Anonymous

σοφιστεύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''σοφιστεύω''': φέρομαι ὡς [[σοφιστής]], ἐνεργῶ ἢ συλλογίζομαι ὡς [[σοφιστής]], Δημ. 1415 ἐν τέλ., Ἀριστ. π. Σοφιστ. Ἐλέγχ. 1, 7, πρβλ. Κικ. πρὸς Ἀττ. 9. 9. 2) [[διδάσκω]] ὡς οἱ σοφισταί, [[μάλιστα]] τὴν ῥητορικήν, Πλουτ. Λούκουλλ. 22, Καῖσ. 3, κτλ.· ἐπ’ ἀργυρίῳ ὁ αὐτ. 2. 1047F· - [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] συστοίχ. αἰτ., σ. τὰ ῥητορικά, [[διδάσκω]] τὴν ῥητορικὴν ἐν πραγματείαις, Στράβ. 614. ΙΙ. μεταβ., ἐπινοῶ ἐντέχνως, τι Ἡλιόδ. 6. 9· [[ὡσαύτως]], ἐντέχνως [[κρύπτω]], [[ἀποκρύπτω]], τὸν ἔρωτα ὁ ἀυτ. 1. 10. - Ἴδε Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 130.
|lstext='''σοφιστεύω''': φέρομαι ὡς [[σοφιστής]], ἐνεργῶ ἢ συλλογίζομαι ὡς [[σοφιστής]], Δημ. 1415 ἐν τέλ., Ἀριστ. π. Σοφιστ. Ἐλέγχ. 1, 7, πρβλ. Κικ. πρὸς Ἀττ. 9. 9. 2) [[διδάσκω]] ὡς οἱ σοφισταί, [[μάλιστα]] τὴν ῥητορικήν, Πλουτ. Λούκουλλ. 22, Καῖσ. 3, κτλ.· ἐπ’ ἀργυρίῳ ὁ αὐτ. 2. 1047F· - [[ὡσαύτως]] μετὰ συστοίχ. αἰτ., σ. τὰ ῥητορικά, [[διδάσκω]] τὴν ῥητορικὴν ἐν πραγματείαις, Στράβ. 614. ΙΙ. μεταβ., ἐπινοῶ ἐντέχνως, τι Ἡλιόδ. 6. 9· [[ὡσαύτως]], ἐντέχνως [[κρύπτω]], [[ἀποκρύπτω]], τὸν ἔρωτα ὁ ἀυτ. 1. 10. - Ἴδε Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 130.
}}
}}
{{bailly
{{bailly