3,277,119
edits
(44) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το / φαινόμενον, ΝΜΑ<br />[[καθετί]] που φαίνεται ή γίνεται αντιληπτό με τις αισθήσεις, [[κάθε]] άμεσα αντιληπτό ή παρατηρούμενο [[αντικείμενο]], [[γεγονός]] ή [[συμβάν]], σε [[αντιδιαστολή]] με ό,τι συλλαμβάνεται με τον νου, με τη [[νόηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (με κν. σημ.) [[έννοια]] που δηλώνει [[κάθε]] διεργασία η οποία συντελείται στη [[φύση]] και στην [[κοινωνία]] (α. «[[φυσικό]] [[φαινόμενο]]» β. «βιολογικό [[φαινόμενο]]» γ. «κοινωνικό [[φαινόμενο]]» δ. «[[ψυχικό]] [[φαινόμενο]]» ε. «οικονομικό [[φαινόμενο]]» — στ. «υπερφυσικό [[φαινόμενο]]»)<br /><b>2.</b> [[καθετί]] το ασυνήθιστο, το σπάνιο, το εξαιρετικό («αυτό το [[παιδί]] [[είναι]] [[φαινόμενο]] νοημοσύνης»)<br /><b>3.</b> <b>φυσ.</b> α) [[κάθε]] [[μεταβολή]] που συμβαίνει στον υλικό κόσμο και γίνεται αντιληπτή [[είτε]] άμεσα με τα αισθητήρια όργανα [[είτε]] με ειδικά όργανα («μετεωρολογικό [[φαινόμενο]]»)<br />β) [[φυσικό]] [[γεγονός]] που εκδηλώνεται με αλληλοεξαρτώμενες μεταβολές τών φυσικών μεγεθών τα οποία συμμετέχουν σ' αυτό («[[φαινόμενο]] Ντόπλερ»)<br /><b>4.</b> <b>(φιλοσ.)</b> α) ([[κατά]] την ιδεοκρατική φιλοσ.) [[καθετί]] που γίνεται αντιληπτό ως [[αντικείμενο]] τών αισθήσεων και που συγκροτεί το μόνο προσιτό [[πεδίο]] γνώσης για τον άνθρωπο, ο [[οποίος]] δεν [[είναι]] δυνατόν να αποκτήσει σαφή και απόλυτη [[αντίληψη]] της ουσίας τών πραγμάτων<br />β) ([[κατά]] τον Καρτέσιο) το [[αντικείμενο]] της εμπειρικής γνώσης<br />γ) ([[κατά]] τον Λάιμπνιτς) καθεμία από τις εμφανίσεις που υπάρχουν [[μέσα]] στο [[πνεύμα]]<br />δ) ([[κατά]] τον Καντ) το [[αντικείμενο]] της δυνατής εμπειρίας, [[δηλαδή]] [[κάτι]] που εμφανίζεται στον χώρο και στον χρόνο και αποτελεί [[έκφανση]] του πράγματος καθ' εαυτό, [[αντικείμενο]] που διαφέρει ως [[φαινόμενο]] από το [[αντικείμενο]] καθ' εαυτό, το οποίο παραμένει απρόσιτο στη [[γνώση]]<br />ε) ([[κατά]] τον Χέγκελ) ένα από τα στάδια τα οποία συγκροτούν την [[διαδικασία]] [[κατά]] την οποία, με τον στοχασμό, η [[ουσία]] αποκαλύπτεται στον ίδιο της τον εαυτό και [[κατά]] την οποία οι παράγοντες που τον προσδιορίζουν έχουν στην [[αρχή]] τα χαρακτηριστικά μιας επίφασης [[αλλά]] στη [[συνέχεια]] αποκτούν ένα [[στοιχείο]] αυθυπαρξίας και η [[επίφαση]] ολοκληρώνεται και γίνεται [[φαινόμενο]]<br />στ) ([[κατά]] τη μαρξιστ. [[αντίληψη]]) η εξωτερική [[έκφανση]] της ουσίας, ο [[ένας]] από τους δύο πόλους μιας διαλεκτικής ενότητας στην οποία ο [[άλλος]] [[πόλος]] [[είναι]] η [[ουσία]], η [[πλευρά]] [[εκείνη]] τών πραγμάτων και διεργασιών που γίνεται αντιληπτή με τις αισθήσεις και συγκροτεί το [[σύνολο]] τών ιδιοτήτων τους, οι οποίες, [[μέσα]] σε ορισμένα όρια, μπορούν να μεταβληθούν [[χωρίς]] το [[πράγμα]] στο οποίο αφορούν να παύσει να [[είναι]] αυτό που [[είναι]], [[χωρίς]] να μεταβληθεί η [[ουσία]] του<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «επιδερμικό [[φαινόμενο]]»<br /><b>φυσ.</b> [[ανομοιογενής]] [[κατανομή]] τών εναλλασσόμενων ρευμάτων υψηλής συχνότητας στους συμπαγείς αγωγούς, η οποία χαρακτηρίζεται από [[αύξηση]] της πυκνότητας του ρεύματος από το εσωτερικό του αγωγού [[προς]] την επιφάνειά του<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] το εμφανές, το πρόδηλο<br /><b>2.</b> <b>αστρολ.</b> [[κάθε]] [[μεταβολή]] που συμβαίνει στο [[σύστημα]] τών κόσμων ή στον [[ουράνιο]] κύκλο και γίνεται αντιληπτή από τα αισθητήρια όργανα<br /><b>3.</b> [[καθετί]] που φαίνεται στον νου, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] αυτό που υπάρχει πραγματικά («ναί, ἔφη, φαινόμενα, οὐ [[μέντοι]] [[ὄντα]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ φαινόμενα</i><br />α) <b>(φιλοσ.)</b> τα όντα, τα αληθή<br />β) [[τίτλος]] έργου του Ευδοκίδου, το οποίο μετέτρεψε σε στίχους ο Άρατος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. της μτχ. ενεστ. του ρ. [[φαίνομαι]]]. | |mltxt=το / [[φαινόμενον]], ΝΜΑ<br />[[καθετί]] που φαίνεται ή γίνεται αντιληπτό με τις αισθήσεις, [[κάθε]] άμεσα αντιληπτό ή παρατηρούμενο [[αντικείμενο]], [[γεγονός]] ή [[συμβάν]], σε [[αντιδιαστολή]] με ό,τι συλλαμβάνεται με τον νου, με τη [[νόηση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (με κν. σημ.) [[έννοια]] που δηλώνει [[κάθε]] διεργασία η οποία συντελείται στη [[φύση]] και στην [[κοινωνία]] (α. «[[φυσικό]] [[φαινόμενο]]» β. «βιολογικό [[φαινόμενο]]» γ. «κοινωνικό [[φαινόμενο]]» δ. «[[ψυχικό]] [[φαινόμενο]]» ε. «οικονομικό [[φαινόμενο]]» — στ. «υπερφυσικό [[φαινόμενο]]»)<br /><b>2.</b> [[καθετί]] το ασυνήθιστο, το σπάνιο, το εξαιρετικό («αυτό το [[παιδί]] [[είναι]] [[φαινόμενο]] νοημοσύνης»)<br /><b>3.</b> <b>φυσ.</b> α) [[κάθε]] [[μεταβολή]] που συμβαίνει στον υλικό κόσμο και γίνεται αντιληπτή [[είτε]] άμεσα με τα αισθητήρια όργανα [[είτε]] με ειδικά όργανα («μετεωρολογικό [[φαινόμενο]]»)<br />β) [[φυσικό]] [[γεγονός]] που εκδηλώνεται με αλληλοεξαρτώμενες μεταβολές τών φυσικών μεγεθών τα οποία συμμετέχουν σ' αυτό («[[φαινόμενο]] Ντόπλερ»)<br /><b>4.</b> <b>(φιλοσ.)</b> α) ([[κατά]] την ιδεοκρατική φιλοσ.) [[καθετί]] που γίνεται αντιληπτό ως [[αντικείμενο]] τών αισθήσεων και που συγκροτεί το μόνο προσιτό [[πεδίο]] γνώσης για τον άνθρωπο, ο [[οποίος]] δεν [[είναι]] δυνατόν να αποκτήσει σαφή και απόλυτη [[αντίληψη]] της ουσίας τών πραγμάτων<br />β) ([[κατά]] τον Καρτέσιο) το [[αντικείμενο]] της εμπειρικής γνώσης<br />γ) ([[κατά]] τον Λάιμπνιτς) καθεμία από τις εμφανίσεις που υπάρχουν [[μέσα]] στο [[πνεύμα]]<br />δ) ([[κατά]] τον Καντ) το [[αντικείμενο]] της δυνατής εμπειρίας, [[δηλαδή]] [[κάτι]] που εμφανίζεται στον χώρο και στον χρόνο και αποτελεί [[έκφανση]] του πράγματος καθ' εαυτό, [[αντικείμενο]] που διαφέρει ως [[φαινόμενο]] από το [[αντικείμενο]] καθ' εαυτό, το οποίο παραμένει απρόσιτο στη [[γνώση]]<br />ε) ([[κατά]] τον Χέγκελ) ένα από τα στάδια τα οποία συγκροτούν την [[διαδικασία]] [[κατά]] την οποία, με τον στοχασμό, η [[ουσία]] αποκαλύπτεται στον ίδιο της τον εαυτό και [[κατά]] την οποία οι παράγοντες που τον προσδιορίζουν έχουν στην [[αρχή]] τα χαρακτηριστικά μιας επίφασης [[αλλά]] στη [[συνέχεια]] αποκτούν ένα [[στοιχείο]] αυθυπαρξίας και η [[επίφαση]] ολοκληρώνεται και γίνεται [[φαινόμενο]]<br />στ) ([[κατά]] τη μαρξιστ. [[αντίληψη]]) η εξωτερική [[έκφανση]] της ουσίας, ο [[ένας]] από τους δύο πόλους μιας διαλεκτικής ενότητας στην οποία ο [[άλλος]] [[πόλος]] [[είναι]] η [[ουσία]], η [[πλευρά]] [[εκείνη]] τών πραγμάτων και διεργασιών που γίνεται αντιληπτή με τις αισθήσεις και συγκροτεί το [[σύνολο]] τών ιδιοτήτων τους, οι οποίες, [[μέσα]] σε ορισμένα όρια, μπορούν να μεταβληθούν [[χωρίς]] το [[πράγμα]] στο οποίο αφορούν να παύσει να [[είναι]] αυτό που [[είναι]], [[χωρίς]] να μεταβληθεί η [[ουσία]] του<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «επιδερμικό [[φαινόμενο]]»<br /><b>φυσ.</b> [[ανομοιογενής]] [[κατανομή]] τών εναλλασσόμενων ρευμάτων υψηλής συχνότητας στους συμπαγείς αγωγούς, η οποία χαρακτηρίζεται από [[αύξηση]] της πυκνότητας του ρεύματος από το εσωτερικό του αγωγού [[προς]] την επιφάνειά του<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[καθετί]] το εμφανές, το πρόδηλο<br /><b>2.</b> <b>αστρολ.</b> [[κάθε]] [[μεταβολή]] που συμβαίνει στο [[σύστημα]] τών κόσμων ή στον [[ουράνιο]] κύκλο και γίνεται αντιληπτή από τα αισθητήρια όργανα<br /><b>3.</b> [[καθετί]] που φαίνεται στον νου, σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] αυτό που υπάρχει πραγματικά («ναί, ἔφη, φαινόμενα, οὐ [[μέντοι]] [[ὄντα]]», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>στον πληθ.</b> <i>τὰ φαινόμενα</i><br />α) <b>(φιλοσ.)</b> τα όντα, τα αληθή<br />β) [[τίτλος]] έργου του Ευδοκίδου, το οποίο μετέτρεψε σε στίχους ο Άρατος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ουσιαστικοποιημένος τ. του ουδ. της μτχ. ενεστ. του ρ. [[φαίνομαι]]]. | ||
}} | }} |