. 2. 13. 2) μετὰ προθ., ἀπὸ πείρης, ἐκ πείρας, διὰ πειράματος, ἀντίθετον τῷ αὐτόματον, Ἡρόδ. 7. 9· - διὰ πείρας ἰέναι Πλάτ. Ἀξίοχ. 369Α· διὰ τῆς π. ἀποδοκιμασθῆναι Ἀριστ. Πολ. 8. 6, 12· - εἰς πεῖράν τινος ἔρχεσθαι Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 309, κτλ.· ἰέναι ἐς π. τοῦ ναυτικοῦ, ποιῆσαι ἀπόπειραν· ἐν θαλάσσῃ, ναυμαχίαν, Θουκ. 7. 71· ἀκοῆς [[κρείσσων]] ἐς π. ἔρχεται, δοκιμαζομένη ἀποδείκνυται [[κρείσσων]] τῆς φήμης αὐτῆς, ὁ αὐτ. 2. 41· - ἐκ τῆς π. δῆλον Ἀριστ. Προβλ. 25. 8, 6· - ἐν πείρᾳ τινὸς γίγνεσθαι, λαβεῖν πεῖραν [[αὐτοῦ]], Ξεν. Ἀν. 1. 9, 1· ἐν π. [[τέλος]] διαφαίνεται Πινδ. Ν. 3. 122· - ἐπὶ πείρᾳ, διὰ πείρας ἢ δοκιμῆς, Ἀριστοφ. Ὄρν. 583· - ἐπὶ πείρᾳ [[δίδωμι]], δίδω τι [[χάριν]] δοκιμῆς, Μένανδρ. ἐν «Διδύμοις» 2· - π. θανάτου πέρι καὶ ζωᾶς, ἀγὼν [[περί]] …, Πινδ. Ν. 9. 67. ΙΙ. [[ἐπιχείρησις]], [[ἀπόπειρα]] [[ἐναντίον]] τινός, πεῖράν τιν’ ἐχθρῶν ἁρπάσαι, [[μέσον]] πρὸς ἐπίθεσιν κατά …, Σοφ. Αἴ. 2· [[ἀλλά]], τοιοῦδε φωτὸς π., δύναται νὰ σημαίνῃ ἐπίθεσιν παρ’ [[αὐτοῦ]] ἢ [[ἐναντίον]] [[αὐτοῦ]], Αἰσχύλ. Θήβ. 499· - [[μάλιστα]] δέ, [[ἀπόπειρα]] πρὸς ἐξαπάτησιν γυναικός, πρβλ. [[πειράω]] Α. ΙΙΙ. 1· - ἀπολ., [[ἀπόπειρα]], [[ἐπιχείρησις]], ὁ αὐτ. ἐν Πέρσ. 719, Θουκ. 3. 20· πεῖραν ἀφορμῶ, [[ἐξέρχομαι]] εἰς ἐπιχείρησίν τινα, ὡς τὸ στρατείαν [[ἐξέρχομαι]], Σοφ. Αἴ. 290 - ἐκ ταύτης τῆς σημασίας παράγεται ἡ μεταγεν. [[λέξις]] [[πειρατής]].
}}
}}
{{bailly
{{bailly