Anonymous

ἔξορκος: Difference between revisions

From LSJ
m
Text replacement - "οῡ" to "οῦ"
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἔξορκος''': -ον, ὁ μεθ᾿ ὅρκου, ἒξορκος [[ἐπέσσεται]]... βοὰ κήρυκος ἐσθλοῡ Πίνδ. Ο. 13. 140.
|lstext='''ἔξορκος''': -ον, ὁ μεθ᾿ ὅρκου, ἒξορκος [[ἐπέσσεται]]... βοὰ κήρυκος ἐσθλοῦ Πίνδ. Ο. 13. 140.
}}
}}
{{Slater
{{Slater
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἔξορκος]], -ον (Α)<br />αυτός που ορκίζει («[[ἔξορκος]] βοὰ [[κήρυκος]] ἐσθλοῡ» — [[φωνή]] του κήρυκα που καλεί τους αθλητές να δώσουν τον όρκο, <b>Πίνδ.</b>).
|mltxt=[[ἔξορκος]], -ον (Α)<br />αυτός που ορκίζει («[[ἔξορκος]] βοὰ [[κήρυκος]] ἐσθλοῦ» — [[φωνή]] του κήρυκα που καλεί τους αθλητές να δώσουν τον όρκο, <b>Πίνδ.</b>).
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ἔξορκος:''' связанный торжественной клятвой, по друг. произносящий торжественную клятву (βοὰ κάρυκος Pind.).
|elrutext='''ἔξορκος:''' связанный торжественной клятвой, по друг. произносящий торжественную клятву (βοὰ κάρυκος Pind.).
}}
}}