3,277,121
edits
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
(CSV import) |
||
(15 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=pentikostos | |Transliteration C=pentikostos | ||
|Beta Code=penthkosto/s | |Beta Code=penthkosto/s | ||
|Definition= | |Definition=πεντηκοστή, πεντηκοστόν,<br><span class="bld">A</span> [[fiftieth]], Pl. ''Tht.'' 175b.<br><span class="bld">II</span> Subst. [[πεντηκοστή]], ἡ,<br><span class="bld">1</span> (''[[sc.]]'' [[μερίς]]), [[fiftieth part]]: hence, [[tax of two per cent]]. on exports and imports, at Athens, And.1.133, D.59.27: pl., Id.24.120; ἐς Ἀθάνας πεντηκοστὰ τῶν λίθων ''IG'' 42(1).103.46 (Epid.); at Delos, ib.22.1635.38 (iv B. C.), 11(2).161 ''A'' 26 (iii B. C.); at Halicarnassus, ''OGI'' 46.12 (iii B. C.); <b class="b3">τῶν πρηθέντων τελείτω π.</b> ''SIG'' 229.5 (Erythrae, iv B. C.); = Lat. [[quinquagesima]], D.C.55.31 ([[si vera lectio|s.v.l.]]): metaph., <b class="b3">ταύτην ευὕρηκε Μειδίας καινὴν ἱππικήν τινα πεντηκοστήν</b> invented a new sort of [[composition of two per cent]]. in lieu of his cavalry service, i.e. paid this instead of it, D.21.166.<br><span class="bld">2</span> (''[[sc.]]'' [[ἡμέρα]]), [[fiftieth day]] (after the Passover), ''Pentecost'', [[LXX]] 2 ''Ma.'' 12.32; <b class="b3">ἡ ἡμέρα τῆς Π.</b> ''Act.Ap.'' 2.1. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0559.png Seite 559]] der funfzigste, Plat. Theaet. 175 b u. sonst; ἡ [[πεντηκοστή]], der funfzigste | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0559.png Seite 559]] der funfzigste, Plat. Theaet. 175 b u. sonst; ἡ [[πεντηκοστή]], der funfzigste Teil, ''[[sc.]]'' [[μοῖρα]], also 2 Procent war der übliche Eingangszoll, τῶν εἰσαγομένων εἰς τὸν Πειραιᾶ φορτίων καὶ ἀνδραπόδων ἐκ τῆς ἀλλοδαπῆς πεντηκοστὴν ἐτ έλουν οἱ ἔμποροι, B. A. 297; Andoc. 1, 133 u. A.; vgl. Vöckh's Staatshaush. der Ath. I p. 337; – ἡ [[πεντηκοστή]], ''[[sc.]]'' [[ἡμέρα]], der funfzigste Tag nach Ostern, d. i. Pfingsten, K. S. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br />cinquantième ; ἡ πεντεκοστή ([[ἡμέρα]]) la Pentecôte <i>(cinquantième jour après Pâques)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[πεντήκοντα]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=πεντηκοστός -ή -όν [πεντήκοντα] vijftigste; subst. ἡ πεντηκοστή belasting van een vijftigste (twee procent); subst. ἡ Πεντηκοστή Pinksteren (vijftigste dag na Pasen). | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''πεντηκοστός:''' [[пятидесятый]] Plat. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πεντηκοστός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, τακτ. ἀριθμ. τοῦ 50, Πλάτ. Θεαίτ. 175Β. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ἡ πεντηκοστή, 1) (ἐξυπακ. τοῦ [[μερίς]]), τὸ πεντηκοστὸν [[μέρος]], ἐν Ἀθήναις ὁ [[φόρος]] δύο ἐπὶ τοῖς ἑκατὸν ὁ εἰσπραττόμενος ἐπὶ παντὸς ἐξαγομένου ἢ εἰσαγομένου πράγματος, [[οἷον]] ἐπὶ τοῦ εἰσαγομένου σίτου, Ἀνδοκ. 17. 24, Δημ. 1353. 21· ἐν τῷ πληθ., ὁ αὐτ. 738. 5· ἴδε Böckh P. E. 2.24, Λεξικ. τῶν Ἀρχαιοτ. ἐν λ.· ― μεταφορ., ταύτην εὕρηκε Μειδίας καινὴν ἱππικῆς τινὰ πεντηκοστήν, εὗρε νέον [[εἶδος]] πεντηκοστῆς ἀντὶ τῆς ἐν τῷ ἱππικῷ ὑπηρεσίας του, δηλ. ἐπλήρωσε πεντηκοστὴν [[ὅπως]] ἐξαιρεθῇ, Δημ. 568. 