3,274,216
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀξία''': Ἰων. -ίη, ἡ, ([[ἄξιος]]) ὡς καὶ νῦν, ἡ [[ἀξία]] πράγματός τινος, πρὶν ἂν σφι ἀπισωθῇ (ὁ χρυσὸς) τῇ ἀξίῃ τῶν φορτίων Ἡρόδ. 4. 196· ἀλλ’ ἀντιθέντας… τοῦ τιμήματος τῆς ἀξίας ἕκαστον Εὐρ. Ἱππ. 623· ἡ [[ἀξία]] τοῦ δούλου Πλάτ. Νόμ. 936D· τὸ ἁρμόζον, τὸ [[πρέπον]], κατ’ ἀξίαν ἑκάστου ἀδικήματος Ἡρόδ. 1. 100· χρηματικὸν ποσόν, ὑποτελέειν… ἀξίην βασιλέϊ ὁ αὐτ. 4. 201· τῆς ἀξίας τιμᾶσθαι, τῆς πραγματικῆς ἀξίας, Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, πρβλ. D. E· ἡ [[ἀξία]] τῆς βλάβης ὁ αὐτ. Νόμ. 845Ε· προσάπτειν ἑκάστῳ τῶν ἁμαρτημάτων τὴν ἀξίαν τοῦ… πάθους [[αὐτόθι]] 876D· μὴ κατ’ ἀξίαν τῆς οὐσίας Ξεν. Κύρ. 8. 4, 32· σκοποῦμαι… εἰ ἄρα [[ὥσπερ]] τῶν οἰκετῶν, οὕτω καὶ τῶν φίλων εἰσὶν ἀξίαι ὁ αὐτ. Ἀπομν. 2. 5, 2· κατὰ τὴν τῆς ὀλιγωρίας ἀξίαν, κατὰ τὸν βαθμὸν τῆς ἀμελείας του, Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 249. 27· ἡ κατ’ ἀξίαν [[ἰσότης]] Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 1, 15· τὸ κατ’ ἀξίαν ἴσον [[αὐτόθι]] 5. 7, 8· παρὰ τὴν ἀξίαν ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 4. 2, 13 κ. ἀλλ. 2) ἐπὶ προσώπων, [[ἀξία]], [[ὑπόληψις]], βαθμός, [[τιμή]], Θουκ. 6. 68, Δημ. 171. 13., 246. 1· ἡ τῆς ἀρχῆς [[ἀξία]] Πλάτ. Νόμ. 945Β· ἡ τῆς ἀξίας τιμὴ [[αὐτόθι]] 744Β· οἱ ἐπ’ ἀξίας, ἄνθρωποι ἀξίαν ἔχοντες, πρόσωπα [[ἐπίσημα]], Λουκ. Νιγρ. 24· ἐξεπορεύετο | |lstext='''ἀξία''': Ἰων. -ίη, ἡ, ([[ἄξιος]]) ὡς καὶ νῦν, ἡ [[ἀξία]] πράγματός τινος, πρὶν ἂν σφι ἀπισωθῇ (ὁ χρυσὸς) τῇ ἀξίῃ τῶν φορτίων Ἡρόδ. 4. 196· ἀλλ’ ἀντιθέντας… τοῦ τιμήματος τῆς ἀξίας ἕκαστον Εὐρ. Ἱππ. 623· ἡ [[ἀξία]] τοῦ δούλου Πλάτ. Νόμ. 936D· τὸ ἁρμόζον, τὸ [[πρέπον]], κατ’ ἀξίαν ἑκάστου ἀδικήματος Ἡρόδ. 1. 100· χρηματικὸν ποσόν, ὑποτελέειν… ἀξίην βασιλέϊ ὁ αὐτ. 4. 201· τῆς ἀξίας τιμᾶσθαι, τῆς πραγματικῆς ἀξίας, Πλάτ. Ἀπολ. 36Β, πρβλ. D. E· ἡ [[ἀξία]] τῆς βλάβης ὁ αὐτ. Νόμ. 845Ε· προσάπτειν ἑκάστῳ τῶν ἁμαρτημάτων τὴν ἀξίαν τοῦ… πάθους [[αὐτόθι]] 876D· μὴ κατ’ ἀξίαν τῆς οὐσίας Ξεν. Κύρ. 8. 4, 32· σκοποῦμαι… εἰ ἄρα [[ὥσπερ]] τῶν οἰκετῶν, οὕτω καὶ τῶν φίλων εἰσὶν ἀξίαι ὁ αὐτ. Ἀπομν. 2. 5, 2· κατὰ τὴν τῆς ὀλιγωρίας ἀξίαν, κατὰ τὸν βαθμὸν τῆς ἀμελείας του, Ψήφισμ. παρὰ Δημ. 249. 27· ἡ κατ’ ἀξίαν [[ἰσότης]] Ἀριστ. Πολιτικ. 5. 1, 15· τὸ κατ’ ἀξίαν ἴσον [[αὐτόθι]] 5. 7, 8· παρὰ τὴν ἀξίαν ὁ αὐτ. Ἠθ. Ν. 4. 2, 13 κ. ἀλλ. 2) ἐπὶ προσώπων, [[ἀξία]], [[ὑπόληψις]], βαθμός, [[τιμή]], Θουκ. 6. 68, Δημ. 171. 13., 246. 1· ἡ τῆς ἀρχῆς [[ἀξία]] Πλάτ. Νόμ. 945Β· ἡ τῆς ἀξίας τιμὴ [[αὐτόθι]] 744Β· οἱ ἐπ’ ἀξίας, ἄνθρωποι ἀξίαν ἔχοντες, πρόσωπα [[ἐπίσημα]], Λουκ. Νιγρ. 24· ἐξεπορεύετο μετὰ [[μεγάλης]] ἀξίας, μετὰ [[μεγάλης]] μεγαλοπρεπείας, πομπῆς, Πολύβ. 