Anonymous

ἑφθημιμερής: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "1/2" to "½"
m (Text replacement - " esp. in " to " especially in ")
m (Text replacement - "1/2" to "½")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=efthimimeris
|Transliteration C=efthimimeris
|Beta Code=e(fqhmimerh/s
|Beta Code=e(fqhmimerh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[contain]]ing [[seven]] [[halves]], i.e. 3 1/2: especially in metre, [[ἑφθημιμερές]], [[τό]], [[hephthemimer]], [[hephthemimeres]], a [[measure]] of [[three]] [[feet]] and a [[half]], such as the first 3 1/2 feet of a [[hexameter]] or [[Iambic]] [[trimeter]], <span class="bibl">Heph.7.3</span>, Sch.<span class="bibl">Ar.<span class="title">Pl.</span>302</span> (pl.), etc.; <b class="b3">εφθημιμερὴς τομή</b> a [[caesura]] after such a phrase, Aristid. Quint.1.25.</span>
|Definition=ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[contain]]ing [[seven]] [[halves]], i.e. 3 ½: especially in metre, [[ἑφθημιμερές]], [[τό]], [[hephthemimer]], [[hephthemimeres]], a [[measure]] of [[three]] [[feet]] and a [[half]], such as the first 3 ½ feet of a [[hexameter]] or [[Iambic]] [[trimeter]], <span class="bibl">Heph.7.3</span>, Sch.<span class="bibl">Ar.<span class="title">Pl.</span>302</span> (pl.), etc.; <b class="b3">εφθημιμερὴς τομή</b> a [[caesura]] after such a phrase, Aristid. Quint.1.25.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές (ΑΜ [[ἑφθημιμερής]], -ές)<br /><b>1.</b> αυτός που περιέχει [[επτά]] ημίση (3 <span style="color: red;">+</span> 1/2)<br /><b>2.</b> (στη [[μετρική]]) <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐφθημιμερὲς</i> (ενν. [[μέτρο]])<br />το [[μέτρο]] που περιέχει 3 ½ πόδες, όπως [[είναι]] το αποτελούμενο από τους πρώτους 3 ½ πόδες του δακτυλικού εξαμέτρου, του τροχαϊκού ή του ιαμβικού τριμέτρου<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[εφθημιμερής]] [[τομή]]» — η [[τομή]] που γίνεται [[μετά]] την πρώτη [[συλλαβή]] του τετάρτου ποδός στους στίχους του δακτυλικού εξαμέτρου και του ιαμβικού ή τροχαϊκού τριμέτρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[επτά]] <span style="color: red;">+</span> <i>ἡμι</i>-<i>μερής</i>].
|mltxt=-ές (ΑΜ [[ἑφθημιμερής]], -ές)<br /><b>1.</b> αυτός που περιέχει [[επτά]] ημίση (3 <span style="color: red;">+</span> ½)<br /><b>2.</b> (στη [[μετρική]]) <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>τὸ ἐφθημιμερὲς</i> (ενν. [[μέτρο]])<br />το [[μέτρο]] που περιέχει 3 ½ πόδες, όπως [[είναι]] το αποτελούμενο από τους πρώτους 3 ½ πόδες του δακτυλικού εξαμέτρου, του τροχαϊκού ή του ιαμβικού τριμέτρου<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> «[[εφθημιμερής]] [[τομή]]» — η [[τομή]] που γίνεται [[μετά]] την πρώτη [[συλλαβή]] του τετάρτου ποδός στους στίχους του δακτυλικού εξαμέτρου και του ιαμβικού ή τροχαϊκού τριμέτρου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[επτά]] <span style="color: red;">+</span> <i>ἡμι</i>-<i>μερής</i>].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἑφθημῐμερής:''' αυτός που περιλαμβάνει [[εφτά]] μισά μέρη, δηλ. 3 1/2, λέγεται για τους πρώτους 3 1/2 μετρικούς πόδες του εξαμέτρου ή του ιαμβικού τριμέτρου.
|lsmtext='''ἑφθημῐμερής:''' αυτός που περιλαμβάνει [[εφτά]] μισά μέρη, δηλ. 3 ½, λέγεται για τους πρώτους 3 ½ μετρικούς πόδες του εξαμέτρου ή του ιαμβικού τριμέτρου.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />containing [[seven]] halves, i. e. 3 1/2, of the [[first]] 3 1/2 feet of a Hexameter or Iambic Trimeter.
|mdlsjtxt=<br />containing [[seven]] halves, i. e. 3 ½, of the [[first]] 3 ½ feet of a Hexameter or Iambic Trimeter.
}}
}}