Anonymous

ἐκφοβέω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκφοβέω''': προξενῶ φόβον, [[κάμνω]] νὰ φοβηθῇ τις, Αἰσχύλ. Πέρσ. 696, Πλάτ. Γοργ. 483C, κτλ.˙ τὸ ἐκφοβῆσαι, [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ προξενήσῃ φόβον, Θουκ. 2. 87˙ ἐκφ. τινα ἐς δεμνίων Εὐρ. Ὀρ. 312˙ ἐκ. τινά τι Θουκ. 6. 11: - Παθ., εἶμαι [[λίαν]] πεφοβημένος, φοβοῦμαι [[μεγάλως]], μετ’ αἰτ., Σοφ. Ἠλ. 276˙ [[ὡσαύτως]] [[μετὰ]] τοῦ ὡς..., [[αὐτόθι]] 1426˙ ὑπέρ τινος ὁ αὐτ. Ο. Τ. 989.
|lstext='''ἐκφοβέω''': προξενῶ φόβον, [[κάμνω]] νὰ φοβηθῇ τις, Αἰσχύλ. Πέρσ. 696, Πλάτ. Γοργ. 483C, κτλ.˙ τὸ ἐκφοβῆσαι, [[οὕτως]] [[ὥστε]] νὰ προξενήσῃ φόβον, Θουκ. 2. 87˙ ἐκφ. τινα ἐς δεμνίων Εὐρ. Ὀρ. 312˙ ἐκ. τινά τι Θουκ. 6. 11: - Παθ., εἶμαι [[λίαν]] πεφοβημένος, φοβοῦμαι [[μεγάλως]], μετ’ αἰτ., Σοφ. Ἠλ. 276˙ [[ὡσαύτως]] μετὰ τοῦ ὡς..., [[αὐτόθι]] 1426˙ ὑπέρ τινος ὁ αὐτ. Ο. Τ. 989.
}}
}}
{{bailly
{{bailly