3,277,114
edits
mNo edit summary |
|||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἔκρηξις:''' εως ἡ разрыв (τοῦ νέφους Arst.). | |elrutext='''ἔκρηξις:''' εως ἡ [[разрыв]] (τοῦ νέφους Arst.). | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[ἔκρηξις]])<br />[[σπάσιμο]], [[διάρρηξη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ξαφνική ή ορμητική και με θόρυβο [[ρήξη]], [[διάσπαση]] σώματος ή περιβλήματος εξαιτίας εσωτερικών πιέσεων («[[έκρηξη]] οβίδας, ηφαιστείου, κ.λπ.»)<br /><b>2.</b> ξαφνική [[έναρξη]] σημαντικού ή καταστρεπτικού γεγονότος («[[έκρηξη]] κινήματος, επαναστάσεως, πολέμου, πυρκαγιάς»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σπάσιμο]]<br /><b>2.</b> (ιατρ. για [[απόστημα]]) [[άνοιγμα]]<br /><b>3.</b> «έκρηξις ύδατος» — η [[ανάβρυση]], ο [[τόπος]] όπου αναβρύζει το [[νερό]]<br /><b>4.</b> [[σχίσιμο]] στα δύο («έκρηξις του νέφους»). | |mltxt=η (Α [[ἔκρηξις]])<br />[[σπάσιμο]], [[διάρρηξη]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> ξαφνική ή ορμητική και με θόρυβο [[ρήξη]], [[διάσπαση]] σώματος ή περιβλήματος εξαιτίας εσωτερικών πιέσεων («[[έκρηξη]] οβίδας, ηφαιστείου, κ.λπ.»)<br /><b>2.</b> ξαφνική [[έναρξη]] σημαντικού ή καταστρεπτικού γεγονότος («[[έκρηξη]] κινήματος, επαναστάσεως, πολέμου, πυρκαγιάς»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[σπάσιμο]]<br /><b>2.</b> (ιατρ. για [[απόστημα]]) [[άνοιγμα]]<br /><b>3.</b> «έκρηξις ύδατος» — η [[ανάβρυση]], ο [[τόπος]] όπου αναβρύζει το [[νερό]]<br /><b>4.</b> [[σχίσιμο]] στα δύο («έκρηξις του νέφους»). | ||
}} | }} |