3,277,300
edits
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "σφαῑρα" to "σφαῖρα") |
||
Line 17: | Line 17: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[πλαγγών]], -όνος, ὁ, ἡ, ΝΑ, και [[πλαγγόνα]], η, Ν<br />μικρό κέρινο [[ομοίωμα]] ανθρώπου, κέρινη [[κούκλα]] με αρκετά πεπλατυσμένο [[σώμα]] και κινητά χέρια και πόδια<br /><b>αρχ.</b><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> α) | |mltxt=η / [[πλαγγών]], -όνος, ὁ, ἡ, ΝΑ, και [[πλαγγόνα]], η, Ν<br />μικρό κέρινο [[ομοίωμα]] ανθρώπου, κέρινη [[κούκλα]] με αρκετά πεπλατυσμένο [[σώμα]] και κινητά χέρια και πόδια<br /><b>αρχ.</b><br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> α) «σφαῖρα, [[καλαθίς]]» <br />β) «πλαγγόνες κεκρύφαλα».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Άγνωστης ετυμολ. Η [[μορφή]] της λ. θα μπορούσε να οδηγήσει στη σύνδεσή της με το θ. <i>πλαγγ</i>- του ρ. [[πλάζω]] (<b>πρβλ.</b> <i>πλάγγ</i>-<i>ος</i>), η [[σημασία]] της όμως γεννά προβλήματα. Παρλλ., το μαρτυρούμενο ανθρωπωνύμιο <i>Πλαγγών</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πλαγγόνων</i>) [[μάλλον]] ταυτίζεται με το προσηγορικό]. | ||
}} | }} | ||
{{etym | {{etym |