Anonymous

ἄφαρ: Difference between revisions

From LSJ
8 bytes removed ,  20 April 2021
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἄφαρ''': [υυ], ποιητ. ἐπίρρ., [[κυρίως]] σημαῖνον ἄμεσον ἀκολουθίαν, [[εὐθύς]], [[πάραυτα]], ἀμέσως, παρ’ Ὁμ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν ἀρχῇ περιόδου ἢ κώλου ἐπακολουθοῦντος τοῦ δέ, [[ἄφαρ]] δ’ ἤμυσε καρήατι Ἰλ. Τ. 405, πρβλ. Ρ. 417· ἢ [[ἄνευ]] τοῦ δέ, [[μετὰ]] τοῦτο, [[μετὰ]] [[ταῦτα]], Λ. 418, Ὀδ. Β. 95. 2) αἰφνιδίως, [[ταχέως]], [[εὐθέως]], ἀμέσως, [[ἄφαρ]] τόδε λώϊόν ἐστι Β. 169· [[ἄφαρ]] κεραοὶ τελέθουσι Δ. 85· μετ’ ἄλλου ἐπιρρ. πρὸς ἐπίτασιν, [[ἄφαρ]] [[αὐτίκα]] Ἰλ. Ψ. 593· ― [[ὡσαύτως]] παρὰ Πινδ., [[πέμπε]] δράκοντας [[ἄφαρ]] Ν. 1. 60· καὶ σπανίως παρὰ Τραγ., Αἰσχύλ. Πέρσ. 469, Σοφ. Τρ. 135, 529, 821, 958, Εὐρ. Ι. Τ. 1274. ΙΙ. παρὰ Θεόγν. 716, ὡς εἰ ἦτο ἐπίθετον, [[ταχύς]], [[ὠκὺς]] (πρβλ. [[ἀφάρτερος]]), παῖδες Βορέω τῶν [[ἄφαρ]] εἰσὶ πόδες. Ὑπάρχει [[Ἰωνικός]] τις [[τύπος]] ἀφαρεὶ ἐν τῷ Ἐτυμ. Μ. 175. 15, Σουίδ. κτλ. Πρβλ. Sturz Μακ. Διαλ. σ. 70.
|lstext='''ἄφαρ''': [υυ], ποιητ. ἐπίρρ., [[κυρίως]] σημαῖνον ἄμεσον ἀκολουθίαν, [[εὐθύς]], [[πάραυτα]], ἀμέσως, παρ’ Ὁμ. κατὰ τὸ πλεῖστον ἐν ἀρχῇ περιόδου ἢ κώλου ἐπακολουθοῦντος τοῦ δέ, [[ἄφαρ]] δ’ ἤμυσε καρήατι Ἰλ. Τ. 405, πρβλ. Ρ. 417· ἢ [[ἄνευ]] τοῦ δέ, μετὰ τοῦτο, μετὰ [[ταῦτα]], Λ. 418, Ὀδ. Β. 95. 2) αἰφνιδίως, [[ταχέως]], [[εὐθέως]], ἀμέσως, [[ἄφαρ]] τόδε λώϊόν ἐστι Β. 169· [[ἄφαρ]] κεραοὶ τελέθουσι Δ. 85· μετ’ ἄλλου ἐπιρρ. πρὸς ἐπίτασιν, [[ἄφαρ]] [[αὐτίκα]] Ἰλ. Ψ. 593· ― [[ὡσαύτως]] παρὰ Πινδ., [[πέμπε]] δράκοντας [[ἄφαρ]] Ν. 1. 60· καὶ σπανίως παρὰ Τραγ., Αἰσχύλ. Πέρσ. 469, Σοφ. Τρ. 135, 529, 821, 958, Εὐρ. Ι. Τ. 1274. ΙΙ. παρὰ Θεόγν. 716, ὡς εἰ ἦτο ἐπίθετον, [[ταχύς]], [[ὠκὺς]] (πρβλ. [[ἀφάρτερος]]), παῖδες Βορέω τῶν [[ἄφαρ]] εἰσὶ πόδες. Ὑπάρχει [[Ἰωνικός]] τις [[τύπος]] ἀφαρεὶ ἐν τῷ Ἐτυμ. Μ. 175. 15, Σουίδ. κτλ. Πρβλ. Sturz Μακ. Διαλ. σ. 70.
}}
}}
{{bailly
{{bailly