3,277,286
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τειχίζω''': μέλλ. Ἀττ. -ιῶ Θουκ. 6. 97, Δημ. 69. 18., 375. 7· ἀόρ. ἐτείχισα Ἡρόδ. 1. 175· πρκμ. τετείχικα Δημ. 375. 11. ― Μέσ., ἀόρ. ἐτειχισάμην Ξεν.· ([[τεῖχος]]). Ὡς καὶ νῦν, [[κτίζω]], (πρβλ. [[τειχέω]]), Ἀριστοφ. Ὄρν. 838, Θουκ. 1. 64, κλπ.· | |lstext='''τειχίζω''': μέλλ. Ἀττ. -ιῶ Θουκ. 6. 97, Δημ. 69. 18., 375. 7· ἀόρ. ἐτείχισα Ἡρόδ. 1. 175· πρκμ. τετείχικα Δημ. 375. 11. ― Μέσ., ἀόρ. ἐτειχισάμην Ξεν.· ([[τεῖχος]]). Ὡς καὶ νῦν, [[κτίζω]], (πρβλ. [[τειχέω]]), Ἀριστοφ. Ὄρν. 838, Θουκ. 1. 64, κλπ.· μετὰ συστοίχου αἰτ., τ. [[τεῖχος]], οἰκοδομῶ, [[ἐγείρω]] [[τεῖχος]], ὁ αὐτ. 5. 82, Ἀνδοκ. 28. 18, κλπ.· καὶ ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, [[τεῖχος]] ἐτειχίσσαντο, ἔκτισαν δι’ ἑαυτοὺς [[τεῖχος]], Ἰλ. Η. 449, πρβλ. Θουκ. 3. 105· [[ἔρυμα]] τῷ στρατοπέδῳ ἐτειχίσαντο ὁ αὐτ. 1. 11. ― Παθ., [[πύργος]] τετείχισται Πινδ. Ι. 5 (4). 56· ὕμνων θησαυρὸς τετείχισται ὁ αὐτ. Π. 6. 9· τετείχιστο, ἀπροσ., ὑπῆρχον οἰκοδομαί, Ἡρόδ. 1. 181. 2) [[σχηματίζω]] ὡς [[τεῖχος]], τῇ τῶν ἀσπίδων προβολῇ [[ὥσπερ]] τειχίσαντες Ἡρόδ. 6. 5. ΙΙ. μεταβ., [[περιτειχίζω]], διὰ τείχους [[περικλείω]], ὀχυρώνω, τὸ [[οὖρος]] Ἡρόδ. 1. 175, κλπ.· τὸν Πειραιᾶ Ἀνδοκ. 24. 4· τὴν πόλιν, τὸν κρημνὸν Θουκ. 1. 93., 6. 101· στρατόπεδα δύο ὁ αὐτ. 3.6· λίθοις τ. τὴν πόλιν Δημ. 325. 23· χαλκοῖς τείχεσι τὴν χώραν Αἰσχίν. 65. 33· Μαγνησίαν Δημ. 15. 20· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσ. τύπῳ, τειχίζεσθαι τὸ [[χωρίον]] Θουκ. 4. 3. ― Παθ., περικλείομαι διὰ τείχους ἢ διὰ τειχῶν, οἱ Ἀθηναῖοι ἐτειχίσθησαν ὁ αὐτ. 1. 93· τὰ τετειχισμένα, τὰ ὠχυρωμένα μέρη, ὁ αὐτ. 4. 9· μεταφορ., Αἴγυπτον τῷ Νείλῳ τετειχισμένην Ἰσοκρ. 224Α· ἀσφάλειαν τετειχισμένην ὅπλοις Δημ. 367. 18. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |