Anonymous

ῥεῦμα: Difference between revisions

From LSJ
m
no edit summary
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ῥεῦμα''': τό, (ῥέω) τὸ [[ῥέον]], [[ῥεῦμα]], ῥύσις, Αἰσχύλ. Πρ. 139, Ξεν. Ἑλλ. 4. 2, 11· μειλιχίων ποτῶν [[ῥεῦμα]] Σοφ. Ο. Τ. 160· ἐλαίου ῥ. ἀψοφητὶ ῥέοντος Πλάτ. Θεαίτ. 144Β· - μεταφορ., ῥ. αὔξης καὶ τροφῆς, ὄψεως Πλάτ. Τίμ. 44Β, 45C. 2) [[ῥεῦμα]] ποταμοῦ, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., Ἡρόδ. 2. 20, 24· ῥ. ἰσχυρὰ ὁ αὐτ. 8. 12· ἐν τῷ ἑνικ., ῥ. Διρκαῖον Εὐρ. Ἱκέτ. 637, πρβλ. Ι. Τ. 401· ῥ. Νείλου Πλάτ. Τίμ. 21Ε· [[ὡσαύτως]] [[ῥύαξ]] λάβας, Θουκ. 3. 116, Καρκίνος ὁ τραγῳδιῶν ποιητὴς παρὰ Διοδ. 5. 5· μεταφορ., [[ῥεῦμα]] ἢ [[πλῆθος]] ἀνθρώπων, μεγάλῳ ῥ. φωτῶν Αἰσχύλ. Πέρσ. 87· ῥ. Περσικοῦ στρατοῦ ὁ αὐτ. 412, πρβλ. Εὐρ. Ι. Τ. 1437· πολλῷ ῥ. προσνισσόμενοι Σοφ. Ἀντ. 129 ῥ. ἐπῶν Κρατῖνος ἐν «Πυτίνῃ» 7· κλαυθμῶν καὶ ὀδυρμῶν Πλούτ. 2. 609Β· μελισσῶν Ἀνθ. Π. 9. 404. 3) [[πλήμμυρα]], κατελθόντος αἰφνιδίου τοῦ ῥ. Θουκ. 4. 75· φερομένῳ συναπενεχθῆναι τῷ ῥ. Δημάδ. 180. 17. ΙΙ. τὰ ἀεὶ [[ῥέον]] ἢ μεταβαλλόμενον, τὸ τῆς τύχης γὰρ [[ῥεῦμα]] μεταπίπτει ταχύ, ἡ [[παλίρροια]] τῆς τύχης, Μένανδρ. ἐν «Γεωργῷ» 1. ΙΙΙ. Ἰατρ. νοσῶδες ῥευστὸν ἐκκρινόμενον ἀπὸ τοῦ σώματος ἢ κυκλοφοροῦν ἐν αὐτῷ, [[καταρροή]], κτλ., διὰ τῶν ῥινέων Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 15. [[ῥευματισμός]], ῥ. εἰς τοὺς πόδας κατελυλήθει Λουκ. Φιλοψ. 6· ῥ. νοσηματικὰ Ἀριστ. π. Αἰσθ. 5, 16· στομάχου καὶ κοιλίας ῥ. Διοσκ. 1. 110· κατασκῆψαι ῥ. εἰς τὰ [[νεῦρα]] Παυσ. 6. 3, 10· - ἀπολ., Πλουτ. Μάρ. 34, κτλ.