12. 2) (ἐξυπακ. [[ἡμέρα]]), ἡ (μετὰ τὸ Πάσχα) πεντηκοστὴ [[ἡμέρα]], Ἑβδ. (Β΄ Μακκ. ΙΒ΄, 32), Πράξ. Ἀποστ. β΄, 1, κ. ἀλλ. | |lstext='''πεντηκοστός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, τακτ. ἀριθμ. τοῦ 50, Πλάτ. Θεαίτ. 175Β. ΙΙ. ὡς οὐσιαστ., ἡ πεντηκοστή, 1) (ἐξυπακ. τοῦ [[μερίς]]), τὸ πεντηκοστὸν [[μέρος]], ἐν Ἀθήναις ὁ [[φόρος]] δύο ἐπὶ τοῖς ἑκατὸν ὁ εἰσπραττόμενος ἐπὶ παντὸς ἐξαγομένου ἢ εἰσαγομένου πράγματος, [[οἷον]] ἐπὶ τοῦ εἰσαγομένου σίτου, Ἀνδοκ. 17. 24, Δημ. 1353. 21· ἐν τῷ πληθ., ὁ αὐτ. 738. 5· ἴδε Böckh P. E. 2.24, Λεξικ. τῶν Ἀρχαιοτ. ἐν λ.· ― μεταφορ., ταύτην εὕρηκε Μειδίας καινὴν ἱππικῆς τινὰ πεντηκοστήν, εὗρε νέον [[εἶδος]] πεντηκοστῆς ἀντὶ τῆς ἐν τῷ ἱππικῷ ὑπηρεσίας του, δηλ. ἐπλήρωσε πεντηκοστὴν [[ὅπως]] ἐξαιρεθῇ, Δημ. 568. 12. 2) (ἐξυπακ. [[ἡμέρα]]), ἡ (μετὰ τὸ Πάσχα) πεντηκοστὴ [[ἡμέρα]], Ἑβδ. (Β΄ Μακκ. ΙΒ΄, 32), Πράξ. Ἀποστ. β΄, 1, κ. ἀλλ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ή, -ό / [[πεντηκοστός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> τακτικό αριθμητικό που αντιστοιχεί στο απόλυτο [[πεντήκοντα]] και χρησιμοποιείται για να δηλώσει αυτόν που σε μια [[σειρά]] ή [[τάξη]] ομοειδών προσώπων ή αντικειμένων κατέχει τον αριθμό [[πενήντα]], αυτός που αριθμείται [[μετά]] από άλλους [[σαράντα]] [[εννέα]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η Πεντηκοστή</i><br /><b>εκκλ.</b> [[εορτή]] που γιορτάζεται [[πενήντα]] ημέρες [[μετά]] το [[Πάσχα]] και αντιστοιχεί [[προς]] την ομώνυμη [[εορτή]] τών Ιουδαίων [[αλλά]] έχει διαφορετικό [[περιεχόμενο]], [[είναι]] [[δηλαδή]] για τους χριστιανούς η [[εορτή]] της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος και η [[γενέθλια]] [[ημέρα]] της Εκκλησίας, της οποίας η [[αρχή]] του εορτασμού ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους και εορταζόταν εξ αρχής [[είτε]] στον ναό τών Ιεροσολύμων [[μαζί]] με τους Ιουδαίους [[είτε]] ανεξαρτήτως<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το πεντηκοστό</i><br />καθένα από τα [[πενήντα]] ίσα μέρη στα οποία διαιρείται [[ποσό]] ή [[μέγεθος]], το [[πεντηκοστημόριο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> α) το πεντηκοστό [[μέρος]]<br />β) ([[ιδίως]] στην Αθήνα, στη Δήλο, στην Αλικαρνασσό και στην Ερυθραία) [[φόρος]] δύο επί τοῖς [[εκατό]] ο [[οποίος]] επιβαλλόταν σε [[κάθε]] εισαγόμενο και [[εξαγόμενο]] [[εμπόρευμα]], όπως λ.χ. στον εισαγόμενο σίτο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντήκο</i>-<i>ντα</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>στος</i> ( | |mltxt=-ή, -ό / [[πεντηκοστός]], -ή, -όν, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> τακτικό αριθμητικό που αντιστοιχεί στο απόλυτο [[πεντήκοντα]] και χρησιμοποιείται για να δηλώσει αυτόν που σε μια [[σειρά]] ή [[τάξη]] ομοειδών προσώπων ή αντικειμένων κατέχει τον αριθμό [[πενήντα]], αυτός που αριθμείται [[μετά]] από άλλους [[σαράντα]] [[εννέα]]<br /><b>2.</b> <b>το θηλ. ως ουσ.</b> <i>η Πεντηκοστή</i><br /><b>εκκλ.