3,270,341
edits
(12) |
m (Text replacement - "ταῡτα" to "ταῦτα") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ἐξαριθμῶ, -έω (AM) [[[εξάριθμος]] (I)]<br /><b>1.</b> [[αριθμώ]], [[καταμετρώ]], [[λογαριάζω]] ακριβώς («ἐξαριθμῆσαι τὸν στρατόν», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αναφέρω]], [[απαριθμώ]], [[εκθέτω]] [[κάτι]] με λεπτομέρειες («ἐξαριθμῶν τοὺς κινδύνους», Ισοκρ.)<br /><b>3.</b> [[μετρώ]] σε κάποιον χρήματα για να του τά δώσω, [[καταβάλλω]], [[πληρώνω]] ( | |mltxt=ἐξαριθμῶ, -έω (AM) [[[εξάριθμος]] (I)]<br /><b>1.</b> [[αριθμώ]], [[καταμετρώ]], [[λογαριάζω]] ακριβώς («ἐξαριθμῆσαι τὸν στρατόν», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[αναφέρω]], [[απαριθμώ]], [[εκθέτω]] [[κάτι]] με λεπτομέρειες («ἐξαριθμῶν τοὺς κινδύνους», Ισοκρ.)<br /><b>3.</b> [[μετρώ]] σε κάποιον χρήματα για να του τά δώσω, [[καταβάλλω]], [[πληρώνω]] («ταῦτα τὰ χρήματ' ἐξηρίθμησεν», Δημ.). | ||
}} | }} |