|lstext='''ῥεῦμα''': τό, ([[ῥέω]]) τὸ [[ῥέον]], [[ῥεῦμα]], ῥύσις, Αἰσχύλ. Πρ. 139, Ξεν. Ἑλλ. 4. 2, 11· μειλιχίων ποτῶν [[ῥεῦμα]] Σοφ. Ο. Τ. 160· ἐλαίου ῥ. ἀψοφητὶ ῥέοντος Πλάτ. Θεαίτ. 144Β· - μεταφορ., ῥ. αὔξης καὶ τροφῆς, ὄψεως Πλάτ. Τίμ. 44Β, 45C. 2) [[ῥεῦμα]] ποταμοῦ, ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐν τῷ πληθ., Ἡρόδ. 2. 20, 24· ῥ. ἰσχυρὰ ὁ αὐτ. 8. 12· ἐν τῷ ἑνικ., ῥ. Διρκαῖον Εὐρ. Ἱκέτ. 637, πρβλ. Ι. Τ. 401· ῥ. Νείλου Πλάτ. Τίμ. 21Ε· [[ὡσαύτως]] [[ῥύαξ]] λάβας, Θουκ. 3. 116, Καρκίνος ὁ τραγῳδιῶν ποιητὴς παρὰ Διοδ. 5. 5· μεταφορ., [[ῥεῦμα]] ἢ [[πλῆθος]] ἀνθρώπων, μεγάλῳ ῥ. φωτῶν Αἰσχύλ. Πέρσ. 87· ῥ. Περσικοῦ στρατοῦ ὁ αὐτ. 412, πρβλ. Εὐρ. Ι. Τ. 1437· πολλῷ ῥ. προσνισσόμενοι Σοφ. Ἀντ. 129 ῥ. ἐπῶν Κρατῖνος ἐν «Πυτίνῃ» 7· κλαυθμῶν καὶ ὀδυρμῶν Πλούτ. 2. 609Β· μελισσῶν Ἀνθ. Π. 9. 404. 3) [[πλήμμυρα]], κατελθόντος αἰφνιδίου τοῦ ῥ. Θουκ. 4. 75· φερομένῳ συναπενεχθῆναι τῷ ῥ. Δημάδ. 180. 17. ΙΙ. τὰ ἀεὶ [[ῥέον]] ἢ μεταβαλλόμενον, τὸ τῆς τύχης γὰρ [[ῥεῦμα]] μεταπίπτει ταχύ, ἡ [[παλίρροια]] τῆς τύχης, Μένανδρ. ἐν «Γεωργῷ» 1. ΙΙΙ. Ἰατρ. νοσῶδες ῥευστὸν ἐκκρινόμενον ἀπὸ τοῦ σώματος ἢ κυκλοφοροῦν ἐν αὐτῷ, [[καταρροή]], κτλ., διὰ τῶν ῥινέων Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 15. [[ῥευματισμός]], ῥ. εἰς τοὺς πόδας κατελυλήθει Λουκ. Φιλοψ. 6· ῥ. νοσηματικὰ Ἀριστ. π. Αἰσθ. 5, 16· στομάχου καὶ κοιλίας ῥ. Διοσκ. 1. 110· κατασκῆψαι ῥ. εἰς τὰ [[νεῦρα]] Παυσ. 6. 3, 10· - ἀπολ., Πλουτ. Μάρ. 34, κτλ.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=το / ῥεῡμα, ΝΜΑ, και [[ρέμα]] Ν [[ῥέω]]<br /><b>1.</b> [[κίνηση]] ρευστής μάζας<br /><b>2.</b> η [[ίδια]] η κινούμενη [[μάζα]] («ώ λαμπρόν του Αιγαίου [[ρεύμα]]», Κάλβ.)<br /><b>3.</b> αθρόα ροή ποταμού («το [[ρεύμα]] του ποταμού παρέσυρε τα [[πάντα]]»)<br /><b>4.</b> [[κοίτη]] ρυακιού ή χειμάρρου, [[ρέμα]], [[ρεματιά]]<br /><b>5.</b> [[κίνηση]], [[φύσημα]] αέρα (α. «κλείσε τα παράθυρα [[γιατί]] κάνει [[ρεύμα]]» β. «τὸ ἀκούειν γίνεται ῥεύματός τινος φερομένου ἀπὸ τοῦ φωνοῦν
|mltxt=το / ῥεῦμα, ΝΜΑ, και [[ρέμα]] Ν [[ῥέω]]<br /><b>1.</b> [[κίνηση]] ρευστής μάζας<br /><b>2.</b> η [[ίδια]] η κινούμενη [[μάζα]] («ώ λαμπρόν του Αιγαίου [[ρεύμα]]», Κάλβ.)<br /><b>3.</b> αθρόα ροή ποταμού («το [[ρεύμα]] του ποταμού παρέσυρε τα [[πάντα]]»)<br /><b>4.</b> [[κοίτη]] ρυακιού ή χειμάρρου, [[ρέμα]], [[ρεματιά]]<br /><b>5.</b> [[κίνηση]], [[φύσημα]] αέρα (α. «κλείσε τα παράθυρα [[γιατί]] κάνει [[ρεύμα]]» β. «τὸ ἀκούειν γίνεται ῥεύματός τινος φερομένου ἀπὸ τοῦ φωνοῦν
τος», Επίκτ.)<br /><b>6.</b> [[συρροή]] ανθρώπων, [[πλήθος]] ανθρώπων που κινούνται [[προς]] μια [[κατεύθυνση]] (α. «τον παρέσυρε το [[ρεύμα]] του πλήθους» β. «ῥεῡμα τ' ἐξορμῶν στρατοῡ», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(μετεωρ.)</b> [[κάθε]] [[μετακίνηση]] ατμοσφαιρικών μαζών που οφείλεται στην ύπαρξη διαφορών θερμοκρασίας και ατμοσφαιρικής πίεσης (α. «ανοδικά ρεύματα» β. «καθοδικά ρεύματα»)<br /><b>2.</b> α) [[σύνολο]] φιλοσοφικών, πολιτικών, επιστημονικών ή καλλιτεχνικών ιδεών ή δοξασιών, που υιοθετούνται σε μια ορισμένη χρονική περίοδο από έναν μεγάλο, σχετικά, αριθμό ανθρώπων («τα φιλοσοφικά και καλλιτεχνικά ρεύματα της Αναγέννησης»)<br />β) ομαδική [[τάση]] [[προς]] ορισμένη πολιτικο-ιδεολογική [[κατεύθυνση]] στα πλαίσια ενός ευρύτερου συνόλου (α. «το [[ρεύμα]] της αντιπολίτευσης [[είναι]] ισχυρό» β. «στο κυβερνητικό [[κόμμα]] διακρίνονται [[σαφώς]] δύο ρεύματα»)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «βελοειδές [[ρεύμα]]»<br /><b>ωκεαν.</b> μικρού [[εύρους]] θαλάσσιο [[ρεύμα]] που αναπτύσσεται απότομα σαν [[αεροχείμαρρος]] και κινείται από την [[ακτή]] [[προς]] τα ανοιχτά<br />β) «ηλεκτρικό [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> η [[κίνηση]] ηλεκτρικών φορτίων [[κατά]] [[μήκος]] ενός αγωγού, [[μέσα]] σε ένα [[διάλυμα]] ή σε ένα ιοντισμένο [[αέριο]]<br />γ) «[[ρεύμα]] εκκίνησης»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρικό [[ρεύμα]] κατάλληλο για την [[έναρξη]] περιστροφής ενός ηλεκτρικού κινητήρα που, [[συνήθως]], προκαλείται από [[τάση]] χαμηλότερη της τάσης λειτουργίας<br />δ) «επίμηκες [[ρεύμα]]»<br /><b>ωκεαν.</b> παράκτια [[κίνηση]] του νερού παράλληλα [[προς]] μια θαλάσσια ή [[λιμναία]] [[ακτή]], η οποία δημιουργείται, γενικά, από τη [[θραύση]] τών κυμάτων που προσπίπτουν στην [[ακτογραμμή]] υπό [[γωνία]]<br />ε) «[[ρεύμα]] λάβας»<br /><b>(πετρογρ.)</b> [[μορφή]] έκχυσης λάβας στην [[επιφάνεια]] της Γης που παρουσιάζει μέγιστη [[ανάπτυξη]] [[προς]] μια [[διεύθυνση]], σε [[αντίθεση]] [[προς]] τις άλλες διευθύνσεις που χαρακτηρίζονται από πολύ μικρότερη [[ανάπτυξη]]<br />στ) «[[ρεύμα]] πυθμένα»<br /><b>ωκεαν.</b> πυκνό, κατώτερο [[στρώμα]] θαλάσσιου νερού που διαχωρίζεται [[σαφώς]] από τα υπερκείμενα νερά λόγω της χαρακτηριστικής θερμοκρασίας, αλατότητας και περιεκτικότητάς του σε [[οξυγόνο]]<br />ζ) «θαλάσσια ρεύματα» <b>ωκεαν.</b> οριζόντιες ή κατακόρυφες κινήσεις τών θαλάσσιων μαζών που προκαλούνται από την [[περιστροφή]] της Γης [[γύρω]] από τον άξονά της, την [[τριβή]] του ανέμου στην [[επιφάνεια]] της θάλασσας και τις διαφορές πυκνότητας [[μεταξύ]] τών θαλάσσιων στρωμάτων<br />η) «[[λιμναία]] ρεύματα»<br /><b>ωκεαν.</b> [[κίνηση]] του λιμναίου νερού που προκαλείται από τον άνεμο, τις κυματαναπάλσεις, [[καθώς]] και από [[εισροή]] και [[εκροή]] νερού<br />θ) «ρεύματα μεταφοράς»<br /><b>(γεωφ.)</b> ροή στον [[μανδύα]] της Γης<br />ι) «ρεύματα πυκνότητας»<br />(φυσ.-ωκεαν.) ρεύματα σε υγρά ή [[αέρια]] [[μέσα]] που κινούνται υπό την [[επίδραση]] της βαρύτητας και οφείλονται σε μικρές διαφορές της πυκνότητας<br />ια) «ρεύματα τουρβιδιτικά» ή «ρεύματα θολερότητας»<br /><b>ωκεαν.</b> τύποι υδάτινων ρευμάτων που δημιουργούνται από τις διαφορές πυκνότητας τις οποίες προκαλεί το αιωρούμενο [[ίζημα]], το οποίο δίνει στα ρεύματα και τη χαρακτηριστική θολή εμφάνισή τους<br />ιβ) «υδάτινο [[ρεύμα]]» — [[ρεύμα]] νερού<br />ιγ) «εναλλασσόμενο [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρικό [[ρεύμα]] του οποίου η [[φορά]] και η [[ένταση]] ποικίλλουν περιοδικά ως [[προς]] τον χρόνο<br />ιδ) «μονοφασικό [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> εναλλασσόμενο [[ρεύμα]] που παράγεται από μια μόνο ηλεκτρεγερτική [[δύναμη]]<br />ιε) «πολυφασικό [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> εναλλασσόμενο ηλεκτρικό [[ρεύμα]] που προκύπτει από ένα [[σύνολο]] ηλεκτρεγερτικών δυνάμεων που έχουν την [[ίδια]] [[συχνότητα]] [[αλλά]] διαφέρουν η μία από την [[άλλη]] [[κατά]] το ίδιο [[κλάσμα]] περιόδου<br />ιστ) «συνεχές [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρικό [[ρεύμα]] του οποίου η [[φορά]] και η [[ένταση]] δεν ποικίλλουν ως [[προς]] το χρόνο<br />ιζ) «τυρβώδη ρεύματα» — ρεύματα εξ επαγωγής που δημιουργούνται στο εσωτερικό τών μεταλλικών [[μερών]] τών ηλεκτρομαγνητικών και τών ηλεκτρικών συσκευών, με [[αποτέλεσμα]] την υπερθέρμανσή τους, αλλ. ρεύματα Φουκώ<br />ιη) «ρεύματα Φουκώ»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> τα τυρβώδη ρεύματα<br />ιθ) «Ρεύμα του κόλπου»<br /><b>ωκεαν.