Anonymous

μίνυνθα: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "συχν." to "συχν."
m (Text replacement - "of Time" to "of time")
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''μίνυνθᾰ''': [ῐ], Ἐπίρρ., ὀλίγον, πολὺ ὀλίγον, [[συχν]]. παρ’ Ὁμ., [[ὅστις]] ἔχει αὐτὸ καὶ ἐπὶ χρόνου, καὶ [[μάλιστα]] ἐν τῇ φράσει, μίνυνθά περ, [[οὔτι]] [[μάλα]] δήν, ἐπ’ ὀλίγον χρόνον, [[οὐκέτι]] [[σφόδρα]] ἐπὶ πολύν, Ἰλ. Α. 416, Ὀδ. Χ. 473· [[μίνυνθα]] δέ οἱ γένεθ’ [[ὁρμή]], ἐπ’ ὀλίγον διήρκεσεν ἡ [[προσπάθεια]] [[αὐτοῦ]], Ἰλ. Δ. 466· οὐ πολλὸν ἐπὶ χρόνον, ἀλλὰ μ. Ὀδ. Ο. 494· [[μίνυνθα]] δέ μοι ψυχὰ γλυκεῖα Βακχυλ. V, 151, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Kenyon. - Λέξις [[κυρίως]] Ἐπική: λέγεται δὲ ὅτι [[εἶναι]] αἰτ. ἀρχαίου οὐσιαστικοῦ μίνυνς. - (Ἴδε ἐν λέξ. [[μινύθω]]).
|lstext='''μίνυνθᾰ''': [ῐ], Ἐπίρρ., ὀλίγον, πολὺ ὀλίγον, συχν. παρ’ Ὁμ., [[ὅστις]] ἔχει αὐτὸ καὶ ἐπὶ χρόνου, καὶ [[μάλιστα]] ἐν τῇ φράσει, μίνυνθά περ, [[οὔτι]] [[μάλα]] δήν, ἐπ’ ὀλίγον χρόνον, [[οὐκέτι]] [[σφόδρα]] ἐπὶ πολύν, Ἰλ. Α. 416, Ὀδ. Χ. 473· [[μίνυνθα]] δέ οἱ γένεθ’ [[ὁρμή]], ἐπ’ ὀλίγον διήρκεσεν ἡ [[προσπάθεια]] [[αὐτοῦ]], Ἰλ. Δ. 466· οὐ πολλὸν ἐπὶ χρόνον, ἀλλὰ μ. Ὀδ. Ο. 494· [[μίνυνθα]] δέ μοι ψυχὰ γλυκεῖα Βακχυλ. V, 151, [[ἔνθα]] ἴδε σημ. Kenyon. - Λέξις [[κυρίως]] Ἐπική: λέγεται δὲ ὅτι [[εἶναι]] αἰτ. ἀρχαίου οὐσιαστικοῦ μίνυνς. - (Ἴδε ἐν λέξ. [[μινύθω]]).
}}
}}
{{bailly
{{bailly