Anonymous

σκοπιά: Difference between revisions

From LSJ
No change in size ,  16 April 2022
m
Text replacement - "παῑδες" to "παῖδες"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "παῑδες" to "παῖδες")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=η, ΝΜΑ, και ιων. τ. σκοπιή Α<br /><b>1.</b> [[ψηλός]] [[τόπος]] και, γενικά, [[θέση]] κατάλληλη για την [[επίβλεψη]], [[παρακολούθηση]] και [[φύλαξη]] μιας περιοχής, [[παρατηρητήριο]], [[βίγλα]]<br />(«ὡς δ' ὅτ' ἀπὸ σκοπιῆς εἶδεν [[νέφος]] [[αἰπόλος]] [[ἀνήρ]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[φρούρηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[θέση]] ή ξύλινο [[παράπηγμα]] όπου φρουρεί ο [[σκοπός]]<br /><b>2.</b> <b>ναυτ.</b> μικρό διόγκωμα στην [[κορυφή]] του πύργου τών πυροβόλων πλοίου με μικρή χαλύβδινη [[θυρίδα]] από την οποία παρατηρείται ο [[ορίζοντας]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[τρόπος]] εξέτασης ή αντίληψης τών πραγμάτων, [[άποψη]], [[οπτική]] [[γωνία]] («τά βλέπει όλα από τη δική της [[σκοπιά]]»)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[σκοπιά]] τών κλισιοσκοπίων»<br /><b>ναυτ.</b> μικρή [[θυρίδα]] από την οποία περνούν οι οπτικές ακτίνες για το [[τηλεσκόπιο]] του κλισιοσκοπίου τών πυροβόλων πύργου ή για το [[περισκόπιο]] του κλισιοσκοπίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[άκρο]] όρους, [[κορυφή]]<br /><b>2.</b> [[ακρόπολη]] («παῑδες Ἑλλήνων, [[πότε]] δὴ [[πότε]] τὰν Ἰλιάδα σκοπιὰν πέρσαντες...», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>3.</b> [[επιφυλακή]], [[προσοχή]], ἐπαγρύπνηση<br /><b>4.</b> [[φυλάκιο]] [[πάνω]] σε πύργο<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> (<b>ποιητ. τ.</b>) η ύψιστη [[δόξα]], ο [[κολοφώνας]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «[[Ἰλιὰς]] [[σκοπιά]]» — η [[ακρόπολη]] της Τροίας (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>σκοπ</i>- του [[σκέπτομαι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i>].
|mltxt=η, ΝΜΑ, και ιων. τ. σκοπιή Α<br /><b>1.</b> [[ψηλός]] [[τόπος]] και, γενικά, [[θέση]] κατάλληλη για την [[επίβλεψη]], [[παρακολούθηση]] και [[φύλαξη]] μιας περιοχής, [[παρατηρητήριο]], [[βίγλα]]<br />(«ὡς δ' ὅτ' ἀπὸ σκοπιῆς εἶδεν [[νέφος]] [[αἰπόλος]] [[ἀνήρ]]», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[φρούρηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[θέση]] ή ξύλινο [[παράπηγμα]] όπου φρουρεί ο [[σκοπός]]<br /><b>2.</b> <b>ναυτ.</b> μικρό διόγκωμα στην [[κορυφή]] του πύργου τών πυροβόλων πλοίου με μικρή χαλύβδινη [[θυρίδα]] από την οποία παρατηρείται ο [[ορίζοντας]]<br /><b>3.</b> <b>μτφ.</b> [[τρόπος]] εξέτασης ή αντίληψης τών πραγμάτων, [[άποψη]], [[οπτική]] [[γωνία]] («τά βλέπει όλα από τη δική της [[σκοπιά]]»)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «[[σκοπιά]] τών κλισιοσκοπίων»<br /><b>ναυτ.</b> μικρή [[θυρίδα]] από την οποία περνούν οι οπτικές ακτίνες για το [[τηλεσκόπιο]] του κλισιοσκοπίου τών πυροβόλων πύργου ή για το [[περισκόπιο]] του κλισιοσκοπίου<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[άκρο]] όρους, [[κορυφή]]<br /><b>2.</b> [[ακρόπολη]] («παῖδες Ἑλλήνων, [[πότε]] δὴ [[πότε]] τὰν Ἰλιάδα σκοπιὰν πέρσαντες...», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>3.</b> [[επιφυλακή]], [[προσοχή]], ἐπαγρύπνηση<br /><b>4.</b> [[φυλάκιο]] [[πάνω]] σε πύργο<br /><b>5.</b> <b>μτφ.</b> (<b>ποιητ. τ.</b>) η ύψιστη [[δόξα]], ο [[κολοφώνας]]<br /><b>6.</b> <b>φρ.</b> «[[Ἰλιὰς]] [[σκοπιά]]» — η [[ακρόπολη]] της Τροίας (<b>Ευρ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> ετεροιωμένη [[βαθμίδα]] <i>σκοπ</i>- του [[σκέπτομαι]] <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ιά</i>].
}}
}}
{{lsm
{{lsm