</b> θερμό ωκεάνιο [[ρεύμα]] που κινείται [[προς]] τα βορειοανατολικά, έξω από την [[ακτή]] της Βόρειας Αμερικής, [[μεταξύ]] του Ακρωτηρίου Χέτερες της Βόρειας Καρολίνας και τών Μεγάλων Υφάλων της Νέας Γης, όπου διαχωρίζεται σε πολλούς κλάδους, ορισμένοι από τους οποίους διασχίζουν τον Ατλαντικό και ρέουν [[προς]] τις Βρετανικές Νήσους και τη Νορβηγική Θάλασσα και σχηματίζουν το λεγόμενο Βορειοατλαντικό Ρεύμα, ενώ άλλοι κλάδοι ρέουν [[προς]] τα νότια και νοτιοανατολικά και ενώνονται τελικά με αντιρρεύματα που κινούνται από τα ανατολικά [[προς]] τα δυτικά, [[καθώς]] και με το Ρεύμα τών Καναρίων Νήσων, αλλ. Γκολφ Στρημ<br /><b>μσν.</b><br />ο [[πορθμός]] του Βοσπόρου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ροή λάβας<br /><b>2.</b> [[περίσσεια]], [[αφθονία]] («πολλοῡ... τῶν ἀγαθῶν ῥεύματος», Λιβάν.)<br /><b>3.</b> [[ορμή]], [[σφοδρότητα]] («μετὰ πολλοῡ ῥεύματος εἰς τὴν στοὰν φερόμενος», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> ροή λόγου, [[ευγλωττία]] («στρογγύλα τὰ ῥήματα καὶ ῥεῡμα ἄπαυστον», Λιβάν.)<br /><b>6.</b> ροή του χρόνου<br /><b>7.</b> η [[φορά]] τών πραγμάτων, της ζωής («τὸ τῆς τύχης... ῥεῡμα μεταπίπτει [[ταχύ]]», Μέν.)<br /><b>8.</b> (για σωματικό [[υγρό]]) [[καταρροή]] («στομάχου καὶ κοιλίας ῥεῡμα», <b>Διοσκ.</b>)<br /><b>9.</b> ρευματισμός («ῥεῡμα εἰς τοὺς [[πόδας]] κατεληλύθει», <b>Λουκιαν.</b>).
τος», Επίκτ.)<br /><b>6.</b> [[συρροή]] ανθρώπων, [[πλήθος]] ανθρώπων που κινούνται [[προς]] μια [[κατεύθυνση]] (α. «τον παρέσυρε το [[ρεύμα]] του πλήθους» β. «ῥεῦμα τ' ἐξορμῶν στρατοῡ», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>(μετεωρ.)</b> [[κάθε]] [[μετακίνηση]] ατμοσφαιρικών μαζών που οφείλεται στην ύπαρξη διαφορών θερμοκρασίας και ατμοσφαιρικής πίεσης (α. «ανοδικά ρεύματα» β. «καθοδικά ρεύματα»)<br /><b>2.</b> α) [[σύνολο]] φιλοσοφικών, πολιτικών, επιστημονικών ή καλλιτεχνικών ιδεών ή δοξασιών, που υιοθετούνται σε μια ορισμένη χρονική περίοδο από έναν μεγάλο, σχετικά, αριθμό ανθρώπων («τα φιλοσοφικά και καλλιτεχνικά ρεύματα της Αναγέννησης»)<br />β) ομαδική [[τάση]] [[προς]] ορισμένη πολιτικο-ιδεολογική [[κατεύθυνση]] στα πλαίσια ενός ευρύτερου συνόλου (α. «το [[ρεύμα]] της αντιπολίτευσης [[είναι]] ισχυρό» β. «στο κυβερνητικό [[κόμμα]] διακρίνονται [[σαφώς]] δύο ρεύματα»)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «βελοειδές [[ρεύμα]]»<br /><b>ωκεαν.