3,274,216
edits
m (Text replacement - " τοῑς " to " τοῖς ") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''προβαίνω''': μέλλ. -βήσομαι· πρκμ. -βέβηκα· ἀόρ. β΄ προΰβην· ― ἐν τῶν τύπων τούτων ὁ Ὅμηρ. χρῆσιν ποιεῖται μόνον τοῦ πρκμ.· ἀλλ’ ἔχει μετοχ. ἐνεστ. [[προβιβάς]] ([[ὥσπερ]] ἐκ ῥήματ. [[βίβημι]]), ἀλλὰ | |lstext='''προβαίνω''': μέλλ. -βήσομαι· πρκμ. -βέβηκα· ἀόρ. β΄ προΰβην· ― ἐν τῶν τύπων τούτων ὁ Ὅμηρ. χρῆσιν ποιεῖται μόνον τοῦ πρκμ.· ἀλλ’ ἔχει μετοχ. ἐνεστ. [[προβιβάς]] ([[ὥσπερ]] ἐκ ῥήματ. [[βίβημι]]), ἀλλὰ μετὰ διαφόρ. γραφ. [[προβιβῶν]] ([[ὥσπερ]] ἐκ ῥήματ. [[βιβάω]])· ― ὁ Ἡσύχ. μνημονεύει καὶ τύπον προβιβάσθων· ― [[ὡσαύτως]] ἀντὶ προβοῶντε ἐν Ἰλ. Μ. 277, ὁ Σχολ. ποιεῖται μνείαν διαφόρ. γραφῆς προβάοντε ([[ὥσπερ]] ἐκ ῥήματ. [[προβάω]], πρβλ. Ἀπολλ. Λεξ.) καὶ προβῶντες δὲ ἀπαντᾷ παρὰ τῷ Κρατίνῳ ἐν «Νόμοις» 5 ([[ἔνθα]] ἴδε Meineke), πρβλ. [[ἐκβάω]]· εἰς τὸν τύπον τοῦτον γραμματικοί τινες ἀναφέρουσι τὴν προστ. πρόβᾱ (ἥτις συνήθως λαμβάνεται ὡς κατ’ ἀποκοπὴν ἀντὶ τοῦ πρόβηθι), Εὐρ. Ἄλκ. 872, Ἀριστοφ. Ἀχ. 262· προβᾶτε Σοφ. Ο. Κ. 841, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1047 καὶ ἐν ἅπασι τοῖς λυρ. χωρίοις· ἴδε Ahrens D. Dor. 338. Ὡς καὶ νῦν, βαίνω πρὸς τὰ ἐμπρός, [[βαδίζω]], προχωρῶ, κραιπνὰ (κοῦφα) ποσὶ προβιβὰς Ἰλ. Ν. 18, 158, Ὀδ. Ρ. 27· τὸν δ’ ὦκα προβιβάντα πόδες φέρον Ὀδ. Ο. 555· ὑπασπίδια προβιβάντι Ἰλ. Ν. 807, Π. 609· οὕτω καὶ παρ’ ἅπασι τοῖς συγγραφ., Αἰσχύλ. Πρ. 247, κτλ.· πρ. εὐθέσι τοῖς σκέλεσι Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 8. 24, 3· μετὰ συστοίχ. αἰτ., οἵαν ὁδὸν ἁ δειλαιοτάτα πρ. Εὐρ. Ἄλκ. 262· προβεβήκασι τὰ ἀριστερά, ἔχουσι τοὺς ἀριστερούς των πόδας πρὸς τὰ ἐμπρός, (ἀλλὰ μετὰ διαφ. γραφ. προβεβλήκασι, ἴδε [[προβάλλω]] ΙΙ. 1), Ἀριστ. π. Ζ. Πορείας 4, 9. 2) ὡς [[σημεῖον]] χρόνου, ἄστρα προβέβηκε, ἔχουσι προβῆ πολὺ ἐν τῷ οὐρανῷ, δηλ. ἐπέρασαν τὰ μεσάνυκτα, Ἰλ. Υ. 252· ἡ νὺξ προβαίνει, ἡ νὺξ προχωρεῖ, Ξεν. Ἀν. 3. 1, 13· ― [[ἐντεῦθεν]] ἐπὶ τοῦ χρόνου [[αὐτοῦ]], τοῦ χρόνου προβαίνοντος, προχωροῦντος, παρερχομένου, Ἡρόδ. 3. 53, 140· ὁ μὲν [[χρόνος]] δὴ διὰ χρόνου προὔβαινέ μοι Σοφ. Φιλ. 285· οὕτω, προβαίνοντος τοῦ ἔργου, τοῦ πολέμου Ἡρόδ. 7. 23, Πολύβ. 2. 47, 3· τοῦ κώθωνος εὖ [[μάλα]] προβεβηκότος Ἀθήν. 477Ε· ― ἐπὶ ἡλικίας, προβήσεται ἡ [[ἡλικία]] Ξεν. Ἀπολ. 6˙ καὶ ἐπὶ προσώπων, τοὺς ἤδη προβεβηκότας τῇ ἡλικίᾳ, τοὺς ὄντας ἐν προβεβηκυίᾳ ἡλικίᾳ, Λυσ. 169. 38, Διόδ. 12. 18˙ καὶ ἀπολ., οἱ προβεβηκότες Βάτων ἐν Ἀδήλ. 1. 9, Λουκ. Νιγρῖν. 24˙ [[ὡσαύτως]], [[ἐπεὶ]] προέβη τοῖς ἔτεσιν Μάχων παρ’ Ἀθην. 580C· προβεβηκότες ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν Εὐαγγ. κ. Λουκ. α΄, 7, πρβλ. 18˙ ἡλικίας εἰς τὸ [[πρόσθεν]] πρ. Πλάτ. Ἐπιστ. 325C· πρ. εἰς [[πεντήκοντα]] ἔτη Δίων Κ. 68. 4˙ ― ἀλλ’ ἐπὶ χρόνου [[ὡσαύτως]], [[παρέρχομαι]], «περνῶ», «[[διαβαίνω]]», Θέογν. 583, πρβλ. Πολύβ. 7. 11, 2. 2) μεταφορ., ἐπὶ διηγήσεως, λογικοῦ ἐπιχειρήματος ἢ συζητήσεως, ἐπὶ ἐνεργείας, ἐπὶ γεγονότων, ἐπίσχες [[αὐτοῦ]], μὴ [[πέρα]] προβῇς λόγου Κρατῖνος ἐν «Εὐνείδαις» 6˙ προβήσομαι ἐς τὸ [[πρόσω]] τοῦ λόγου Ἡρόδ. 1. 5˙ πρ. ἐκ τῶν κνημέων ἐς τοὺς μηρούς, προεχώρησαν..., ὁ αὐτ. 6. 75˙ προὔβης τῶνδε καὶ περαιτέρω Αἰσχύλ. Πρ. 247˙ πρ. ἐπ’ ἔσχατον θράσους Σοφ. Ἀντ. 853˙ ποῖ προβήσεται [[λόγος]]; Εὐρ. Ἱππ. 342˙ [[πέρας]] δὴ ποῖ κακῶν προβήσεται ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 511, πρβλ. 749˙ τὸ τῆς τύχης ἀφανὲς οἷ προβήσεται ὁ αὐτ. ἐν Ἀλκ. 758˙ ἀπροσ., εἰς τοῦτο προβέβηκε [[ὥστε]]..., ἔχει προχωρήσῃ [[μέχρι]] τοσούτου, [[ὥστε]]..., Πλάτ. Νόμ. 839C· τοσοῦτον προβεβήκαμεν [[ὥστε]]... ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 187Α˙ καὶ προβήσεσθαι... [[πόρρω]] μοχθηρίας, καὶ ὅτι θὰ προχωρήσῃ εἰς μέγαν βαθμὸν μοχθηρίας, Ξεν. Ἀπολ. 30˙ πρ. εἰς τοῦτο ἔχθρας Δημ. 162. 2˙ εἰς ἀταξίαν Αἰσχίν. 59. 5˙ [[μέχρι]] τινὸς Πολύβ. 2. 1, 3. 4) βαίνω πρὸς τὰ ἐμπρὸς, [[προοδεύω]], προέβαινε τὸ [[ἔθνος]] ἄρχον, προώδευεν αὐξάνον τὴν κυριαρχίαν του, Ἡρόδ. 1. 134˙ τοσοῦτον προβεβήκαμεν, Λατ. tantum profecimus, Πλάτ. Θεαίτ. 187Α˙ μὴ προβαίη μεῖζον ἢ τὸ νῦν κακὸν Εὐρ. Μήδ. 907˙ πρ. ἐπὶ πολὺ Αἰσχίν. 25. 30˙ ἐπὶ τὸ [[χεῖρον]] πρ. τὰ πράγματα Πολύβ. 5. 30, 6. ΙΙ. [[ὑπερβάλλω]], ὑπερτερῶ, πολὺ προβέβηκας ἁπάντων σῷ θάρσει, «κατὰ πολὺ πάντας ὑπερβάλλεις τῇ σῇ εὐτολμίᾳ» (Θ. Γαζῆς), Ἰλ. Ζ. 125˙ κράτεϊ Π. 54, πρβλ. Χ. 190˙ δυνάμει τε καὶ αἰδοῖ Τρηχῖνος προβέβηκε, ἀνεδείχθη [[ὑπέρτερος]] τῶν Τραχινιῶν, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 355. ΙΙΙ. μετ’ αἰτ. πράγμ., [[τέρμα]] προβὰς (ἀντὶ ὑπερβὰς) Πινδ. Ν. 7. 104. IV. [[ἐνίοτε]] παρὰ ποιηταῖς μετ’ αἰτ. τοῦ ὀργάνου τῆς κινήσεως, [[πόδα]] πρ. Θέογν. 283˙ τὸν [[πόδα]] Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 161˙ προβὰς δὲ [[κῶλον]] Εὐρ. Φοίν. 1412˙ ἀρβύλαν προβὰς ὁ αὐτ. ἐν Ὀρ. 1470˙ προβὰς τὸν [[πόδα]] τὸν ἀριστερὸν, καὶ τὸν δεξιὸν ὑποβὰς Πολυδ. Ε΄, 23, πρβλ. Λουκ. Πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 29˙ ἴδε βαίνω ΙΙ. 4. V. Μεταβατ. ἐνεργείας, ἐν τῷ ἐνεργητ. μέλλ., [[κάμνω]] τινὰ νὰ ὑπάγῃ ἐμπρός, [[διδάσκω]] αὐτὸν πῶς ὑπάγῃ ἐμπρὸς, τίς [[τρόπος]] ἄνδρα προβάσει [ᾱ]; «διδάξει» (Σχόλ.), Πινδ. Ο. 8. 83. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |