3,271,449
edits
m (Text replacement - "q. v." to "q.v.") |
m (Text replacement - "συχν." to "συχν.") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''φόως''': τό, κατ’ Ἐπικ. ἐπέκτ. ἐκ τοῦ φῶς, [[ὅπερ]] καὶ αὐτὸ γίνεται κατὰ συναίρεσιν ἐκ τοῦ [[φάος]], φῶς, | |lstext='''φόως''': τό, κατ’ Ἐπικ. ἐπέκτ. ἐκ τοῦ φῶς, [[ὅπερ]] καὶ αὐτὸ γίνεται κατὰ συναίρεσιν ἐκ τοῦ [[φάος]], φῶς, συχν. παρ’ Ὁμήρῳ, ἀλλὰ μόνον κατ’ ὀνομαστ. καὶ αἰτιατ. τοῦ ἑνικ, [[ὅθεν]] ἄκλιτον. ― Καθ’ Ἡσύχ.: «[[φόως]]· φῶς. [[χαρά]]· [[σωτηρία]]», καὶ: «[[φόως]] ἐρέουσα (Ἰλ. Β. 49)· τὴν ἀνατολὴν τοῦ ἡλίου σημαίνουσα. (διορ. σημανοῦσα). | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly |