3,278,038
edits
m (Text replacement - "q. v." to "q.v.") |
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''βάσκᾰνος''': -ον, [[κακολόγος]], [[ὑβριστικός]], [[φθονερός]], Ἀριστοφ. Ἱππ. 103, Πλ. 571· ὁ [[συκοφάντης]] [[πανταχόθεν]] βάσκανον Δημ. 307.20· βάσκανον…[[πρᾶγμα]] ποιοῦντες ὁ αὐτ. 330.24· [[βάσκανος]] ἔσσ’, Ἀΐδα Ἤριννα 6· με β. ἥρπασε [[δαίμων]] Συλλ. Ἐπιγρ. 3715, καὶ | |lstext='''βάσκᾰνος''': -ον, [[κακολόγος]], [[ὑβριστικός]], [[φθονερός]], Ἀριστοφ. Ἱππ. 103, Πλ. 571· ὁ [[συκοφάντης]] [[πανταχόθεν]] βάσκανον Δημ. 307.20· βάσκανον…[[πρᾶγμα]] ποιοῦντες ὁ αὐτ. 330.24· [[βάσκανος]] ἔσσ’, Ἀΐδα Ἤριννα 6· με β. ἥρπασε [[δαίμων]] Συλλ. Ἐπιγρ. 3715, καὶ συχν. ἐν ἐπιτυμβ. ἐπιγραφαῖς ὡς ἐν 6200, 6315, γραφόμενον βάσκαινος ἐν 2059.31· - ὑπερθ. –ώτατος, Κωμ. ἐν Mein. Ἀποσπ. 4.671. - Ἐπίρρ. –νως Ἰωσήπ. Α.Ι.11.4,9. <br />ΙΙ). ὡς οὐσιαστ., [[κακολόγος]], ὑβριστἠς, διαβολεύς, ὡς τὸ [[συκοφάντης]], Δημ. 271.10. 2) μάγος, [[γόης]], ὁ αὐτ. 582.1 (ἴδε ἐν λ. [[ὄλεθρος]]), Στράβ. 654. | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |