3,277,286
edits
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκπράσσω''': Ἀττι. -ττω· μέλλ. -ξω, [[πράττω]] τι ἐντελῶς, [[φέρω]] εἰς [[πέρας]], κατορθώνω, Λατ. efficere, τόδ’ ἐκπράξασα Αἰσχύλ. Ἀγ. 582, κτλ.· τόδ’ ἐξέπραξεν [[ὥστε]]..., ὁ αὐτ. Πέρσ. 723· χρόνῳ ποτ’ ἐξέπραξαν ὡς δοῦναι δίκην Σοφ. Ἀντ. 303· δόλιον εὐνὴν ἐξέπραξ’ Εὐρ. Ἑλ. 20 τὸν καλλίνικον... ἐξεπράξατε ἐς [[γόον]], ἐκάματε τὸ ἐπινίκιον ὕμνον νὰ λήξῃ εἰς θρῆνον, ὁ αὐτ. Βάκχ. 1161. ΙΙ. δίδω [[τέλος]], «ξεκάμνω», [[φονεύω]], [[καταστρέφω]], Λατ. conficere, ως τὸ [[διεργάζομαι]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 1275, Σοφ. Ο. Κ. 1659, Εὐρ. Ἑκ. 515. ΙΙΙ. ἀπαιτῶ, εἰσπράττω, [[λαμβάνω]], [[χρέος]], Αἰσχύλ. Ἱκ. 472· αἵματος δίκην Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 43· ζημίαν Πλάτ. Νόμ. 774Ε· [[ὡσαύτως]] | |lstext='''ἐκπράσσω''': Ἀττι. -ττω· μέλλ. -ξω, [[πράττω]] τι ἐντελῶς, [[φέρω]] εἰς [[πέρας]], κατορθώνω, Λατ. efficere, τόδ’ ἐκπράξασα Αἰσχύλ. Ἀγ. 582, κτλ.· τόδ’ ἐξέπραξεν [[ὥστε]]..., ὁ αὐτ. Πέρσ. 723· χρόνῳ ποτ’ ἐξέπραξαν ὡς δοῦναι δίκην Σοφ. Ἀντ. 303· δόλιον εὐνὴν ἐξέπραξ’ Εὐρ. Ἑλ. 20 τὸν καλλίνικον... ἐξεπράξατε ἐς [[γόον]], ἐκάματε τὸ ἐπινίκιον ὕμνον νὰ λήξῃ εἰς θρῆνον, ὁ αὐτ. Βάκχ. 1161. ΙΙ. δίδω [[τέλος]], «ξεκάμνω», [[φονεύω]], [[καταστρέφω]], Λατ. conficere, ως τὸ [[διεργάζομαι]], Αἰσχύλ. Ἀγ. 1275, Σοφ. Ο. Κ. 1659, Εὐρ. Ἑκ. 515. ΙΙΙ. ἀπαιτῶ, εἰσπράττω, [[λαμβάνω]], [[χρέος]], Αἰσχύλ. Ἱκ. 472· αἵματος δίκην Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 43· ζημίαν Πλάτ. Νόμ. 774Ε· [[ὡσαύτως]] μετὰ διπλῆς αἰτ., χρήματα ἐκπρ. τινὰ Θουκ. 8. 108· τοὺς [[ταμίας]] ἐκπρ. τι Πλάτ. Νόμ. 774E. - Παθ., ἔχω νὰ πληρώσω, μοὶ ἀπαιτοῦσί τι, Παυσ. 7. 12, 1. 2) τιμωρῶ, ἐκδικοῦμαι, Σοφ. Ο. Τ. 377 (κατὰ τὸν Jebb [[ἑρμηνευτέον]], διαπράττω, [[ἀπεργάζομαι]]), Εὐρ. Μήδ. 1305· [[οὕτως]] ἐν τῷ μέσῳ τύπῳ, ἐκπράσσεσθαι τὸν Δωριέως φόνον Ἡρόδ. 7. 158· ἐκπρ. τὸν φόνον [[πρός]] τινος [[αὐτόθι]]. - Παθ., ἐκπραχθήσῃ ὅσ’ ἔπραξας Χρησμ. Σιβυλλ. 8. 128. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |