Anonymous

συνήδομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συνήδομαι''': μέλλ. -ησθήσομαι˙ ἀόρ. -ήσθην˙ ἀποθ. Ἥδομαι, [[χαίρω]], τέρπομαι [[ὁμοῦ]], Πλάτ. Πολ. 462Ε, Ξεν., κλπ.˙ ― σ. τινι, [[χαίρω]] μετά τινος, ἐν συμπαθείᾳ [[πρός]] αὐτόν, Εὐρ. Ἴων 728, Δημ. 579. 19, κτλ.˙ σ. τινι περιεόντι Ἡρόδ. 3. 36˙ ἀντίθετον τῷ συλλυπεῖσθαι, Ἀντιφῶν 122. 4, Πλάτ. Πολ. 462Ε· τῷ συνάχθεσθαι, Ξεν. Κύρ. 1. 6, 24, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 9. 10, 5˙ τῷ συναλγεῖν, [[αὐτόθι]] 9. 4, 5˙ σ. ὅτι... Ξεν. Ἀνάβ. 5. 5, 8, κτλ. 2) [[μετὰ]] δοτ. πράγματ., [[χαίρω]] ἐπί τινι, τέρπομαι, εὐχαριστοῦμαι διά τι, [[χαίρω]], [[ἐπιχαίρω]], σ. τοῖς ἀγαθοῖς Ἀριστ. Ρητ. 2. 4, 3˙ ἐπί τινι Ξεν. Κύρ. 8. 2, 2, κτλ.˙ τινος, ἐξ αἰτίας τινός, Ἀππ. Μακεδ. 15, Συλλ. Ἐπιγρ. 3832. 3) [[μετὰ]] δοτ. προσ. καὶ πράγμ., Σοφ. Ο. Κ. 1398. ΙΙ. ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐκφέρει χαρὰν ἐπὶ εὐτυχίᾳ, ἐν ᾧ τὸ [[ἐφήδομαι]] ἐκφέρει κακεντρεχῆ χαρὰν ἐπὶ δυστυχίᾳ˙ ἀλλ’ ὑπάρχουσι παραδείγματα τοῦ ἀντιθέτου, [[οἷον]] οὐδὲ [[συνήδομαι]]... ἄλγεσι δώματος Εὐριπ. ἐν Μηδ. 136˙ τὶ [[τάλας]] τοῖσδε συνήδει...; ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1286˙ θανόντι γ’ [[οὐδαμῶς]] ξ. ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 958˙ συνησθησόμενοι ταῖς συμφοραῖς Ἰσοκρ. 176C Βεκκῆρ. (κοινῶς ἐφησθ-).
|lstext='''συνήδομαι''': μέλλ. -ησθήσομαι˙ ἀόρ. -ήσθην˙ ἀποθ. Ἥδομαι, [[χαίρω]], τέρπομαι [[ὁμοῦ]], Πλάτ. Πολ. 462Ε, Ξεν., κλπ.˙ ― σ. τινι, [[χαίρω]] μετά τινος, ἐν συμπαθείᾳ [[πρός]] αὐτόν, Εὐρ. Ἴων 728, Δημ. 579. 19, κτλ.˙ σ. τινι περιεόντι Ἡρόδ. 3. 36˙ ἀντίθετον τῷ συλλυπεῖσθαι, Ἀντιφῶν 122. 4, Πλάτ. Πολ. 462Ε· τῷ συνάχθεσθαι, Ξεν. Κύρ. 1. 6, 24, Ἀριστ. Ἠθικ. Νικ. 9. 10, 5˙ τῷ συναλγεῖν, [[αὐτόθι]] 9. 4, 5˙ σ. ὅτι... Ξεν. Ἀνάβ. 5. 5, 8, κτλ. 2) μετὰ δοτ. πράγματ., [[χαίρω]] ἐπί τινι, τέρπομαι, εὐχαριστοῦμαι διά τι, [[χαίρω]], [[ἐπιχαίρω]], σ. τοῖς ἀγαθοῖς Ἀριστ. Ρητ. 2. 4, 3˙ ἐπί τινι Ξεν. Κύρ. 8. 2, 2, κτλ.˙ τινος, ἐξ αἰτίας τινός, Ἀππ. Μακεδ. 15, Συλλ. Ἐπιγρ. 3832. 3) μετὰ δοτ. προσ. καὶ πράγμ., Σοφ. Ο. Κ. 1398. ΙΙ. ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐκφέρει χαρὰν ἐπὶ εὐτυχίᾳ, ἐν ᾧ τὸ [[ἐφήδομαι]] ἐκφέρει κακεντρεχῆ χαρὰν ἐπὶ δυστυχίᾳ˙ ἀλλ’ ὑπάρχουσι παραδείγματα τοῦ ἀντιθέτου, [[οἷον]] οὐδὲ [[συνήδομαι]]... ἄλγεσι δώματος Εὐριπ. ἐν Μηδ. 136˙ τὶ [[τάλας]] τοῖσδε συνήδει...; ὁ αὐτ. ἐν Ἱππ. 1286˙ θανόντι γ’ [[οὐδαμῶς]] ξ. ὁ αὐτ. ἐν Ρήσ. 958˙ συνησθησόμενοι ταῖς συμφοραῖς Ἰσοκρ. 176C Βεκκῆρ. (κοινῶς ἐφησθ-).
}}
}}
{{bailly
{{bailly