3,277,206
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀπεργάζομαι''': μέλλ. -άσομαι: ― ἀόρ. -ειργασάμην: πρκμ. -είργασμαι, [[ὅστις]] ὁτὲ μὲν [[εἶναι]] ἐνεργητ., ὁτὲ δὲ παθητ., πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 704C, Τίμ. 30Β, κ. ἀλλ., πρὸς τὴν Πολ. 566Α, Φαῖδρ. 272Α, κ. ἀλλ.: ― ἀόρ. -ειργάσθην, ἀεὶ ἐπὶ παθ. σημασίας, ὁ αὐτ. Πολ. 374C, κ. ἀλλ.: ἀποθ. Ἀποτελειώνω τι, κατεργάζομαί τι | |lstext='''ἀπεργάζομαι''': μέλλ. -άσομαι: ― ἀόρ. -ειργασάμην: πρκμ. -είργασμαι, [[ὅστις]] ὁτὲ μὲν [[εἶναι]] ἐνεργητ., ὁτὲ δὲ παθητ., πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 704C, Τίμ. 30Β, κ. ἀλλ., πρὸς τὴν Πολ. 566Α, Φαῖδρ. 272Α, κ. ἀλλ.: ― ἀόρ. -ειργάσθην, ἀεὶ ἐπὶ παθ. σημασίας, ὁ αὐτ. Πολ. 374C, κ. ἀλλ.: ἀποθ. Ἀποτελειώνω τι, κατεργάζομαί τι μετὰ τελειότητος, [[κατασκευάζω]] τι μετὰ τέχνης, καθιστῶ τέλειον, ἀποπληρῶ, τὰ ξύλινα τοῦ τείχους τίνες ἀπειργάσαντ’ Ἀριστοφ. Ὄρν. 1154· [[συχνάκις]] παρὰ Πλάτ., [[ἔργον]] ἀπ. Γοργ. 454Α, Πολ. 353Β, 603Α, κ. ἀλλ., καθιστῶ, εὐδαίμονα πόλιν ἀπ. Νόμ. 683Β· τόν τε πολιτικὸν ἀπ. καὶ τὸν φιλόσοφον Πολιτικ. 257Α· ἡ [[τέχνη]] ἐπιτελεῖ, ἃ ἡ [[φύσις]] ἀδυνατεῖ ἀπεργάσασθαι Ἀριστ. Φυσ. 2. 8, 8. 2) ἐπὶ ζῳγράφου, ἀποτελειώνω διὰ χρωμάτων, [[παριστάνω]] ἢ [[ἐκφράζω]] τελείως, κατ’ ἀντιδιαστολὴν πρὸς τὸ ὑπογράψαι (σχεδιάσαι ἢ σκιαγραφῆσαι), Πλάτ. Πολ. 548D, πρβλ. 504D: ἐν γένει, [[κάμνω]], [[σχηματίζω]], προξενῶ, ὁ αὐτ. Φίλ. 24C, κτλ. 3) ἐκτελῶ, ἀναγκαῖόν ἐστιν ἀπεργάζεσθαι τοῦτο Ξεν. Ἀπομν. 1. 6, 5. ΙΙ. προξενῶ, [[παράγω]], δόξαν ψευδῆ Πλάτ. Φίλ. 40D· νίκην ὁ αὐτ. Νόμ. 647Β· πανουργίαν ἀντὶ σοφίας [[αὐτόθι]] 747C· ὀσμὴν Ἀριστ. Ἀποσπ. 327, κτλ. ΙΙΙ. μετὰ διπλῆς αἰτ. καθιστῶ, ἀγαθὸν ἀπ. τινα Ξεν. Συμπ. 8. 35· τοὺς παῖδας ἀπ. δειλοτέρους Πλάτ. Πολ. 381Ε, πρβλ. Πολιτικ. 287Α, κ. ἀλλ.: ― οὕτω καὶ ὁ πρκμ. μετὰ παθ. σημασ. ἀπειργασμένος [[τύραννος]], [[τέλειος]], εἰς τὴν ἐντέλειαν, ὁ αὐτ. Πολ. 566Α· [[τέχνη]] ἀπειργασμένη ὁ αὐτ. Φαῖδρ. 272Α· ἀνὴρ ἀπ. καλὸς κἀγαθὸς Ξεν. Οἰκ. 11. 3. 2) [[μεταβάλλω]] τι εἰς ἕτερον, ἀπ. [[ὕδωρ]] γῆν, πῦρ ἀέρα, [[μεταβάλλω]] τὴν γῆν εἰς [[ὕδωρ]], τὸν ἀέρα εἰς πῦρ, Πλάτ. Τίμ. 61Β. 3) ἀπ. τινά τι, [[κάμνω]] τι εἴς τινα, ὅ τι ἀγαθὸν ἡμᾶς ἀπεργάζεται ὁ αὐτ. Χαρμ. 173Λ. πρβλ. Ἀντεραστ. 135C. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |