Anonymous

συγκεκριμένος: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
(39)
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{grml
|mltxt=-η, -ο, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που υπόκειται στις αισθήσεις, [[αισθητός]], [[απτός]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον αφηρημένο<br /><b>2.</b> [[σαφής]], [[κατηγορηματικός]], [[απερίφραστος]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το συγκεκριμένο</i><br /><b>(φιλοσ.)</b> όρος που σημαίνει οντότητες, όπως λ.χ. πρόσωπα, υλικής υπόστασης αντικείμενα και συμβάντα ή τους όρους που τά δηλώνουν, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τις αφηρημένες έννοιες, όπως [[είναι]] οι αριθμοί, οι τάξεις, οι καταστάσεις, οι ποιότητες, οι σχέσεις κ.ά.<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «συγκεκριμένα ουσιαστικά»<br /><b>γραμμ.</b> (σύμφωνα με την παραδοσιακή υποκατηγοριοποίηση τών ουσιαστικών) τα ουσιαστικά που σημαίνουν αντικείμενα, ζώα ή πρόσωπα, [[δηλαδή]] όντα τα οποία γίνονται αντιληπτά μέσω τών αισθήσεων, λ.χ. [[άνθρωπος]], [[γάτα]], [[σπίτι]], [[δένδρο]] κ.ά., σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τα αφηρημένα<br />β) «συγκεκριμένη [[μουσική]]»<br /><b>μουσ.</b> πειραματική [[τεχνική]] μουσικής σύνθεσης στην οποία χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ηχογραφημένοι ποικίλοι φυσικοί θόρυβοι, με σκοπό την [[παραγωγή]] ενός [[μοντάζ]] ήχων<br />γ) «συγκεκριμένη [[ποίηση]]» — [[τύπος]] ποίησης [[κατά]] τον οποίο το συναισθηματικό ή [[άλλο]] [[περιεχόμενο]] τών λέξεων μεταδίδεται ή προεκτείνεται με την [[οπτική]] τυπογραφική [[διάταξη]] τών λέξεων, τών συλλαβών, τών γραμμάτων ή τμημάτων τών γραμμάτων και τών σημείων στίξεως, αλλ. κυβιστική [[ποίηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. έχει προέλθει από τη μτχ. παθ. παρακμ. του ρ. [[συγκρίνω]].
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που υπόκειται στις αισθήσεις, [[αισθητός]], [[απτός]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον αφηρημένο<br /><b>2.</b> [[σαφής]], [[κατηγορηματικός]], [[απερίφραστος]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το συγκεκριμένο</i><br /><b>(φιλοσ.)</b> όρος που σημαίνει οντότητες, όπως λ.χ. πρόσωπα, υλικής υπόστασης αντικείμενα και συμβάντα ή τους όρους που τά δηλώνουν, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τις αφηρημένες έννοιες, όπως [[είναι]] οι αριθμοί, οι τάξεις, οι καταστάσεις, οι ποιότητες, οι σχέσεις κ.ά.<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «συγκεκριμένα ουσιαστικά»<br /><b>γραμμ.</b> (σύμφωνα με την παραδοσιακή υποκατηγοριοποίηση τών ουσιαστικών) τα ουσιαστικά που σημαίνουν αντικείμενα, ζώα ή πρόσωπα, [[δηλαδή]] όντα τα οποία γίνονται αντιληπτά μέσω τών αισθήσεων, λ.χ. [[άνθρωπος]], [[γάτα]], [[σπίτι]], [[δένδρο]] κ.ά., σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τα αφηρημένα<br />β) «συγκεκριμένη [[μουσική]]»<br /><b>μουσ.</b> πειραματική [[τεχνική]] μουσικής σύνθεσης στην οποία χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ηχογραφημένοι ποικίλοι φυσικοί θόρυβοι, με σκοπό την [[παραγωγή]] ενός [[μοντάζ]] ήχων<br />γ) «συγκεκριμένη [[ποίηση]]» — [[τύπος]] ποίησης [[κατά]] τον οποίο το συναισθηματικό ή [[άλλο]] [[περιεχόμενο]] τών λέξεων μεταδίδεται ή προεκτείνεται με την [[οπτική]] τυπογραφική [[διάταξη]] τών λέξεων, τών συλλαβών, τών γραμμάτων ή τμημάτων τών γραμμάτων και τών σημείων στίξεως, αλλ. κυβιστική [[ποίηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. έχει προέλθει από τη μτχ. παθ. παρακμ. του ρ. [[συγκρίνω]].
|mltxt=-η, -ο, Ν<br /><b>1.</b> αυτός που υπόκειται στις αισθήσεις, [[αισθητός]], [[απτός]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τον αφηρημένο<br /><b>2.</b> [[σαφής]], [[κατηγορηματικός]], [[απερίφραστος]]<br /><b>3.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το συγκεκριμένο</i><br /><b>(φιλοσ.)</b> όρος που σημαίνει οντότητες, όπως λ.χ. πρόσωπα, υλικής υπόστασης αντικείμενα και συμβάντα ή τους όρους που τά δηλώνουν, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τις αφηρημένες έννοιες, όπως [[είναι]] οι αριθμοί, οι τάξεις, οι καταστάσεις, οι ποιότητες, οι σχέσεις κ.ά.<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> α) «συγκεκριμένα ουσιαστικά»<br /><b>γραμμ.</b> (σύμφωνα με την παραδοσιακή υποκατηγοριοποίηση τών ουσιαστικών) τα ουσιαστικά που σημαίνουν αντικείμενα, ζώα ή πρόσωπα, [[δηλαδή]] όντα τα οποία γίνονται αντιληπτά μέσω τών αισθήσεων, λ.χ. [[άνθρωπος]], [[γάτα]], [[σπίτι]], [[δένδρο]] κ.ά., σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] τα αφηρημένα<br />β) «συγκεκριμένη [[μουσική]]»<br /><b>μουσ.</b> πειραματική [[τεχνική]] μουσικής σύνθεσης στην οποία χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ηχογραφημένοι ποικίλοι φυσικοί θόρυβοι, με σκοπό την [[παραγωγή]] ενός [[μοντάζ]] ήχων<br />γ) «συγκεκριμένη [[ποίηση]]» — [[τύπος]] ποίησης [[κατά]] τον οποίο το συναισθηματικό ή [[άλλο]] [[περιεχόμενο]] τών λέξεων μεταδίδεται ή προεκτείνεται με την [[οπτική]] τυπογραφική [[διάταξη]] τών λέξεων, τών συλλαβών, τών γραμμάτων ή τμημάτων τών γραμμάτων και τών σημείων στίξεως, αλλ. κυβιστική [[ποίηση]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίθ. έχει προέλθει από τη μτχ. παθ. παρακμ. του ρ. [[συγκρίνω]].
}}
}}