</b> μικρού [[εύρους]] θαλάσσιο [[ρεύμα]] που αναπτύσσεται απότομα σαν [[αεροχείμαρρος]] και κινείται από την [[ακτή]] [[προς]] τα ανοιχτά<br />β) «ηλεκτρικό [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> η [[κίνηση]] ηλεκτρικών φορτίων [[κατά]] [[μήκος]] ενός αγωγού, [[μέσα]] σε ένα [[διάλυμα]] ή σε ένα ιοντισμένο [[αέριο]]<br />γ) «[[ρεύμα]] εκκίνησης»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρικό [[ρεύμα]] κατάλληλο για την [[έναρξη]] περιστροφής ενός ηλεκτρικού κινητήρα που, [[συνήθως]], προκαλείται από [[τάση]] χαμηλότερη της τάσης λειτουργίας<br />δ) «επίμηκες [[ρεύμα]]»<br /><b>ωκεαν.</b> παράκτια [[κίνηση]] του νερού παράλληλα [[προς]] μια θαλάσσια ή [[λιμναία]] [[ακτή]], η οποία δημιουργείται, γενικά, από τη [[θραύση]] τών κυμάτων που προσπίπτουν στην [[ακτογραμμή]] υπό [[γωνία]]<br />ε) «[[ρεύμα]] λάβας»<br /><b>(πετρογρ.)</b> [[μορφή]] έκχυσης λάβας στην [[επιφάνεια]] της Γης που παρουσιάζει μέγιστη [[ανάπτυξη]] [[προς]] μια [[διεύθυνση]], σε [[αντίθεση]] [[προς]] τις άλλες διευθύνσεις που χαρακτηρίζονται από πολύ μικρότερη [[ανάπτυξη]]<br />στ) «[[ρεύμα]] πυθμένα»<br /><b>ωκεαν.</b> πυκνό, κατώτερο [[στρώμα]] θαλάσσιου νερού που διαχωρίζεται [[σαφώς]] από τα υπερκείμενα νερά λόγω της χαρακτηριστικής θερμοκρασίας, αλατότητας και περιεκτικότητάς του σε [[οξυγόνο]]<br />ζ) «θαλάσσια ρεύματα» <b>ωκεαν.</b> οριζόντιες ή κατακόρυφες κινήσεις τών θαλάσσιων μαζών που προκαλούνται από την [[περιστροφή]] της Γης [[γύρω]] από τον άξονά της, την [[τριβή]] του ανέμου στην [[επιφάνεια]] της θάλασσας και τις διαφορές πυκνότητας [[μεταξύ]] τών θαλάσσιων στρωμάτων<br />η) «[[λιμναία]] ρεύματα»<br /><b>ωκεαν.</b> [[κίνηση]] του λιμναίου νερού που προκαλείται από τον άνεμο, τις κυματαναπάλσεις, [[καθώς]] και από [[εισροή]] και [[εκροή]] νερού<br />θ) «ρεύματα μεταφοράς»<br /><b>(γεωφ.)</b> ροή στον [[μανδύα]] της Γης<br />ι) «ρεύματα πυκνότητας»<br />(φυσ.-ωκεαν.) ρεύματα σε υγρά ή [[αέρια]] [[μέσα]] που κινούνται υπό την [[επίδραση]] της βαρύτητας και οφείλονται σε μικρές διαφορές της πυκνότητας<br />ια) «ρεύματα τουρβιδιτικά» ή «ρεύματα θολερότητας»<br /><b>ωκεαν.</b> τύποι υδάτινων ρευμάτων που δημιουργούνται από τις διαφορές πυκνότητας τις οποίες προκαλεί το αιωρούμενο [[ίζημα]], το οποίο δίνει στα ρεύματα και τη χαρακτηριστική θολή εμφάνισή τους<br />ιβ) «υδάτινο [[ρεύμα]]» — [[ρεύμα]] νερού<br />ιγ) «εναλλασσόμενο [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρικό [[ρεύμα]] του οποίου η [[φορά]] και η [[ένταση]] ποικίλλουν περιοδικά ως [[προς]] τον