Anonymous

ἐπίψογος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - " δεῑ " to " δεῖ "
m (Text replacement - "</span> ;" to "</span>;")
m (Text replacement - " δεῑ " to " δεῖ ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίψογος]], -ον)<br />εκτεθειμένος στον ψόγο, αξιοκατάκριτος («οὐδὲν [[μέντοι]] δεῑ θαυμάζειν τούτων τῶν ἐπιψόγων αὐτοῖς γιγνομένων», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ψογερός]], αυτός που ψέγει κάποιον («[[ἐπίψογος]] [[φάτις]]»).
|mltxt=-η, -ο (AM [[ἐπίψογος]], -ον)<br />εκτεθειμένος στον ψόγο, αξιοκατάκριτος («οὐδὲν [[μέντοι]] δεῖ θαυμάζειν τούτων τῶν ἐπιψόγων αὐτοῖς γιγνομένων», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br />[[ψογερός]], αυτός που ψέγει κάποιον («[[ἐπίψογος]] [[φάτις]]»).
}}
}}
{{lsm
{{lsm