3,241,406
edits
(44) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt= | |mltxt=[[φαφούτης]], [[φαφούτα]], φαφούτικο, θηλ. και [[φαφούτισσα]], Ν<br />αυτός που του έχουν πέσει τα δόντια, που δεν έχει δόντια, [[ξεδοντιάρης]], [[κουτσοδόντης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πιθ. ονοματοποιημένη λ. από τον. ήχο που παράγεται όταν μιλά [[κάποιος]] που δεν έχει δόντια]. | ||
}} | }} |