Anonymous

ὀπήεις: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀπήεις''': εσσα, εν, (ὀπή) ὁ ἔχων ὀπή, [[δίφρος]] ὀπ., δηλ. [[κάθισμα]] [[μετὰ]] ὀπῆς πρὸς ἀποπάτησιν, Ἱππ. 640. 15.
|lstext='''ὀπήεις''': εσσα, εν, (ὀπή) ὁ ἔχων ὀπή, [[δίφρος]] ὀπ., δηλ. [[κάθισμα]] μετὰ ὀπῆς πρὸς ἀποπάτησιν, Ἱππ. 640. 15.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ὀπήεις]], -εσσα, -εν (Α)<br />αυτός που έχει οπή, [[τρύπιος]] («[[δίφρος]] [[ὀπήεις]]», Ιπποκρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀπή</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ήεις</i> (<b>βλ. λ.</b> -<i>όεις</i>), <b>πρβλ.</b> <i>τολμ</i>-<i>ήεις</i>].
|mltxt=[[ὀπήεις]], -εσσα, -εν (Α)<br />αυτός που έχει οπή, [[τρύπιος]] («[[δίφρος]] [[ὀπήεις]]», Ιπποκρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ὀπή</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ήεις</i> (<b>βλ. λ.</b> -<i>όεις</i>), <b>πρβλ.</b> <i>τολμ</i>-<i>ήεις</i>].
}}
}}