Anonymous

Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀγωνοθετέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 11: Line 11:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀγωνοθετέω''': μέλλ. -ήσω, ([[ἀγωνοθέτης]]) [[διευθύνω]] τοὺς ἀγῶνας, συγκροτῶ αὐτούς, Θουκ. 3. 38· [[συχν]]. ἐν Ἐπιγραφ.· ἀγ. [[Πύθια]], [[Ὀλύμπια]], Ἀνθ. II. 12. 255· μίμοις ἀγ., Πλούτ. 2. 621C. 2) [[μετὰ]] αἰτ., ἀγ. τινάς, [[περιπλέκω]], ἀναταράττω τινάς, Πολύβ. 9. 34. 3· ἀγ. στάσιν, πόλεμον, κτλ., ἀνακινῶ, [[διεγείρω]] πόλεμον, κτλ. Πλουτ. Κάτων Νεώτ. 45, Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰουδ. 17. 3, 1. ΙΙ. ἐπιστατῶ, [[προεδρεύω]] τῶν ἀγώνων, Δημ. 119. 13, πρβλ. Πλάτ. Συμπ. 184Α.
|lstext='''ἀγωνοθετέω''': μέλλ. -ήσω, ([[ἀγωνοθέτης]]) [[διευθύνω]] τοὺς ἀγῶνας, συγκροτῶ αὐτούς, Θουκ. 3. 38· [[συχν]]. ἐν Ἐπιγραφ.· ἀγ. [[Πύθια]], [[Ὀλύμπια]], Ἀνθ. II. 12. 255· μίμοις ἀγ., Πλούτ. 2. 621C. 2) μετὰ αἰτ., ἀγ. τινάς, [[περιπλέκω]], ἀναταράττω τινάς, Πολύβ. 9. 34. 3· ἀγ. στάσιν, πόλεμον, κτλ., ἀνακινῶ, [[διεγείρω]] πόλεμον, κτλ. Πλουτ. Κάτων Νεώτ. 45, Ἰωσήπ. Ἀρχ. Ἰουδ. 17. 3, 1. ΙΙ. ἐπιστατῶ, [[προεδρεύω]] τῶν ἀγώνων, Δημ. 119. 13, πρβλ. Πλάτ. Συμπ. 184Α.
}}
}}
{{bailly
{{bailly