Anonymous

ὀρφανεύω: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ"
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+), (\w+)<\/b>" to "$1, $2")
m (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὀρφᾰνεύω''': [[φροντίζω]] περὶ ὀρφανῶν, [[ἀνατρέφω]] ὀρφανά, παῖδας, τέκνα Εὐρ. Ἄλκ. 165, 297. ― Παθ., [[μετὰ]] μέσ. μέλλ., = [[ὀρφανός]] εἰμι, εἶμαι [[ὀρφανός]], [[αὐτόθι]] 535, Ἱππ. 847, Ἱκ. 1132· πρβλ. παρθενεύομαι.
|lstext='''ὀρφᾰνεύω''': [[φροντίζω]] περὶ ὀρφανῶν, [[ἀνατρέφω]] ὀρφανά, παῖδας, τέκνα Εὐρ. Ἄλκ. 165, 297. ― Παθ., μετὰ μέσ. μέλλ., = [[ὀρφανός]] εἰμι, εἶμαι [[ὀρφανός]], [[αὐτόθι]] 535, Ἱππ. 847, Ἱκ. 1132· πρβλ. παρθενεύομαι.
}}
}}
{{bailly
{{bailly