Anonymous

ὑπερήδομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑπερήδομαι''': [[ἥδομαι]] [[ὑπερβαλλόντως]], [[ὑπερχαίρω]], εὐχαριστοῦμαι ὑπερμέτρως διά τι [[πρᾶγμα]], τοῖσι χρηστηρίοισι Ἡρόδ. 1. 54· τῷ πόματι ὁ αὐτ. 3. 22· [[μετὰ]] μετοχ., ὑπερήδετο ἀκούων, πολὺ ἔχαιρεν ἀκούων, ὁ αὐτ. 1. 90, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 31· [[ὡσαύτως]], ὑπ. ὅτι... [[αὐτόθι]] 8. 3, 50. - Τὸ ἐνεργ. ὑπερήδω. προξενῶ ἡδονήν, τέρψιν, παρὰ Βασιλ. ΙΙΙ, 268C.
|lstext='''ὑπερήδομαι''': [[ἥδομαι]] [[ὑπερβαλλόντως]], [[ὑπερχαίρω]], εὐχαριστοῦμαι ὑπερμέτρως διά τι [[πρᾶγμα]], τοῖσι χρηστηρίοισι Ἡρόδ. 1. 54· τῷ πόματι ὁ αὐτ. 3. 22· μετὰ μετοχ., ὑπερήδετο ἀκούων, πολὺ ἔχαιρεν ἀκούων, ὁ αὐτ. 1. 90, Ξεν. Κύρ. 3. 1, 31· [[ὡσαύτως]], ὑπ. ὅτι... [[αὐτόθι]] 8. 3, 50. - Τὸ ἐνεργ. ὑπερήδω. προξενῶ ἡδονήν, τέρψιν, παρὰ Βασιλ. ΙΙΙ, 268C.
}}
}}
{{grml
{{grml