Anonymous

προσβιάζομαι: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "ταῡτα" to "ταῦτα"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "ταῡτα" to "ταῦτα")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[αναγκάζω]], [[βιάζω]] κάποιον<br /><b>2.</b> [[μεταχειρίζομαι]] βία («[[ὅταν]] τις προσβιάζηται [[πλεονάκις]] χρώμενος τῷ ἀφροδισιάζειν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>παθ.</b> πιέζομαι ισχυρά («καί τι αὐτῶν [[μέρος]] οὐκ ὀλίγον προσβιασθέν», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>4.</b> [[διευκολύνω]] τοκετό μεταχειριζόμενος [[δύναμη]]<br /><b>5.</b> [[ισχυρίζομαι]] επί [[πλέον]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «[[προσβιάζομαι]] ταῡτα» — [[υπερβαίνω]] τα όρια, το [[παρακάνω]]<br />β) «[[προσβιάζομαι]] τόπῳ» — [[κυριεύω]] μια [[θέση]] διά της βίας ή με έφοδο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>βιάζομαι</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>βία</i>)].
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[αναγκάζω]], [[βιάζω]] κάποιον<br /><b>2.</b> [[μεταχειρίζομαι]] βία («[[ὅταν]] τις προσβιάζηται [[πλεονάκις]] χρώμενος τῷ ἀφροδισιάζειν», <b>Αριστοτ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>παθ.</b> πιέζομαι ισχυρά («καί τι αὐτῶν [[μέρος]] οὐκ ὀλίγον προσβιασθέν», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>4.</b> [[διευκολύνω]] τοκετό μεταχειριζόμενος [[δύναμη]]<br /><b>5.</b> [[ισχυρίζομαι]] επί [[πλέον]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> α) «[[προσβιάζομαι]] ταῦτα» — [[υπερβαίνω]] τα όρια, το [[παρακάνω]]<br />β) «[[προσβιάζομαι]] τόπῳ» — [[κυριεύω]] μια [[θέση]] διά της βίας ή με έφοδο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> <i>βιάζομαι</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>βία</i>)].
}}
}}
{{lsm
{{lsm