</b> [[εορτή]] που γιορτάζεται [[πενήντα]] ημέρες [[μετά]] το [[Πάσχα]] και αντιστοιχεί [[προς]] την ομώνυμη [[εορτή]] τών Ιουδαίων [[αλλά]] έχει διαφορετικό [[περιεχόμενο]], [[είναι]] [[δηλαδή]] για τους χριστιανούς η [[εορτή]] της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος και η [[γενέθλια]] [[ημέρα]] της Εκκλησίας, της οποίας η [[αρχή]] του εορτασμού ανάγεται στους αποστολικούς χρόνους και εορταζόταν εξ αρχής [[είτε]] στον ναό τών Ιεροσολύμων [[μαζί]] με τους Ιουδαίους [[είτε]] ανεξαρτήτως<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το πεντηκοστό</i><br />καθένα από τα [[πενήντα]] ίσα μέρη στα οποία διαιρείται [[ποσό]] ή [[μέγεθος]], το [[πεντηκοστημόριο]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>το θηλ. ως ουσ.</b> α) το πεντηκοστό [[μέρος]]<br />β) ([[ιδίως]] στην Αθήνα, στη Δήλο, στην Αλικαρνασσό και στην Ερυθραία) [[φόρος]] δύο επί τοῖς [[εκατό]] ο [[οποίος]] επιβαλλόταν σε [[κάθε]] εισαγόμενο και [[εξαγόμενο]] [[εμπόρευμα]], όπως λ.χ. στον εισαγόμενο σίτο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πεντήκο</i>-<i>ντα</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>στος</i> ([[πρβλ]]. [[ογδοηκοστός]])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''πεντηκοστός:''' -ή, -όν ([[πεντήκοντα]])·<br /><b class="num">I.</b> [[πεντηκοστός]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> ως ουσ. ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (ενν. [[μερίς]]), στην Αθήνα [[φόρος]] του ενός πεντηκοστού ή του [[δύο]] τοις [[εκατό]] σε όλα τα εξαγόμενα και εισαγόμενα προϊόντα, σε Ρήτ.· <i>εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινα πεντηκοστήν</i>, βρήκε νέο είδος φόρου [[δύο]] επι τοις [[εκατό]], στη [[θέση]] της ιππικής υπηρεσίας, δηλ. πλήρωσε αυτό στη [[θέση]] εκείνης, σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> (ενν. [[ἡμέρα]]), η [[πεντηκοστή]] [[μέρα]] [[μετά]] το [[Πάσχα]], Πεντηκοστή, σε Καινή Διαθήκη | |lsmtext='''πεντηκοστός:''' -ή, -όν ([[πεντήκοντα]])·<br /><b class="num">I.</b> [[πεντηκοστός]], σε Πλάτ.<br /><b class="num">II.</b> ως ουσ. ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (ενν. [[μερίς]]), στην Αθήνα [[φόρος]] του ενός πεντηκοστού ή του [[δύο]] τοις [[εκατό]] σε όλα τα εξαγόμενα και εισαγόμενα προϊόντα, σε Ρήτ.· <i>εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινα πεντηκοστήν</i>, βρήκε νέο είδος φόρου [[δύο]] επι τοις [[εκατό]], στη [[θέση]] της ιππικής υπηρεσίας, δηλ. πλήρωσε αυτό στη [[θέση]] εκείνης, σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> (ενν. [[ἡμέρα]]), η [[πεντηκοστή]] [[μέρα]] [[μετά]] το [[Πάσχα]], Πεντηκοστή, σε Καινή Διαθήκη | ||
}} | }} | ||
{{ | {{mdlsj | ||
| | |mdlsjtxt=[[πεντηκοστός]], ή, όν [[πεντήκοντα]]<br /><b class="num">I.</b> [[fiftieth]], Plat.<br /><b class="num">II.</b> as [[substantive]], ἡ [[πεντηκοστή]],<br /><b class="num">1.</b> (''[[sc.]]'' μερίσ), at [[Athens]] the [[duty]] of one-[[fiftieth]], or two per cent., on all exports and [[imports]], Oratt.; εὕρηκε καινὴν ἱππικῆς τινὰ πεντηκοστήν he invented a new two per cent. [[duty]], in [[lieu]] of his [[cavalry]] [[service]], i. e. paid [[this]] [[instead]] of it, Dem.<br /><b class="num">2.</b> (''[[sc.]]'' ἡμέρἀ, the [[fiftieth]] day ([[after]] the Passover), Pentecost, NTest. | ||
}} | }} | ||
{{ | {{lxth | ||
| | |lthtxt=''[[quinquagesimus]]'', [[fiftieth]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:3.116.2/ 3.116.2], (<i>de Aetna</i> <i>concerning Aetna</i>) | ||
}} | }} |