39. 2, 6: ― καὶ ἐπὶ ἐναντίας σημασίας, δουλικὴ [[ἀξία]], δουλικὴ [[κατάστασις]], Διόδ. 5. 40. 3) [[καθόλου]], ἡ [[ἀξία]] τοῦ ἀνθρώπου, τὸ τὶ ἀξίζει, τὴν μὲν ἀξίαν οὐ λάμψεαι, ἐλάσσω δὲ τῆς ἀξίης Ἡρόδ. 7. 39· εἰ τῆς ἀξίας ἐτύγχανες Ἀριστοφ. Ὄρν. 1223· κατ’ ἀξίαν, ὅσον ἀξίζει, Εὐρ. Ἑκ. 374, Πλάτ. Πολ. 496Α, Φαίδων 113Ε, κ. ἀλλ.· [[ὑπὲρ]] τὴν ἀξίαν, περισσότερον ἢ ὅσον ἀξίζει τις, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 146, Δημ. 18. 23· παρὰ τὴν ἀξίαν, οὐ κατ’ ἀξίαν Θουκ. 7. 77, πρβλ. Δημ. 61. 1. 4) κατὰ τὴν τεχνικὴν γλῶσσαν τῶν Στωικῶν, ἡ [[ἀξία]] [[εἶναι]] τὸ ἀγαθόν, τὸ καλόν, honestum Heyne Ἐπίκτ. 36. ΙΙ. [[ἐκτίμησις]] τῆς ἀξίας πράγματός τινος, γνώμη, κατὰ τὴν ἰδίαν ἀξίαν Διόδ. 14. 10, πρβλ. 107· πρβλ. καὶ τὰς λέξ. [[ἀξιόω]], [[ἀξίωμα]]. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἀξία:''' ион. [[ἀξίη]] ἡ<br /><b class="num">1)</b> цена, стоимость (φορτίων Her.; ἡ ἀ. νομίσματι μετρεῖται Arst.): [[ἔλαττον]] τῆς ἀξίας Xen. ниже (настоящей) цены;<br /><b class="num">2)</b> ценность, достоинство: κατὰ (τὴν) ἀξίαν Eur., Thuc., Xen., Plat., Arst. по достоинству, по заслугам; παρὰ τὴν ἀξίαν Thuc. и [[ὑπὲρ]] τὴν ἀξίαν Eur., Dem. не по заслугам, незаслуженно; τῆς ἀξίας τιμᾶσθαι Plat. воздавать по заслугам;<br /><b class="num">3)</b> вознаграждение, возмещение, плата (τῆς βλάβης Plat.): τὴν ἀξίαν ἀποτίνειν или ὑπέχειν Luc. нести заслуженное наказание;<br /><b class="num">4)</b> звание, (общественное) положение (κατὰ δουλικὴν ἀξίαν Diod.): ἡ τῆς ἀρχῆς ἀ. Plat. государственный пост; οἱ ἐπ᾽ ἀξίας Luc. высокопоставленные лица; ἐκπορεύεσθαι | |elrutext='''ἀξία:''' ион. [[ἀξίη]] ἡ<br /><b class="num">1)</b> цена, стоимость (φορτίων Her.; ἡ ἀ. νομίσματι μετρεῖται Arst.): [[ἔλαττον]] τῆς ἀξίας Xen. ниже (настоящей) цены;<br /><b class="num">2)</b> ценность, достоинство: κατὰ (τὴν) ἀξίαν Eur., Thuc., Xen., Plat., Arst. по достоинству, по заслугам; παρὰ τὴν ἀξίαν Thuc. и [[ὑπὲρ]] τὴν ἀξίαν Eur., Dem. не по заслугам, незаслуженно; τῆς ἀξίας τιμᾶσθαι Plat. воздавать по заслугам;<br /><b class="num">3)</b> вознаграждение, возмещение, плата (τῆς βλάβης Plat.): τὴν ἀξίαν ἀποτίνειν или ὑπέχειν Luc. нести заслуженное наказание;<br /><b class="num">4)</b> звание, (общественное) положение (κατὰ δουλικὴν ἀξίαν Diod.): ἡ τῆς ἀρχῆς ἀ. Plat. государственный пост; οἱ ἐπ᾽ ἀξίας Luc. высокопоставленные лица; ἐκπορεύεσθαι μετὰ [[μεγάλης]] ἀξίας Polyb. совершать пышное шествие;<br /><b class="num">5)</b> оценка, мнение (κατὰ τὴν ἰδίαν ἀξίαν Diod.). | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj |