Anonymous

συγκινδυνεύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συγκινδῡνεύω''': [[κινδυνεύω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος ἄλλου, τινι Θουκ. 8. 22, Πλούταρχ. κλπ.· τῷ φράζειν σ. τινὶ Πλάτ. Νόμ. 969A· μετά τινος Πολύβ. 2. 3, 5 ― ἀπολ., [[μετέχω]] τοῦ κινδύνου, Ξεν. Ἀγησ. 11. 13, Πλάτ. Φίληβ. 29A, Δημ. 196. 3, κτλ.· [[μετὰ]] δοτ. τρόπου, τῷ ναυτικῷ, διὰ τοῦ ναυτικοῦ των, Ἰσοκρ. 179A.
|lstext='''συγκινδῡνεύω''': [[κινδυνεύω]] [[ὁμοῦ]] μετά τινος ἄλλου, τινι Θουκ. 8. 22, Πλούταρχ. κλπ.· τῷ φράζειν σ. τινὶ Πλάτ. Νόμ. 969A· μετά τινος Πολύβ. 2. 3, 5 ― ἀπολ., [[μετέχω]] τοῦ κινδύνου, Ξεν. Ἀγησ. 11. 13, Πλάτ. Φίληβ. 29A, Δημ. 196. 3, κτλ.· μετὰ δοτ. τρόπου, τῷ ναυτικῷ, διὰ τοῦ ναυτικοῦ των, Ἰσοκρ. 179A.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''συγκινδῡνεύω:''' подвергаться общей опасности, рисковать вместе (βουλόμενοι [[ἅμα]] ὡς πλείστους [[σφίσι]] ξ. Thuc.): ἐγὼ δ᾽ [[ὑμῖν]] συγκινδυνεύσω τῷ φράζειν τὰ δεδογμένα [[ἐμοί]] Plat. совместно с вами я рискну сформулировать свою точку зрения (досл. свои мнения); [[μετὰ]] τῶν ὁπλιτῶν σ. Polyb. сражаться бок о бок с тяжелой пехотой.
|elrutext='''συγκινδῡνεύω:''' подвергаться общей опасности, рисковать вместе (βουλόμενοι [[ἅμα]] ὡς πλείστους [[σφίσι]] ξ. Thuc.): ἐγὼ δ᾽ [[ὑμῖν]] συγκινδυνεύσω τῷ φράζειν τὰ δεδογμένα [[ἐμοί]] Plat. совместно с вами я рискну сформулировать свою точку зрения (досл. свои мнения); μετὰ τῶν ὁπλιτῶν σ. Polyb. сражаться бок о бок с тяжелой пехотой.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. σω<br />to incur [[danger]] [[along]] with, τινί Thuc., etc.;—absol. to be partners in [[danger]], Xen., Dem., etc.
|mdlsjtxt=fut. σω<br />to incur [[danger]] [[along]] with, τινί Thuc., etc.;—absol. to be partners in [[danger]], Xen., Dem., etc.
}}
}}