χρόνο<br />ιδ) «μονοφασικό [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> εναλλασσόμενο [[ρεύμα]] που παράγεται από μια μόνο ηλεκτρεγερτική [[δύναμη]]<br />ιε) «πολυφασικό [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> εναλλασσόμενο ηλεκτρικό [[ρεύμα]] που προκύπτει από ένα [[σύνολο]] ηλεκτρεγερτικών δυνάμεων που έχουν την [[ίδια]] [[συχνότητα]] [[αλλά]] διαφέρουν η μία από την [[άλλη]] [[κατά]] το ίδιο [[κλάσμα]] περιόδου<br />ιστ) «συνεχές [[ρεύμα]]»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> ηλεκτρικό [[ρεύμα]] του οποίου η [[φορά]] και η [[ένταση]] δεν ποικίλλουν ως [[προς]] το χρόνο<br />ιζ) «τυρβώδη ρεύματα» — ρεύματα εξ επαγωγής που δημιουργούνται στο εσωτερικό τών μεταλλικών [[μερών]] τών ηλεκτρομαγνητικών και τών ηλεκτρικών συσκευών, με [[αποτέλεσμα]] την υπερθέρμανσή τους, αλλ. ρεύματα Φουκώ<br />ιη) «ρεύματα Φουκώ»<br /><b>(ηλεκτρ.)</b> τα τυρβώδη ρεύματα<br />ιθ) «Ρεύμα του κόλπου»<br /><b>ωκεαν.</b> θερμό ωκεάνιο [[ρεύμα]] που κινείται [[προς]] τα βορειοανατολικά, έξω από την [[ακτή]] της Βόρειας Αμερικής, [[μεταξύ]] του Ακρωτηρίου Χέτερες της Βόρειας Καρολίνας και τών Μεγάλων Υφάλων της Νέας Γης, όπου διαχωρίζεται σε πολλούς κλάδους, ορισμένοι από τους οποίους διασχίζουν τον Ατλαντικό και ρέουν [[προς]] τις Βρετανικές Νήσους και τη Νορβηγική Θάλασσα και σχηματίζουν το λεγόμενο Βορειοατλαντικό Ρεύμα, ενώ άλλοι κλάδοι ρέουν [[προς]] τα νότια και νοτιοανατολικά και ενώνονται τελικά με αντιρρεύματα που κινούνται από τα ανατολικά [[προς]] τα δυτικά, [[καθώς]] και με το Ρεύμα τών Καναρίων Νήσων, αλλ. Γκολφ Στρημ<br /><b>μσν.</b><br />ο [[πορθμός]] του Βοσπόρου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> ροή λάβας<br /><b>2.</b> [[περίσσεια]], [[αφθονία]] («πολλοῡ... τῶν ἀγαθῶν ῥεύματος», Λιβάν.)<br /><b>3.</b> [[ορμή]], [[σφοδρότητα]] («μετὰ πολλοῡ ῥεύματος εἰς τὴν στοὰν φερόμενος», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>4.</b> ροή λόγου, [[ευγλωττία]] («στρογγύλα τὰ ῥήματα καὶ ῥεῦμα ἄπαυστον», Λιβάν.)<br /><b>6.</b> ροή του χρόνου<br /><b>7.</b> η [[φορά]] τών πραγμάτων, της ζωής («τὸ τῆς τύχης... ῥεῦμα μεταπίπτει [[ταχύ]]», Μέν.)<br /><b>8.</b> (για σωματικό [[υγρό]]) [[καταρροή]] («στομάχου καὶ κοιλίας ῥεῦμα», <b>Διοσκ.</b>)<br /><b>9.</b> ρευματισμός («ῥεῦμα εἰς τοὺς [[πόδας]] κατεληλύθει», <b>Λουκιαν.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm