Anonymous

ἀνεκτός: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀνεκτός''': -όν, μεταγεν. ή, όν, Διογ. Λ. 2. 36: - Ρηματ. ἐπίθ. τοῦ ἀνέχομαι, ὃν δύναταί τις νὰ ὑποφέρῃ, ὑποφερτός, κατὰ τὸ πλεῖστον μετ’ ἀρνήσ. (ὡς τὸ [[ἀνασχετός]])· λοίγια ἔργα …, οὐδ’ ἔτ’ ἀνεκτὰ Ἰλ. Α. 573· [[χρειώ]] … οὐκέτ’ ἀνεκτὸς Κ. 118, Θέογν. 1195, κτλ., [[οὕτως]] ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ παρ’ Ἀττ., οὐκ ἀνεκτὸν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1364· οὐκ ἀνεκτὰ Σοφ. Ἀντ. 282, κτλ. ἢ μετ’ ἐρωτήσεως, ἦ [[ταῦτα]] δῆτ’ ἀνεκτά; ὁ αὐτ. Ο. Τ. 429· [[ταῦτα]] δῆτ’ ἀνέκτ’ ἀκούειν; Ἀριστοφ. Θεσμ. 563: - οὐκ ἀνεκτὸν [ἐστι] ἑπομέν. ἀπαρ. [[μετὰ]] ἢ [[ἄνευ]] τοῦ μὴ οὐ Πλάτ. Θεαίτ. 154C, 181Β· τὸ μὲν οὐκ ἀν. ἐμοί ... γίγνεται ὁ αὐτ. Νόμ. 861D. 2) [[ἄνευ]] ἀρνήσ., τὸ μὲν καὶ ἀνεκτόν ἔχει κακόν, [[ὅπερ]] [[εἶναι]] ὑποφερτόν, Ὀδ. Υ. 83· ἀνεκτὰ παθεῖν, toleranda pati, Θουκ. 7. 77· [[μέχρι]] τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοι, ἐς ὅσον …, ὁ αὐτ. 2. 35· παντὶ τρόπῳ [[ὅστις]] καὶ ὁπωσοῦν [[ἀνεκτός]], καθ’ οἱονδήποτε ὁπωσοῦν ὑποφερτὸν τρόπον, ὁ αὐτ. 8. 90, πρβλ. Δημ. 1477. 24· ἀν. τι λέγειν Ἰσοκρ. 172Β· ἀνεκτότερα, ὑποφερτότερα, Κικ. π. Ἀττ. 12. 45· ἀνεκτότερον ἔσται τινί Εὐαγγ. κ. Ματθ. ι΄, 15, ια΄, 22, κτλ. β) ἐπὶ προσώπων, [[μόγις]] ἀνεκτοὶ Λυσ. 166. 10, πρβλ. Δημ. 1477. 25. ΙΙ. Ἐπίρρ. -τῶς παρ’ Ὁμ. ἀείποτε οὐκέτ’ ἀνεκτῶς Ὀδ. Ι. 350, κτλ.· νομίσας οὐκ ἀνεκτῶς ἔχειν ὅτι δὲν [[εἶναι]] ὑποφερτά, Ξεν. Ἑλλ. 7. 3, 1.
|lstext='''ἀνεκτός''': -όν, μεταγεν. ή, όν, Διογ. Λ. 2. 36: - Ρηματ. ἐπίθ. τοῦ ἀνέχομαι, ὃν δύναταί τις νὰ ὑποφέρῃ, ὑποφερτός, κατὰ τὸ πλεῖστον μετ’ ἀρνήσ. (ὡς τὸ [[ἀνασχετός]])· λοίγια ἔργα …, οὐδ’ ἔτ’ ἀνεκτὰ Ἰλ. Α. 573· [[χρειώ]] … οὐκέτ’ ἀνεκτὸς Κ. 118, Θέογν. 1195, κτλ., [[οὕτως]] ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ καὶ παρ’ Ἀττ., οὐκ ἀνεκτὸν Αἰσχύλ. Ἀγ. 1364· οὐκ ἀνεκτὰ Σοφ. Ἀντ. 282, κτλ. ἢ μετ’ ἐρωτήσεως, ἦ [[ταῦτα]] δῆτ’ ἀνεκτά; ὁ αὐτ. Ο. Τ. 429· [[ταῦτα]] δῆτ’ ἀνέκτ’ ἀκούειν; Ἀριστοφ. Θεσμ. 563: - οὐκ ἀνεκτὸν [ἐστι] ἑπομέν. ἀπαρ. μετὰ ἢ [[ἄνευ]] τοῦ μὴ οὐ Πλάτ. Θεαίτ. 154C, 181Β· τὸ μὲν οὐκ ἀν. ἐμοί ... γίγνεται ὁ αὐτ. Νόμ. 861D. 2) [[ἄνευ]] ἀρνήσ., τὸ μὲν καὶ ἀνεκτόν ἔχει κακόν, [[ὅπερ]] [[εἶναι]] ὑποφερτόν, Ὀδ. Υ. 83· ἀνεκτὰ παθεῖν, toleranda pati, Θουκ. 7. 77· [[μέχρι]] τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοι, ἐς ὅσον …, ὁ αὐτ. 2. 35· παντὶ τρόπῳ [[ὅστις]] καὶ ὁπωσοῦν [[ἀνεκτός]], καθ’ οἱονδήποτε ὁπωσοῦν ὑποφερτὸν τρόπον, ὁ αὐτ. 8. 90, πρβλ. Δημ. 1477. 24· ἀν. τι λέγειν Ἰσοκρ. 172Β· ἀνεκτότερα, ὑποφερτότερα, Κικ. π. Ἀττ. 12. 45· ἀνεκτότερον ἔσται τινί Εὐαγγ. κ. Ματθ. ι΄, 15, ια΄, 22, κτλ. β) ἐπὶ προσώπων, [[μόγις]] ἀνεκτοὶ Λυσ. 166. 10, πρβλ. Δημ. 1477. 25. ΙΙ. Ἐπίρρ. -τῶς παρ’ Ὁμ. ἀείποτε οὐκέτ’ ἀνεκτῶς Ὀδ. Ι. 350, κτλ.· νομίσας οὐκ ἀνεκτῶς ἔχειν ὅτι δὲν [[εἶναι]] ὑποφερτά, Ξεν. Ἑλλ. 7. 3, 1.
}}
}}
{{bailly
{{bailly